Η πινακίδα γράφει: «ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΩ»!
Τη φόρεσα και βγήκα στο μπαλκόνι.
Μ’ είδες, δε μίλησες, βγήκα στο δρόμο!
Συναντηθήκαμε, χαιρετηθήκαμε.
Κι όμως, δεν υπάρχω!
Το πρωί δεν άκουσα το ξυπνητήρι.
Πολλά μεσημέρια τώρα, δεν τρώγω.
Πολλά βράδια δεν κοιμάμαι. ΄Η μάλλον
ΚΟΙΜΑΜΑΙ… Χτες,
χάιδεψα μια ωραία κοπέλα. Στο τραίνο.
Μού είχε κολλήσει το στήθος της.
Έκανε πως δεν καταλαβαίνει,
μα ηδονικά μ’ είχε αγκαλιάσει, που
την άγγιξα, απαλά στην αρχή, μετά
πιο σφιχτά. Κ’ η πινακίδα τραντάχτηκε,
γύρισε απ’ την άλλη. Κοίταξα πάλι…
Γελούσες. Νευρικά γελούσες.
Η πινακίδα γράφει: «ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΩ»!...
Τη φόρεσα και βγήκα στο μπαλκόνι.
Μ’ είδες, δε μίλησες, βγήκα στο δρόμο!
Συναντηθήκαμε, χαιρετηθήκαμε.
Κι όμως, δεν υπάρχω!
Το πρωί δεν άκουσα το ξυπνητήρι.
Πολλά μεσημέρια τώρα, δεν τρώγω.
Πολλά βράδια δεν κοιμάμαι. ΄Η μάλλον
ΚΟΙΜΑΜΑΙ… Χτες,
χάιδεψα μια ωραία κοπέλα. Στο τραίνο.
Μού είχε κολλήσει το στήθος της.
Έκανε πως δεν καταλαβαίνει,
μα ηδονικά μ’ είχε αγκαλιάσει, που
την άγγιξα, απαλά στην αρχή, μετά
πιο σφιχτά. Κ’ η πινακίδα τραντάχτηκε,
γύρισε απ’ την άλλη. Κοίταξα πάλι…
Γελούσες. Νευρικά γελούσες.
Η πινακίδα γράφει: «ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΩ»!...
Του Παναγιώτη Θ. Τουμάση (Προφίλ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου