ΤΟ ΚΟΥΚΟΥ ΤΟΥ ΚΟΥΚΟΥ
Γράφει ο Παναγιώτης Θ. Τουμάσης
Κούκου σας!... Είμαι ο κούκος! Κάποτε, θυμάμαι, υπήρξα άνθρωπος. Μα οι ανάγκες, βλέπετε... Αλλά, ας πάρουμε τα πράγματα απ’ την αρχή. Ακούστε, να σας πω, τί μ’ έκανε να γίνω κούκος... Ήταν οι καυτές προεκλογικές μέρες, όπου, καλοντυμένες κυρίες και κουστουμαρισμένοι κύριοι έτρεχαν με ντουντούκες, εδώ κ’ εκεί. Μέσα σ’ αυτόν τον πανζουρλισμό, νάσου η αφεντιά μου, αγραβάτωτος, αφτιασίδωτος, να τριγυρίζω σαν το Σεραφίνο... Συνάντησα και τη δεσποινίδα Μαρία, καλή οικογενειακή φίλη. «Αδυνάτισες, τζουτζούκο μου!», μού είπε...
Δεν πήγαινε άλλο, το ποτήρι ξεχείλισε... Χτύπησα την πρώτη πόρτα που βρήκα...
«Παρακαλώ», είπα με ξενική προφορά, «δουλειά, έχει εδώ, αφεντικό;»!... «Verse Monkey!», αναβόσβηνε η επιγραφή νέον, στην είσοδο... Ο βλοσυρός υπάλληλος, απέναντί μου, «και τί ξέρεις να φτιάχνεις, εσύ;», κάγχασε... «Στήλες!», αποκρίθηκα δειλά. «Κρύες κ’ έρμες στήλες!»...
Με πέρασαν σ’ ένα τεράστιο δωμάτιο, με πανάκριβα χαλιά και ζωγραφιστούς τοίχους... Τα δυνατά πολύφωτα, ξαφνικά, μεταβλήθηκαν σε προβολείς, που το φως τους επικεντρώθηκε σε μένα! Μίλησα κ’ η φωνή μου αντήχησε στο χώρο... «Ε,ε,ε, γεια σας...» κι’ ο αντίλαλος, μού το γύρισε: «Γεια σας!»... Ή, μήπως δεν ήταν ο αντίλαλος; Μια μικροσκοπική, λόγω απόστασης, φιγούρα, μού έγνεφε να πλησιάσω...
Φίλες και φίλοι, θα καταλάβατε, ήδη, ότι βρισκόταν μπροστά μου ο διευθυντής του Verse Monkey!... «Σας έχω ακουστά», με πρόλαβε, πριν φορέσω το καλό μου χαμόγελο. «Ποιος δε γνωρίζει τα φαρδιά, φημισμένα κείμενά σας;»!... «Βέβαια!», απάντησα μ’ ετοιμότητα. «Κι’ όχι μόνο φαρδιά, μα και μακριά, τόοοσο, μετά συγχωρήσεως!»... Άρχισε να συντάσσει το συμβόλαιο πρόσληψής μου...
«Χρησιμοποιείτε το wordpad των windows vista;», ρώτησε... «Για μένα, κύριε», τον πληροφόρησα με θάρρος, «το wordpad είναι, ό,τι για την νοικοκυρά, το καλάθι της!»...
«Τέλεια, τέλεια!». Χοροπηδούσε σα μικρό παιδί, που τού αγοράσανε σοκολάτα... «Θέλω», παράγγειλε, «μια στήλη, που να πηγαίνει δίπλα στο «ντε σε βο φραπέ;», του συνεργάτη μας, Αηδόνη Φραπετζόπουλου!»...
«Μάλιστα!», προθυμοποιήθηκα. «Θα λέγεται: Το κοκορίκο, του κόκορα!»... Έπιασα το χρυσό στυλό, να υπογράψω τη σύμβαση... «Σιγά, μη λέγεται: Το γκαρ, του γάιδαρου!», απείλησε, τραβώντας μου το χαρτί... «Το μου, της αγελάδας;», αντιπρότεινα, χάνοντας τ’ αυγά και τους κειμενογράφους... Αγνώριστος, τώρα, ο κύριος διευθυντής, ωρυόταν. «Αρκετά σε ανέχτηκα... Δίνε του! Σχολάω!»...
Και το παλιό εκκρεμές, σύμμαχός του, σε τρία δευτερόλεπτα, θα έδειχνε τέσσερις...
Τρία, δύο, ένα, κανένα! Κούουκου! Κούουουκου!... Ο κούκος του ρολογιού, Εγγλέζος στο ραντεβού, διαλαλούσε την ώρα. Αυτό ήτανε... «Το... κούκου, του... κούκου!», πέταξα στον αποσβολωμένο συνομιλητή μου... Έτσι, οι υπογραφές πέσανε, το βαρύ χρηματοκιβώτιο άνοιξε κ’ η καρδιά μου ζεστάθηκε, γιατί, νά! Σάς ορκίζομαι, εγώ είμαι υπεράνω χρημάτων.
Κυκλοφορούσα στο δρόμο, με το πλήθος να με σκουντά, να με σέρνει, να με βροντά... Κάποιος με πέρασε γι’ άλλον: «Ο κούκος!», φώναξε. «Τί λες άνθρωπέ μου; Δεν είμ’ ο κούκος. Είμαι ο...». (Τού είπα τ’ όνομά μου). «Αλλού αυτά!», μού αντιγύρισε. «Τη φάτσα σου, την είδες στον καθρέφτη;»... Δυο κορίτσια, πιο κάτω, «κύριε κούκε! Πότε θα μάς φέρετε την Άνοιξη;»... «Το Μάρτιο!», απάντησα νευριασμένος...
Πολιτικάντικη κουβέντα... Κι’ ω! Αν σκεφτεί κανείς, τα φούμαρα, που μας γεμίζουνε, προεκλογικά, οι πολιτικοί μας... Μέχρι και καλό καιρό, τάζουνε, τον κακό τους τον καιρό!... Γι’ αυτό, έλεγα, να ψηφίσω λευκό. Τελικά, τίμησα με την προτίμησή μου, μια μικρή παράταξη, με μεστό και τίμιο πρόγραμμα. Επισκέφτηκα, άλλωστε, τα γραφεία τους, ο ίδιος!
Πάρκαρα παράνομα την αστραφτερή Ρολς Ρόυς, που αγόρασα από τον πρώτο μου μισθό, και παίρνοντας παραμάσχαλα το κινητό μου τηλέφωνο, ανέβηκα τις σκάλες...
Τοκ, τοκ, τοκ!... Ο αρχηγός του κόμματος, ντυμένος ακριβώς όπως παρουσιάζεται στις φωτογραφίες, μού άνοιξε... Καθόταν με δυο στελέχη της οργάνωσής του και μελετούσαν τις τελευταίες δημοσκοπήσεις... «Μηδέν, κόμμα ένα, τοις εκατό;», μονολογούσαν και βρίζανε... «Δηλαδή τί είμαστε; Τρεις κι’ ο κούκος;»... «Κούκου σας!», τους χαιρέτησα.
Σκοτωθήκανε να μού βρούνε καρέκλα. «Λίγο συκαλάκι;»... «Ευχαριστώ, όχι!»... «Το φτιάχνω μόνος μου!», επέμεινε ο οικοδεσπότης... Έβλεπες καθαρά την αξία της ψήφου σου!... «Με εντυπωσιάζει», είπα, «η σεμνότητα και η απλότητα της καμπάνιας σας. Ούτε φανφάρες, ούτε τυμπανοκρουσίες!»... Κοκκίνισαν από μετριοφροσύνη... Έξω, μπαμ-μπαμ, μπουμ-μπουμ, ακούγονταν τύμπανα...
Καλά, επρόκειτο για τρομερή ηχορύπανση!... Σηκώθηκε ο κομματάρχης και κοίταξε απ’ το παράθυρο... «Έχει συγκεντρωθεί ο λαός! Θα τούς μιλήσω!». Πετάχτηκε στο μπαλκόνι, με τη σβελτοσύνη του χαλίφη, στο Ιζνογκούντ! Πίσω του, εμείς! Κάτω, μαύρη λαοθάλασσα, με κόκαλα στο κεφάλι και σκουλαρίκια στη μύτη!... «Κανιβάλοι!...», έσκουξα, κοντεύοντας να λιποθυμήσω...
Πληροφορήθηκα εκ των υστέρων, ότι έβαζε υποψηφιότητα, σε κοντινή εκλογική περιφέρεια, κάποιος κανίβαλος πολιτευτής. Οι ομοεθνείς του, ήταν φυσικό να δείχνουν συμπαράσταση... «Ούγκαλα, ούγκαλα!», επευφημούσαν κ’ επισείανε κάτι πανό, που γράφανε, τί νομίζετε; «ΔΕΗ, ΟΤΕ, ΕΥΔΑΠ»!... «Ψιτ, αρχηγέ!», ψιθύρισα χτυπώντας του την πλάτη. «Τί σημαίνει ΔΕΗ;»...
«Δεν Έχουμε Ηλεκτρικό!... Ανόητε!», με κεραμίδωσε... «Και, ΟΤΕ;»... «Ούτε Τηλέφωνο Έχουμε!... Αμόρφωτε!», με κατακεραύνωσε... «ΕΥΔΑΠ;»... Έτρεμα σύγκορμος... «Εμείς Ύδρευση Δυστυχώς Ακόμα Περιμένουμε! Αστοιχείωτε!... Τράβα ν’ αγοράσεις το βιβλίο μου: «Ο Μήτσος και ο Τάκης», μπας και μάθεις πέντε πράγματα!»... Μετά, γυρίζοντας, βροντοφώναξε προς τους οπαδούς του: «IKA»! Που θα πει, στη δικιά τους τη γλώσσα: «Ίσως Κάποτε Αποκτήσετε!»...
Επακολούθησε ο... χαμός! Ξαφνικά, πάνω στην εξέδρα, παρουσιάστηκε μια ωραία, λευκή κοπέλα και τα πλήθη άρχισαν να παραληρούν! Ήταν μισόγυμνη... «Ποια... Ποια είναι αυτή;», ρώτησα κ’ η καρδιά μου χτυπιόταν σα χταπόδι στα βράχια... «Α! Αυτή είναι η Κιτσολίνα μας! Είμαστε οργανωμένοι σύμφωνα με τα Ιταλικά πρότυπα, εμείς!»...
Ευχήθηκα «καλή επιτυχία» στους νέους μου φίλους κ’ έφυγα... Ο γερανός της τροχαίας, μόλις είχε τσιμπήσει το πανάκριβο αυτοκίνητό μου κι’ απομακρυνόταν ύπουλα. «Κατέβα κάτω, ρε, αν σού κάνει κούκου!...», βρυχήθηκα. Τίποτα... Πήρα ταξί για το σπίτι μου, ντουμάνι απ’ το τσιγάρο και το ραδιόφωνο στη διαπασών.
Για λίγο, το μυαλό μου ταξίδεψε, αλλά την άλλη βδομάδα, που θα ξανάρθω, θυμηθείτε να σάς περιγράψω, λεπτό προς λεπτό, την εμφάνιση του UFO στο Ηρώδειο, κάποια Τετάρτη βράδυ, στη συναυλία της Μίλβα... Επίσης, συνέντευξη με τη μοναδική αυτόπτη μάρτυρα, στην οποία τούτο το άρθρο αφιερώνεται... Κούκου!
Ο... κούκος
Ο... κούκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου