Κυριακή, Ιανουαρίου 31, 2010

Περιοδεύων Θίασος (απόσπασμα)


Γράφει ο ποιητής-συγγραφέας Νίκος Μπατσικανής

Είχαν ένα καρότσι της λαϊκής· απ’ τα μεγάλα, τα γερά, και δυο μπόγους. Αυτός όλα. Να τραβάει το όχημα, τίγκα ως επάνω, και με τους μπόγους αγκαζέ, αγκομαχώντας.

Εκείνη; Μόνο μια μικρή τσάντα λουστρίνι. Μαύρη.

Βαμμένη της κακιάς ώρας, προχωρούσε μπροστά, με το τσιγάρο στο στόμα, κι έδινε οδηγίες.

- Προχώρα, έγινα μούσκεμα, και πού θα στεγνώσω νυχτιάτικα;

- Βόηθα λιγάκι, την τύχη μου. Τι προχώρα; Δε βλέπεις ότι κόλλησα;

- Τα έχουμε συμφωνήσει αυτά˙ εσύ τα πράγματα κι εγώ το νοικοκυριό. Το ξέχασες;

- Ποιο νοικοκυριό, Λευτεράκι; Εδώ χανόμαστε, έρχεται μπόρα. Σπρώξε κι εσύ να τελειώνουμε. Να εδώ, σε λίγο, στην Αγία Φωτεινή, είναι μια στοά μούρλια.

- Πρώτον, δε θα με λες Ελευθερία, σου το είπα εκατό φορές. Φρίντα με φωνάζουν. Και δεύτερο, σπρώχνω, αλλά μ’ έναν όρο. Θα μου κουβαλήσεις νερό για να πλύνω αύριο. Ζεστό. Δεν ξέρω που θα το βρεις˙ θέλω ζεστό. Να κόψεις το λαιμό σου. Δεν μπορώ εγώ να χαλάω τα χέρια μου στα κρύα με τα σκουτιά σου.

- Εντάξει, έλα τώρα, δώσ’ ένα χεράκι να φτάσουμε.

- Έλεγες κοντά, κι εμείς φάγαμε το μισό λεκανοπέδιο. Έπρεπε να μου πεις στον Ιλισό, να καταλάβω. Έλεγες Αγία Φωτεινή, κι εγώ νόμισα Νέα Σμύρνη μεριά.

- Αχ, κοψομεσιάστηκα ο έρμος. Να καθίσω λίγο, να πάρω μια ανάσα. Εδώ· βλέπεις τι είν’ εδώ; Παράδεισος! Αύριο που θα ξημερώσει, θα δεις. Παγκάκια, βρύση με νερό. Όχι παίξε-γέλασε. Ας είναι καλά ο Μπέης.

-Τι μπέης και πασάς, μου τσαμπουνάς; Μίλα σαν άνθρωπος.

-Μπέης, μάτια μου, ο δήμαρχος. Ξέρεις, ότι όλα τα παγκάκια της Αθήνας τα έβαλε εκείνος σε μια νύχτα; Ξύπνησα ένα πρωί, και είχε γεμίσει ο τόπος. Ήταν για να πάρει τις εκλογές, είπαν μερικοί, μα τι με κόφτει εμένα; Βρίσκει ο φτωχός κάπου ν’ ακουμπήσει… ν’ ανασάνει, βρε αδελφέ, να ξαποστάσει. Έβαλαν και οι άλλοι, δε λέω, μα ο Μπέης άλλο πράμα. Όμως, από τότε, δεν τον ξανάκουσα. Όλοι οι καλοί χάνονται· κρίμα. Ενώ ετούτος εδώ, όλο κάγκελα παντού. Στάσου, ρε φίλε, κι από πού θα περάσει το καροτσάκι; σκέφτηκες; Δεν είμαστε ζητιάνοι εμείς, επαγγελματίες είμαστε!

- Και γιατί τον λες μπέη; Τούρκος ήταν;

- Α, εσύ δεν τρώγεσαι. Εσένα, το Φρίντα πώς σου ήρθε, μου λες; Σε γνωρίζω μια βδομάδα… και δε μου ’χεις πει.

(Συνεχίζεται)

(Από το βιβλίο του Νίκου Μπατσικανή "Στον Παράδεισο", το οποίο, ύστερα από τη μεγάλη επιτυχία της πρώτης του έκδοσης, επανεκδόθηκε και κυκλοφορεί. Εκδόσεις Γαβριηλίδη).

Το υπερωκεάνιο


Σε βλέπω σαν ένα υπερωκεάνιο
και ψαρεύω εγώ με τη βαρκούλα μου.
Ψαρεύω, ψαρεύω
και τα πόδια μου βρέχονται
απ’ τα νερά που πληθαίνουνε.
Τα νερά,
όταν ανεβούν στο σανίδι μου,
στο βυθό θα με πάνε.

Θανάσης Μαλεζάς

Παρασκευή, Ιανουαρίου 29, 2010

Χαϊκού (συνέχεια)

Συνεχίζουμε την παράθεση των χαϊκού της συγγραφέως-ποιήτριας Παναγιώτας Χριστοπούλου-Ζαλώνη. Ως γνωστό, κάθε χαϊκού, κρύβει μέσα του, απίστευτα μεγάλο όγκο στοχασμού και, συνεπώς, πρέπει να ερμηνεύεται με ιδιαίτερη προσοχή και επιμονή. Επιπροσθέτως, η ρυθμική των 17 συλλαβών δεν είναι πάντοτε η ίδια - άλλοτε αργό νωχελικό τέμπο, άλλοτε δυναμικός βηματισμός, άλλοτε αγχωτικό τρέξιμο, άλλοτε ατονία - σύμφωνα πάντα με το νόημα.


θυμάμαι, πονώ
κι αρχίζω μοιρολόι
πού στεγάζεσαι;


θάλασσα Εσύ
κι εγώ Φάντασμα
στα κύματά σου


σμάρι οι γλάροι
ερειπωμένα πλοία
μας παρασέρνουν




στον ουρανό σου
λέξεων κατάθεση
φιλιών μου μύρα


βαρύ το πλοίο
στοιβαγμένες οδύνες
Κυρ ελέησον


φύγε, άσε με
μόνη να χορεύω
εγώ κι ο Γκιώνης

Παναγιώτα Ζαλώνη

Πέμπτη, Ιανουαρίου 28, 2010

Λογοτεχνικός Διαγωνισμός του "Κελαινώ"

Το λογοτεχνικό περιοδικό «ΚΕΛΑΙΝΩ» κήρυξε διαγωνισμό σε όλα τα είδη του λόγου με θέμα:

Άνασσα Πόλη

Οι συμμετοχές (5 αντίγραφα) αποστέλλονται στη διεύθυνση:

Παναγιώτα Ζαλώνη
Ζαλόγγου 16
131 23 ΙΛΙΟΝ, ΔΥΤΙΚΗ ΑΤΤΙΚΗ

Με την ένδειξη: Για το διαγωνισμό «Άνασσα Πόλη»
__________________________________________

ΠΡΟΣΟΧΗ: Όχι συστημένη αποστολή.

Στα στοιχεία σας στο μικρό φακελάκι ν’ αναφέρετε μόνο:

- Το ψευδώνυμό σας
- Το πραγματικό σας όνομα
- Την ηλικία σας
- Το είδος του λογοτεχνήματος
- Τον τίτλο του
- Τη διεύθυνσή σας και απαραίτητα το e-mail σας και το σταθερό τηλέφωνό σας.

Οι αποστολές σας έως την 30η Απριλίου 2010.

Μην χρησιμοποιείτε το ίδιο ψευδώνυμο συμμετοχής σας από παλαιότερους διαγωνισμούς μας.

Από την διεύθυνση του ΚΕΛΑΙΝΩ

Τετάρτη, Ιανουαρίου 27, 2010

Καιροί και δόξες


καιροί και δόξες…
οποία διάψευση
μ’ αποχαιρετούν


η αγάπη πλέον
δεν αποτυπώνεται
λευκός ο καμβάς


σε συνάντησα
σε έπλασα Άγαλμα
παιχνίδι ήταν

Παναγιώτα Ζαλώνη

Ένα δικό μας ποίημα τύπου χαϊκού


Μαγεμένος από τα πανέμορφα χαϊκού της κας. Ζαλώνη (που λίγο-λίγο θα τα αναρτήσουμε εδώ όλα), έγραψα - τώρα δα - το παρακάτω μικρό ποίημα τύπου χαϊκού, το οποίο θέλω να αφιερώσω σε όλες και όλους εσάς που στέκεστε δίπλα μας.

Ω, Verse Monkey!,
το διαδίκτυο σε κυοφόρησε,
στον νου μπήκες.

Η αλήθεια σου,
σε κρουσταλλένια ποιήματα
χρωματίζεται.

Τα χέρια απλώνεις,
μες στις φούχτες κλείνοντας
μια φούχτα φίλους.

Λίγοι ενατένισαν,
το δημιουργικό φως
της αιωνιότητας.

Παναγιώτης Θ. Τουμάσης

Τα χαϊκού στην Ιαπωνία


Ο γνωστότερος Ιάπωνας ποιητής των χαϊκού ήταν ο Ματσούο Μπασό (1644-1694). Το πιο φημισμένο από όλα τα χαίκού είναι δικό του:

παλιά λίμνη
ένας βάτραχος μέσα πηδά
ήχος νερού

(το ποίημα αυτό απαγγέλλεται συχνότατα στην Ιαπωνία, ενώ συχνά γίνεται αντικείμενο έρευνας στην Ευρώπη και Αμερική, σχετικά με τη δυσκολία των Δυτικών να συλλάβουν το βαθύτερο νόημά του).

Άλλοι γνωστοί Ιάπωνες ποιητές των χαϊκού ήταν ο Γιόσα Μπουσόν και o Μασαόκα Σίκι. Ειδικά ο τελευταίος ήταν πολυγραφότατος - έγραψε περίπου 23.000 χαϊκού. Μερικά παραδείγματα:

μια ίρις
πιο λευκή το σούρουπο
την άνοιξη

οι μέρες που μου απομένουν
είναι μετρημένες
σύντομη νύχτα

Ο Μασαόκα Σίκι έχει ιδρύσει την παλιότερη σχολή χαϊκού στην Ιαπωνία, την Χοτοτογκίσου. Υπάρχουν και άλλες ανάλογες σχολές στη χώρα αυτή, ενώ εκδίδονται περίπου πέντε χιλιάδες περιοδικά ποιήσης χαϊκού.

Verse Monkey!

Πόρτες ανοιχτές



πόρτες ανοιχτές
χαρές, στροβιλίσματα
ιστορίες παλιές



ο αγέρας φύσηξε
καιρούς και δόξες
μείναν οι Σταυροί



σπαρμένοι αφροί
δροσίσματα θάλασσας
αγάπη λευκή

Παναγιώτα Ζαλώνη

Σ' ένα χαϊκού - Παναγιώτα Ζαλώνη

Τα χαϊκού είναι είδος ποίησης που πρωτοεμφανίστηκε στην Ιαπωνία το δέκατο έκτο αιώνα και υιοθετήθηκε στην Ευρώπη στις αρχές του εικοστού. Από εκεί πέρασαν τον Ατλαντικό και έφτασαν να γίνουν πολύ δημοφιλή σε όλο τον κόσμο. Στην αυθεντική στιχουργική μορφή τους, τα χαϊκού είναι μικρά ποιήματα από 17 συλλαβές σε ένα ενιαίο στίχο. Τα χαϊκού συμπυκνώνουν ευφυΐα και σοφία, που εκφράζονται με λυρική, ή άλλοτε, χιουμοριστική διάθεση, ενώ συχνά υπάρχει το στοιχείο της έκπληξης. Στα χαϊκού σημαντική θέση έχουν η φύση, οι εποχές και τα χρώματα, η ομορφιά των λέξεων και των αντιθέσεων, ενώ το νόημα κάποιες φορές αποκτά δευτερεύουσα σημασία.

Σήμερα, με χαρά φιλοξενούμε εδώ στο Verse Monkey!, πολλά υπέροχα χαϊκού της μεγάλης μας φίλης, συγγραφέως και ποιήτριας κυρίας Παναγιώτας Χριστοπούλου-Ζαλώνη. Η κυρία Ζαλώνη, μας στήριξε απ' την αρχή των προσπαθειών μας στο διαδίκτυο και, τώρα που επανήλθαμε, μας ανακάλυψε και έσπευσε προς μεγάλη μας συγκίνηση να μοιραστεί μαζί μας την πάντα εξαιρετική δουλειά της.

Verse Monkey!



σ’ ένα χαϊκού
με άρωμα βάφεται
κάθε του λέξη



σ’ ένα χαϊκού
κάθε λέξη περιττή
την διαγράφουμε

Παναγιώτα Ζαλώνη

Τρίτη, Ιανουαρίου 26, 2010

Από τα Χαϊκού της Παναγιώτας Ζαλώνη

Φίλες και Φίλοι,

Απόψε θα παραθέσουμε μόνο τρία Χαϊκού της συγγραφέως-ποιήτριας κας. Παναγιώτας Χριστοπούλου-Ζαλώνη. Αλλά αύριο, θα έχουμε ένα ξεχωριστό αφιέρωμα για την ποιήτρια, όπου λίγο-λίγο θα αναρτήσουμε όλα της τα ελληνικά Χαϊκού. Τα ωραία πράγματα, πρέπει να τα δίνουμε λίγο-λίγο, για να διαρκεί περισσσότερο το άρωμά τους.

Πολύ ωραία Χαϊκού κυρία Ζαλώνη! Welcome back!


ήσουν όνειρο
οι στίχοι σου ράγισαν
σε αποσύρω


έπινα νερό
δίπλα σε άδειο τάφο
έπεσα μέσα


μαμά, ράγισα
οι χαραμάδες χάσκουν
να τη η θλίψη

Παναγιώτα Ζαλώνη

Με τα ω τα βάζω


Με τα ω τα βάζω
Το ω του τέλους
Του τελειωμένου αμετάκλητα.

Γεμάτο το σώμα μου ψωμί αλήθειας
και οι χούφτες μου με βάλσαμο
Για τους πονεμένους και τους αδικημένους.

Της νύχτας μου αηδόνι
Κι απόψε
«Μη με λησμόνει»

Όνειρο…
Μην ακούς της μέρας τη φυσαρμόνικα
Έχει πίκρες η μέρα.

Μ’ ένα μεγάλο κόκκινο τριαντάφυλλο στο μέτωπο
Οδοιπόρος ξεκίνησα
Για την κατάκτηση μιας ουτοπίας.

Παναγιώτα Ζαλώνη

Από τα "Τρίστιχα δεμένα σε διαφορετικά ηχικά σχέδια".

Λειτουργούμε κανονικά!

Το πρόβλημα που προέκυψε από την επίθεση χάκερ, έχει εξαλειφθεί εντελώς και διασφαλίσαμε ότι δεν θα ξανασυμβεί στο μέλλον. Πλέον λειτουργούμε κανονικά και με τις εξής τροποποιήσεις:

α) Στην αριστερή πλευρά της οθόνης υπάρχει πτυσσόμενο sidebar με συνδέσμους προς την κεντρική ιστοσελίδα του Παναγιώτη Τουμάση, καθώς και τα ποιητικά του ιστολόγια. Όλα λειτουργούν χωρίς κανένα πρόβλημα.

β) Αφαιρέσαμε το chat-room που μάς παρείχε το Yaplet, επειδή τις πιο πολλές φορές υπολειτουργούσε και μάς έσπαγε τα νεύρα. Άλλωστε, μόνο εμείς κάναμε χρήση. Θα βρούμε κάποιο καλύτερο chat-room, σύντομα.

γ) Έχουμε αλλάξει λίγο τα μεγέθη των γραμματοσειρών. Αν έχετε δυσκολία στο διάβασμα του κειμένου ή αν βρίσκετε υπερβολικά μεγάλα τα γράμματα, παρακαλούμε να μάς το πείτε.

δ) Κουραστήκαμε και ζαλιστήκαμε και νέες αναρτήσεις θα κάνουμε μετά από ένα μετα-μεσημεριανό υπνάκο......... Υπομονή! Α, έχουμε την επάνοδο της συγγραφέως-ποιήτριας κας. Παναγιώτας Χριστοπούλου-Ζαλώνη, με εξαιρετικά χαϊκού!

Μείνετε συντονισμένοι!

Verse Monkey!

Δευτέρα, Ιανουαρίου 25, 2010

Ερειπώνομαι αθόρυβα


Το σπίτι μου ρωγμές γεμάτο
Ποταμός του Αχέροντα ο χρόνος με διασχίζει
Ο κυρ Θανάσης στο κιβούρι του ωραίος σαν φίλντισι
Τον έκλαψε η Βαγγελίτσα με κλώνους μυρσίνης
Άι στα τσακίδια, λέω, η άνοιξη ξαπλωμένη ανάσκελα
στο χορτάρι
Με τις μνήμες μου όλες στην ποδιά της να φωσφορίζουν
σαν άστρα
Κι εγώ να τινάζω από πάνω μου τις δεκαετίες να τις καίω
Γέμισε ο τόπος αποκαϊδια.

Αόρατη περνώ την ύλη την αποσυνθέτω
Να φτάσω στο νερό της μνημοσύνης στη μαύρη λεύκα
Τα μέλη μου διασκορπισμένα δεν τα ορίζω
Ερειπωμένα χέρια και μάτια που κοιτάζουν το άγνωστο
Ερειπώνομαι αθόρυβα σαν σπίτι που το κατάφαγαν οι ερινύες
Μη με κοιτάζεις, διαβάτη, είμαι ένα δέντρο καταμεσής των ανέμων
εγώ
Και πεθαμένα πουλιά οι μέρες μου πάνω στους κλώνους
Η οξείδωση κατατρώει τα άστρα που κουβαλώ στα οστά μου
Αιώνες περιπλανώμενη στις αβύσσους μου
Το δωμάτιό μου νύχτες πλωτές ταξίδεψα στο Άδηλο
Και τώρα με εκδικείται ο ηλίανθος

Άι στα τσακίδια, λέω πάλι, τη γεωμετρία ποτέ δεν την κατάφερα
Έμεινα έξω από τα τετριμμένα σαν υψικόρυφη γωνία
με τις πλευρές μου όλες ερειπωμένες
Μόνο το φίλντισι στραφταλίζει στα μάτια μου
Έτσι ωραία θα περάσω στα άσπρα νερά στην άσπρη πέτρα
Κι όσα αστέρια μου απόμειναν θα τα στρώσω κατάχαμα
Σμάλτο από την κοσμογονική μου μνήμη
Να κοιμηθώ με τους δρόμους μου αγκαλιά
Στο χέρι μου κρατώντας ματωμένο το δόρυ.

Μαρία Πόθου (Για την ποιήτρια)

Πάνω στη χαίτη των ανέμων


Πάνω στη χαίτη των ανέμων
Αμέριμνα ταξιδεύουν
Νεράϊδες ψάρια και πουλιά
Πυγολαμπίδες και όνειρα
Ενώ στην όχθη τ’ουρανού
Μικρές χορεύτριες ναυαγούν
Άστρα πολύχρωμα
Και ιστιοφόρα

Τάκης Βαρβιτσιώτης (Για τον ποιητή)

Παρασκευή, Ιανουαρίου 22, 2010

Η νύφη που μαύρα φορούσε


Αναμοχλεύοντας το παρελθόν,
διαπίστωσα πως σκοτεινά σημεία υπάρχουν.
Το φως δεν τα είδε, τα φοβήθηκε μάλλον.
Ήμουν παιδί και όμως τόσο μεγάλος,
φανταζόμουν το μέλλον περίπου όπως αυτό ήρθε.
Όμως δεν θα ξεχάσω ποτέ της ζωής μου την εικόνα.
Αυτή που σαν μπροστά μου ήρθε,
τα πάντα άλλαξε.

Ήταν… η νύφη που μαύρα φορούσε…

Αναζητώντας το μηδέν, είδα ότι αυτό δεν υπάρχει.
Αναζητώντας το άπειρο από την άλλη…
ένιωσα, ότι όχι μόνο υπάρχει,
άλλά είναι αυτό που πήρε μαζί του και το zero.
Καλλιεργώντας την περιέργειά μου,
ανακάλυψα πως το συναίσθημα…
είναι κάτι που αποκτάς όταν γεννιέσαι,
όπως τα φυτά την ρίζα.

Είναι οι συνθήκες που σε κάνουν να αναπτυχθείς,
να ζήσεις και τέλος να ωριμάσεις.
Μαζί με σένα ωριμάζει και ο φόβος.
Αυτός που σε κάνει να δακρύσεις όταν ονειροπολείς.
Γιατί άραγε τότε… από χαρά ή από λύπη;
Αυτός που σε κάνει να πιστέψεις ότι είσαι ελεύθερος.
Μια μέρα, θα δεις…
θα καταφέρεις να κάνεις του κεφαλιού σου!

Δακρυσμένος, πολλές φορές αντιλαμβάνομαι
Πως ο πόνος είναι διαχείρισιμη έννοια.
Αυτό που δεν μπορείς να ελέγξεις είναι…
το δέος.
Αυτό που νιώθεις για…
την φύση,
το πάθος,
την έμπνευση.

Μόνο σαν σεβαστείς δυο τρία πράγματα στην ζωή σου
… παραπάνω δεν θέλει…
Νιώθεις ότι… κάτι έκανες.
Για να το καταφέρεις όμως αυτό…
δεν αρκεί να δεις… πρέπει να ζήσεις,
με τον δικό σου, μοναδικό δρόμο.
Αυτόν που δεν στον έμαθε κανείς…
αλλά μόνος σου βρήκες…

…και ακολούθησες…

Δημήτρης Ζ. (Blog)

Πέμπτη, Ιανουαρίου 21, 2010

Το ρολόι - Γιώργος Ρωμανός


Το ρολόι... Έχει τύχει να σταματήσει ένα ρολόι στο σπίτι σας; Ειδικά σε κάποια στιγμή μεγάλης συναισθηματικής φόρτισης; Στο δικό μου σπίτι έτυχε. Πολύ παλιά, μια μέρα που εκείνη πήγαινε για τη δουλειά της. Την είδα - ή μάλλον είδα απ' την μπαλκονόπορτα το αυτοκίνητό της να στρίβει στο συνηθισμένο στενό. Απογευματινή, στις 13:00 ακριβώς έπρεπε να βρίσκεται στο πόστο της. Στις 13:00 ακριβώς στάθηκε και το ρολόι του τοίχου στο σπίτι μου. Και τι δεν έκανα. Πάλεψα να το διορθώσω. Το πήγα στο κατάστημα να τού αλλάξω μπαταρίες. Μάταιο. "Κάτι άλλο έχει πάθει", είπε ο τεχνικός. Και τώρα, στον τοίχο μου βρίσκεται το ρολόι σταματημένο στις 13:00, για παντοτινά.

Verse Monkey!

Υ.Γ.: Μη γελαστείτε απ' τα αμφιλεγόμενα εφέ του βίντεο. Είναι καταπληκτική αυτή η ερμηνεία του Αλέξανδρου Μολφέση. V.M.!

Ταξιδεύω


Ταξιδεύω… Δες με! Πάλι ταξιδεύω…
Ξαναφόρεσα τα ολόλευκα φτερά.
Μια καινούργια γη γυρεύω. Ταξιδεύω…
Μιαν ακόμα αχτή, σε πέλαγα βουερά.

Ω, οι Σειρήνες! Το τραγούδι τους με θλίβει…
Στο κατάρτι θα με δέσουν με σκοινί.
Οι Σειρήνες μουσκεμένες ως την ήβη,
θα μού κλέψουν τα φτερά μου για πανί.

Απ’ του Κύκλωπα το χέρι θα βουλιάξω…
Απ’ το βράχο θα ’ξοκείλω, που πετά.
Και θα φύγω κολυμπώντας ως την Νάξο
κι απ’ την Νάξο, πέρα για το Γαλατά…

Θα γυρίσω με στεφάνι στα μαλλιά μου…
Θα γυρίσω μ’ ένα αγκάθι στην καρδιά.
Θα κοιμάσαι μόνη κι έρημη εδώ χάμου…
Μες στο κάστρο, που ’χω χάσει τα κλειδιά.

Μ’ ένα δάκρυ θα κοιμάσαι μαραμένο…
Με χαμόγελο στα χείλια τα σμιχτά.
«Δεν παντρεύτηκα», θα πεις, «σε περιμένω»
και για σένα, κάθε νιος θα ξενυχτά…

Θα θρηνούν σπαραχτικά τόσοι μνηστήρες…
Με τα ξίφη καρφωμένα καταγής.
Κι οι περέτρες θ’ σ’ ανοίγουνε τις θύρες,
ξαπλωμένη σ’ άσπρο φέρετρο να βγεις.

«Ξύπνα, αγάπη μου, να δεις τι σού ’χω φέρει…
Δαχτυλίδια, π’ ούτε απόχτησες ποτές.
Διαμαντόπετρες, από τα ξένα μέρη
και τις ρίμες, π’ αγαπήσαν ποιητές»!

Παναγιώτης Θ. Τουμάσης

Τρίτη, Ιανουαρίου 19, 2010

Τα ιδανικά που ξέχασες


Χαμηλές βλέψεις, χαμηλά ιδανικά,
γραμμένα σ’ άμμο θαλάσσης, μπρος στο κύμα.
Μας κούρασαν οι ειδήσεις τα πολιτικά,
με κέντρο το μηδέν και ακτίνα την βλακεία.

Τι κρίμα, δεν ήσουν ο άνθρωπός τους.
Τι κρίμα, που σε γράψανε ξανά…
Είναι ο ήλιος που δεν χαμογελά, τα βράδια,
δρόμοι στενοί, με μια κατεύθυνση, συχνά.

Ανασαίνοντας βαριά απ’ την αρρώστια
βλέπεις πως θα θελες να ήσουν τελικά.
Τα ιδανικά σου δεν θα ξέχναγες στον δρόμο,
για μια θεσούλα στον δημόσιο ξανά…

Άδικα γράφεις, άδικα νιώθεις και μιλάς
Όσοι σε είδαν να γερνάς, τώρα το ξέρουν,
είναι η σιωπή σου, αμήχανο παιδί,
που δίχως λόγο, δίχως οίκτο, ΟΛΟΙ το δέρνουν.

Μα αυτό χαμογελά κάθε πρωί…
και αυτό τους τσούζει...

Δημήτρης Ζ. (Blog)

Καράβι ο έρωτας


Καράβι ο έρωτας.

Σε θυμάμαι…
Σαν τα τραγούδια που ποτέ δεν είπα…
Σε φοβάμαι…
Γιατί το όνειρο από μικρός είδα…

Βράδυ με ξαστεριά, αχ πως πονά, αυτή η μουσική.
Καράβι ο έρωτας, σαπίζει στην στεριά σαν βγει…

Άνεμος της σιωπής φυσά, αχ πως πονά, αυτός ο ήχος.
Ιπτάμενα αισθήματα και δάκρυα, αν τάδες, πες μου μήπως.

Αν σταματήσει η σιωπή, θα θυμηθώ να ζήσω…
Θα ψάξω για δουλειά παντού, ξανά θα σ’ αγαπήσω…

Και σε θυμάμαι…
Σαν τα τραγούδια που ποτέ δεν είπα…
Και σε φοβάμαι…
Γιατί τα όνειρα μικρός τα είδα…

Δημήτρης Ζ. (Blog)

Δευτέρα, Ιανουαρίου 18, 2010

Η βόλτα - Ποίηση Δημήτρης Ζ.


Σήμερα διαλέξαμε ένα τραγούδι σε ποίηση του καλού φίλου και συνεργάτη του ιστολογίου μας, ποιητή Δημήτρη Ζ.

"Σ' ένα παγκάκι αγνάντευα το μέλλον, έγινα θέαμα περαστικών και ξένων", λένε οι στίχοι κι αληθινά, πόσοι δεν έχουμε νιώσει έτσι κάποια φορά στη ζωή μας...

Ω, όταν γκρεμίζονται όλες μας οι ασπίδες και γινόμαστε (ή αισθανόμαστε ότι γινόμαστε) βορά των αδιάκριτων γύρω μας βλεμμάτων. Βλέμμάτων που βλέπουν ως μέσα μας, πολύ βαθιά μέσα μας.

Verse Monkey!

Κυριακή, Ιανουαρίου 17, 2010

Ό,τι σ' αρνήθηκε


Ό,τι σ’ αρνήθηκε, γυρίζει πάλι
κι ό,τι καρτέρεψες, να ’ρθει μετρά.
Κι αν είν’ η αγάπη που δεν έχεις άλλη,
τραντάει τα σίδερα που ’ναι γερά.

Χτυπάει τα ξύλα, τρίζει τα ντουβάρια,
σκίζει στα δυο, τα πιο ψηλά βουνά.
Σαν το μωρό παιδί βρίσκει τα χνάρια,
για το ρωγόβυζο, μόλις πεινά.

Βγες στο μπαλκόνι, βάδισε στο δρόμο,
πες «καλημέρα» στους περαστικούς.
Όρθωσ’ τ’ ανάστημα, σήκωσ’ τον ώμο,
δεν είν’ για θάνατο· μένα ν’ ακούς.

Πίσω απ’ τα πράγματα κρύβονται μάτια,
πέρα στον ουρανό, δώθε στη γη.
Ξέρουν των πρέπει σου, τα μονοπάτια,
φτιάχνουν τη μοίρα σου, πώς θα σού βγει.

Ό,τι σ’ αρνήθηκε, πάντα ζητά σε
κι αιώνια πάνω σου, το ’χεις δεθεί.
Κι αν θες αληθινά δίπλα της να ’σαι,
θα ’ρθει κι ο λόγος της θα ’ναι σπαθί.

Παναγιώτης Θ. Τουμάσης

Δεν έχω της αγάπης




Σύνθεση-Ερμηνεία: Νόρα Νασιμπιάν
Ποίηση: Παναγιώτης Τουμάσης

Verse Monkey!

Παλάτι χτίζω




Σύνθεση-Ερμηνεία: Νόρα Νασιμπιάν
Ποίηση: Παναγιώτης Τουμάσης

Verse Monkey!

Αντί για άρθρο

Φίλες και Φίλοι,

Σήμερα, αντί για το Άρθρο της Κυριακής, παραθέτουμε δυο ηλεκτρονικές διευθύνσεις όπου μπορείτε αν θέλετε να παρακολουθήσετε δυο τμήματα από τη χτεσινοβραδινή πρώτη εκπομπή μας στην Blog TV. Ακολουθήστε τους παρακάτω συνδέσμους με τη σειρά που τους δίνουμε, ώστε να δείτε το πρώτο και το δεύτερο μέρος αυτής της εκπομπής.

1. http://www.blogtv.com/Shows/1287810/Ze7DbuPtZ1FEZmZwbmR&pos=ancr
2. http://www.blogtv.com/Shows/1287810/date/Ze7DbuPtZ1FEZmZwbuR

Με εκτίμηση,
Verse Monkey!

Παρασκευή, Ιανουαρίου 15, 2010

Please release me, let me go...


«Σε παρακαλώ ελευθέρωσέ με, άφησέ με να φύγω,
αφού άλλο πια δε σ’ αγαπώ,
να χαραμίζεις τις ζωές μας θα ήταν αμαρτία,
ελευθέρωσέ με κι άφησέ με να ερωτευτώ ξανά.

Βρήκα μια καινούργια αγάπη, αγάπη μου
και πάντα θα τη θέλω κοντά μου,
τα χείλια της είναι ζεστά, ενώ τα δικά σου κρύα,
ελευθέρωσέ με, καλή μου, άφησέ με να φύγω»…

Φίλες και Φίλοι, παρατηρήστε πόσο λάθος κάνει ο σκηνοθέτης αυτού του κλιπ, όταν τοποθετεί τη βασική πρωταγωνίστρια να ξεφυλλίζει ένα βιβλίο… Νιώστε τι ήθελε πραγματικά να πει ο ποιητής αυτού του αριστουργήματος και πόσο έξω απ’ το νόημα κινείται ο σκηνοθέτης. «Her lips are warm, while yours are cold»… Ω, πόσο αδικούνται τέτοια ποιήματα, όταν κάποιος επαγγελματίας κάνει καλά τη δουλειά του! Μη βιαστείτε να μελοποιήσετε. Μην επιτρέψετε να διαφύγει, ούτε έστω λίγο – για χάρη του κέρδους φυσικά – η αληθινότητά σας.

Σημείωση: Η τελευταία - τρίτη στροφή - την οποία δεν μεταφράζουμε εδώ, είναι μεταγενέστερη και δεν γράφτηκε από τους τρεις δημιουργούς, Miller E., Williams D. και Yount R.

Verse Monkey!

Fields of gold - Eva Cassidy (μοντάζ)

Πέμπτη, Ιανουαρίου 14, 2010

Χάος στην Αϊτή


Καταστροφή φρικτή
Σε ένα πανέμορφο νησί
Σε ένα πρωί
Στην Αιτή

Χιλιάδες είναι οι νεκροί
Μα πιο νεκροί
Αυτοί που έζησαν εκεί
Και τριγυρνάνε στα ερείπια
Επί ξύλου κρεμάμενοι
Κρέμονται στο κενό
Περιμένοντας μάταια
Οποιαδήποτε βοήθεια από οποιονδήποτε
Περπατώντας στα συντρίμμια
Από τα οποία το μόνο που θα ξεπηδήσει
Είναι βία
Το χάος θα αρχίσει
Να χορεύει στα καλντερίμια
Και οι ευκατάστατοι θα ξανακτίσουν τα σπίτια τους που σχεδόν καταστράφηκαν
Ξυπνήστε
ακόμα και απέναντι στις θεομηνίες
δεν είμαστε ίσοι
ακόμα και απέναντι στον θάνατο
όμως κάποια μέρα
όπως το θέλει η φύση
για όλους μας
ο ήλιος αυτός θα δύσει.

Νεκτάριος Μπέσης

Τετάρτη, Ιανουαρίου 13, 2010

Αϊτή, Ιανουάριος 2010


Δυο αητόπουλα, δυο χρυσαητοί,
κινήσαν απ’ την Αϊτή,
να πάνε το μαντάτο,
σ’ όλου του κόσμου τις αχτές,
πως ο ήλιος δεν εβγήκε χτες
και τ’ άστρα πέσαν κάτω.

Φτάσαν στου Ουάσιγκτων τη γη
κι είχαν στα στήθια τους πληγή
και φύγαν για Λονδίνο
κι απ’ το Λονδίνο στο Καλαί,
με τις φτερούγες τους τις μπλε,
παντού σκορπώντας θρήνο.

Περάσαν κι απ’ τον Πειραιά,
πετώντας μόνοι κι αραιά
και ρίξαν το στεφάνι,
πλεγμένο μ’ άνθια των αγρών,
από τα χέρια κοριτσιών,
που η μάνα τους τα χάνει.

Παναγιώτης Θ. Τουμάσης

Δευτέρα, Ιανουαρίου 11, 2010

Αχιλλέας - Μεταξύ μύθου και πραγματικότητας


Γράφει ο συγγραφέας κ. Νίκος Μπατσικανής

Η απόφαση της εκστρατείας εναντίον της Τροίας, πάρθηκε αρκετά χρόνια νωρίτερα από την πραγματοποίησή της.

Η θεά Θέτιδα, γυναίκα του βασιλιά της Φθίας, Πηλέα, μητέρα του Αχιλλέα, ο οποίος, τότε, ήταν περίπου 15 ετών, πήγε το γιο της στη Σκύρο, όπου βασίλευε ο αδελφός της Λυκομήδης, που είχε μόνο κόρες. Ξέροντας πως το παιδί της δεν είναι αθάνατο, όπως η ίδια, αλλά τρωτό, έστω και στην φτέρνα, το σημείο απ’ όπου τον κρατούσε όταν τον είχε βαπτίσει στα νερά της Στύγας (Στυγός), φοβόταν πως στον πόλεμο θα κινδύνευε να σκοτωθεί και ήταν ο μονάκριβός της. Εκεί, τον έκρυψε μέσα στη βασιλική αυλή, ανάμεσα στις κόρες του, λέγοντας στο Λυκομήδη πως τον προορίζει για μελλοντικό γαμπρό του (στις βασιλικές οικογένειες συνηθίζεται γάμος μεταξύ συγγενών).

Στο σύζυγό της είχε πει πως τον άφησε εκεί, για να γνωριστεί με τις κοπέλες και να διαλέξει την καλύτερη. Ενώ, ζήτησε από τον αδελφό της να μη μάθει τίποτα ο γιος της για τον πόλεμο, γιατί η ίδια γνώριζε την αγάπη του στις πολεμικές τέχνες.

Στο παλάτι, ο Αχιλλέας ανατράφηκε μαζί με τις θυγατέρες του βασιλιά και συνδέθηκε ερωτικά με τη μία από αυτές, η οποία λεγόταν Δηιδάμεια. Από την ένωσή τους γεννήθηκε, αργότερα, μετά την αναχώρηση του Αχιλλέα από εκεί, ο γιος τους Νεοπτόλεμος, αυτός, δηλαδή, που «ανανεώνει τον πόλεμο», ή Πύρρος, που σήμαινε κοκκινομάλλης, έχοντας πάρει το χρώμα των μαλλιών της μητέρας του.

Από τη γενιά, δε, του Νεοπτόλεμου, απόγονος ήταν η μάνα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Ολυμπιάδα, κόρη του βασιλιά των Μολοσσών της Ηπείρου.

Ένα χρόνο πριν την εκστρατεία, έγινε γενική επιστράτευση όλων των Ελλήνων που ήταν πάνω από 18 ετών, όσο είχε φτάσει, πια, και ο Αχιλλέας, μα ο ήρωας ήταν άφαντος, και κανείς δε γνώριζε πού βρισκόταν. Οι φήμες τόν έφερναν στη Λοκρίδα, τόπο του στενού του φίλου, μα και συγγενή του, πρίγκιπα Πατρόκλου.

Έτσι, ο Αρχιστράτηγος των Ελλήνων Αγαμέμνονας ανέθεσε στο βασιλιά της Ιθάκης, τον πανούργο Οδυσσέα, να βρει τον Αχιλλέα, που από τα εφηβικά του χρόνια είχε ξεχωρίσει για τη ρώμη και την ομορφιά του.

Επί πλέον, ήταν γνωστό πως η αρματωσιά του είχε κατασκευαστεί από το θεό Ήφαιστο, κατόπιν παραγγελίας της Θέτιδας, ενώ τα βέλη, το κοντάρι και το σπαθί του ήταν πολύτιμα όπλα, στα δυνατά χέρια του, στον πόλεμο που θα γινόταν.

Ο Οδυσσέας, αφού περιπλανήθηκε στη Φθία και συγκέντρωσε πληροφορίες, κατέληξε στη Σκύρο. Εκεί, μεταμφιεσμένος σε πραματευτή, πουλούσε μεταξωτά υφάσματα, χτένες και γυναικεία διακοσμητικά (μπιζού). Φτάνοντας στο παλάτι, έτρεξαν οι κόρες του βασιλιά ν’ αγοράσουν διάφορα στολίδια. Τότε έβγαλε κι ένα σπαθί και το έδειχνε, αλλά κανένα κορίτσι δεν ενδιαφερόταν γι’ αυτό, εκτός από τον Αχιλλέα, ο οποίος, με λαχτάρα, έτρεξε και ζήτησε να το αγοράσει εκείνος. Αυτό ήταν. Η αποκάλυψη έγινε αμέσως, κι ο νεαρός πήγε, αρχικά, στη Φθία, απ’ όπου, με πενήντα καράβια έφτασε, μετά από τις αναγκαίες προετοιμασίες, λίγες μέρες μετά, στην Αυλίδα, για να φύγουν όλοι οι Έλληνες, μαζί, για την Τροία. Ο όρμος από τον οποίο σαλπάρισε ο ήρωας, ονομάζεται στην Σκύρο και σήμερα Αχίλλι.

Πριν την αναχώρηση, για το Ίλιον, ο αρχιστράτηγος Αγαμέμνονας, με το πρόσχημα πως θα τον παντρέψει με την κόρη του Ιφιγένεια, την έφερε στην Αυλίδα, αλλά, κρυφά από τη γυναίκα του και μάνα της Κλυταιμνήστρα, προσπάθησε να τη θυσιάσει (σύμφωνα με την εντολή του μάντη Κάλχα) στους θεούς, ώστε να τους εξευμενίσει, και να φυσήξει ούριος άνεμος για τα πανιά των Ελληνικών πλοίων (τραγωδία: «Ιφιγένεια εν Αυλίδι»). Η δυσμένεια των θεών οφείλονταν στο γεγονός πως ο βασιλιάς των Μυκηνών είχε σκοτώσει, παλαιότερα, στο κυνήγι, το αγαπημένο ελάφι της θεάς Άρτεμης. Στη διάρκεια της θυσίας, η θεά, βεβαιωμένη για τη μετάνοια του Αγαμέμνονα, γλίτωσε τη θυγατέρα του από το θάνατο, στέλνοντάς την να ζήσει στην Ταυρίδα (τραγωδία: «Ιφιγένεια εν Ταύροις»), όπου η νεαρή παρθένα διετέλεσε ιέρεια στο ναό της.

Το προηγούμενο γεγονός αποτελεί κομβικό σημείο για τον κύκλο: Τραγωδίες του Μύθου των Ατρειδών, δηλαδή, της γενιάς του Ατρέα, καθώς η σύζυγος του Αγαμέμνονα, βασίλισσα Κλυταιμνήστρα, δε συγχώρεσε ποτέ τον άντρα της για την απώλεια της κόρης της. Στη διάρκεια του Τρωικού πολέμου και της απουσίας του βασιλιά, εκείνη συνήψε ερωτική σχέση με τον αδελφό του Αίγισθο, και, με την επιστροφή του Αγαμέμνονα, τόν δολοφόνησαν, από κοινού. Ακολούθησε και το δικό της σκότωμα από τα παιδιά της (τραγωδίες: Ηλέκτρα, Ορέστης, Χοηφόρες, Ευμενίδες) και όσα τραγικά επιπλέον.

Ο άλλος σημαντικός κύκλος της Ελληνικής Τραγωδίας αφορά το Μύθο των Λαβδακιδών (Θήβα, Οιδίπους, Αντιγόνη, Ισμήνη, Επτά επί Θήβας). Μεμονωμένες τραγωδίες είναι: Μήδεια, Πέρσες, Τρωάδες κ.ά.

Ένα από τα στοιχεία του Αρχαίου Δράματος, αποτελεί το γεγονός ότι ποτέ δε γίνεται φόνος «επί σκηνής», ενώ γνωστά είναι και τα: «ο από μηχανής θεός» και η κάθαρση.

Οι τρεις μεγάλοι τραγικοί ποιητές μας (Αισχύλος, Σοφοκλής, Ευριπίδης) και ο Αριστοφάνης, στην Κωμωδία, άφησαν διαχρονική και Οικουμενική κληρονομιά, στην Ανθρωπότητα, τα έργα τους. Σε αυτά, πρώτοι, στον Κόσμο, καταπιάστηκαν με μεγάλα θέματα (έρωτα, θάνατο, ανθρώπινες σχέσεις, πόλεμο, ειρήνη κ.λπ.), ενώ έμειναν παγκοσμίως γνωστά: το «Οιδιπόδειο σύμπλεγμα», που αφορά τη σχέση πατέρα – κόρης (Οιδίποδας - Αντιγόνη), αλλά στις τραγωδίες τους πρωτοπαρουσιάστηκε και αυτό μητέρας – γιου (Κλυταιμνήστρα - Ορέστης).

Κυριακή, Ιανουαρίου 10, 2010

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ - Σημεία των καιρών

Γράφει ο Παναγιώτης Θ. Τουμάσης

Κάθε καιρός έχει τα δικά του σημεία. Σήμερα, την κοινωνία μας την απασχολούν θέματα όπως η λαθρομετανάστευση, η οικονομική κρίση και η τρομοκρατία. Σε προηγούμενες εποχές ήταν άλλα. Τα μπουντρούμια της Ε.Σ.Α. στη Δικτατορία, η πείνα στην Κατοχή, οι βαλκανικοί πόλεμοι παλιότερα και φτάνουμε στις πυργωμένες πόλεις του Μεσαίωνα, που επικρατούσε μια άκρατη θρησκοληψία, η οποία μύρια βάσανα επέφερε στους ανήσυχους τότε νόες.

Φαίνεται, είναι η μοίρα του ανθρώπου να μην χαίρεται την ομορφιά της φύσης γύρω. Όλα τού φταίνε και τρώγεται με τα ρούχα του. Για δείτε, τώρα: Ο λαθρομετανάστης αντιμετωπίζεται σαν εχθρός! Τρέμουμε, η θρησκεία του να μην είναι διαφορετική απ’ τη δική μας. Θυμώνουμε με τη μαντήλα που φορεί στο κεφάλι του. Αρνιόμαστε να δώσουμε την ελληνική ιθαγένεια στα παιδιά του, παρόλο που αυτά έχουν γεννηθεί και ζήσει όλη τη ζωή τους εδώ. Τα απελαύνουμε με την ενηλικίωσή τους, σε προορισμούς που τα ίδια δεν γνωρίζουν· δεν γνώρισαν ποτέ τους. Καταδικασμένα να θεωρούνται λαθρομετανάστες σ’ όλη τη γη.

Το πρόβλημα ξεκινά από εκεί που εμείς δεν ξεκινάμε. Απ’ το αρχικό ερώτημα αν επιθυμούμε την απόλυτη φυλετική καθαρότητα – μια καθαρότητα που λάτρεψε και ο Χίτλερ – ή δεχόμαστε τη συνύπαρξη όλων των φυλών, ανεξαρτήτως τόπων και εντοπιοτήτων. Κι αν δεχτούμε το δεύτερο, τότε πρέπει να ανοίξουν αφενός τα σύνορά μας και να εμπλουτίσουμε το έμψυχο δυναμικό μας με τον αυτόβουλα προσερχόμενο πληθυσμιακό πλούτο, κι απ’ την άλλη τούτο δεν πρέπει να γίνει άκριτα. Είναι απαραίτητο να χαλυβδωθούν οι νόμοι μας, προκειμένου να επιτευχθεί η απρόσκοπτη συμβίωση όλων των φυλών στη χώρα μας. Άλλωστε – και είναι ιστορικά παρατηρημένο – αργά ή γρήγορα, άπαντες θα αφομοιωθούν από το ισχυρό ανά τους αιώνες ελληνικό στοιχείο.

Και ακόμα-ακόμα, υπάρχει η οικονομική κρίση που μαστίζει όλη την Ευρώπη. Η πλήρης ευρωπαϊκή αφομοίωση του μεταναστευτικού ρεύματος, η ένταξή τους στο γενικότερο γρανάζι της οικονομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα αποτελέσει αιτία για τις χώρες απ’ τις οποίες οι λαθρομετανάστες προέρχονται να μην στέλνουν πια το «υπερπολύτιμο φορτίο» τους. Να το κρατήσουν και να το εκμεταλλευτούν οι ίδιες. Και, κοιτάξτε επίσης: Ήρθαν οι ελεγκτές της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να μάς κάνουν έλεγχο!

Μα, οι χώρες τους, μαστίζονται απ’ την κακοκαιρία. Ψύχος και παγετός στη Γαλλία, στην Αγγλία, στη Γερμανία. Πάνε τα λεμόνια τους, τα εσπεριδοειδή τους, πάνε όλα τα εν αναπτύξει αγροτικά τους προϊόντα. Στην Ελλάδα, από καθαρή τύχη – λένε οι μετεωρολόγοι – , δε μας άγγιξε το φαινόμενο. Τι ελέγχουν οι ελεγκτές; Αύριο θα εξαρτώνται απ’ τη δική μας παραγωγή. Κι αν η κυβέρνησή μας δεν ήταν τόσο φοβισμένη, θα «κρατούσε καλύτερα τα μπόσικα». Και θα περνούσε και στην αντεπίθεση. Βαριά βιομηχανία στην Ελλάδα. Αναδασμός γης για τους αγρότες, με τον όρο να παράγουν απαραίτητα κάποια μεγέθη. (Εδώ μιλάμε για παραχώρηση των τεράστιων εγκαταλελειμμένων εκτάσεων της ελληνικής υπαίθρου).

Και βάζουν τους πολίτες να συλλέγουν αποδείξεις. Και δελεάζουν με μπόνους και αφορολόγητα. Αντί να τους εξωθούν ν’ ανοίξουν τη δική τους επιχείρηση και να τους χρηματοδοτούν προς τούτο. Κλειστή, σφιχτή πολιτική, που θα γεράσει πριν ενηλικιωθεί και θα πεθάνει πριν τη δούμε. Και το Εθνικό Σύστημα Υγείας να στέλνει πεσκέσι στο χάροντα επώνυμους και ανώνυμους. Ο Νίκος Κακαουνάκης, ο Χριστόδουλος, ο ξάδερφος της μάνας μου. Όλοι αδιακρίτως στο ίδιο τσουβάλι. Τα ίδια ιατρικά λάθη τούς έστειλαν στον άλλο κόσμο.

Τέλος, η τρομοκρατία. Σημείο των καιρών μας κι αυτή… Χτες, στις οχτώ η ώρα το βράδυ, έσκασε βόμβα πλάι στη σκοπιά του Άγνωστου Στρατιώτη, στο Σύνταγμα. Νωρίς το πρωί, έγραψα ένα μήνυμα στο ραδιόφωνο – και διαβάστηκε στην εκπομπή του κ. Γιάννη Παπαγιάννη, στον Real FM, 97,8 – το οποίο επί λέξει λέει τα εξής: «Το γεγονός ότι οι τρομοκράτες δεν απειλούν ανθρώπινες ζωές και γενικά δεν στρέφονται εναντίον ανθρώπινων στόχων, με ικανοποιεί ιδιαιτέρως. Και πείθομαι όλο και πιο πολύ ότι δεν είναι τρελοί ούτε απάνθρωποι. Αν συνεχίσουν να δρουν έτσι προσεκτικά, τότε δηλώνω πως θα σταθώ με ιδιαίτερο ενδιαφέρον πάνω στα επιχειρήματά τους και θα προσπαθήσω, μέσω των ιστολογίων μου, να προσεγγίσω το σκεπτικό τους. Επίσης, αρκετά άρθρα μου θα τα διοχετεύσω και σε μεγάλα ιστολόγια, όπως το Fimotro, με τα οποία στο παρελθόν έχω συνεργαστεί. Όλα αυτά, υπό τον όρο ότι οι αποκαλούμενοι σήμερα "τρομοκράτες", θα αποδείξουν ότι είναι επαναστάτες και σέβονται απόλυτα την ανθρώπινη ζωή ακόμη και των εχθρών τους».

Δεν έχω τίποτα περισσότερο να προσθέσω…

Παρασκευή, Ιανουαρίου 08, 2010

Μες στον οντά


Μες στον οντά, π’ όλο κεντά
και π’ όλο πλέκει νήματα,
στέλνει τη σκέψη της κοντά
κι ένα μπουκέτο ποιήματα.

Τα ποιήματά της στο χαρτί
κι η σκέψη της ξετύλιχτη,
μια Κυριακή, κοντή γιορτή
και μια Δευτέρα αμείλιχτη.

Είναι λωλή και το φιλί,
δεν το χαρίζει σ’ άλλονε,
μόν’ σ’ έναν ξένο, στην αυλή
κι η μάνα της τη μάλωνε.

Κι η μάνα της κρατεί κλειδί
και την κλειδώνει μην τον δει
και τη σφαλνά κι αυτή σπαρνά,
στο φως εκεί, το σκοταδί.

Κι ένα πουλί, παρακαλεί,
να τού πηγαίνει γράμματα
και το πουλί πικρολαλεί
και την κοιτάει κατάματα:

«Θα σύρω μια, θα σύρω δυο,
θα σύρω τρεις για να τον διω,
μετά τραβά γι’ ανατολή,
καινούργια αγάπη τον καλεί».

Του Παναγιώτη Θ. Τουμάση

Πέμπτη, Ιανουαρίου 07, 2010

Ροβεσπιέρος

Λευκό σεντόνι τον εσκέπαζε ως απάνου,
να μην εγγίζεται απ’ το φέγγος της ημέρος,
τον όχλο σκεύονταν απόξω, του δρεπάνου,
της εκτελέσεως το αψηλωμένο μέρος.

Ωχρή κερκίς, η εθνόλαλη, του ομιλητηρίου,
που υψηλώς εφέροντο του αγώνος οι μαστόροι,
των γηρασμένων κεφαλών μέλη του Συμβουλίου,
του καθημού το αστικόν φορούν επανωφόρι.

Κλαδί της κυριότητος στο χέρι του βαστάγει,
μισόνε τον εκάλυπτε το μάκρος του μανδύος,
τον Όρκο του Σφαιριστηριού ακούνητος κοιτάγει
κι ο φοβισμός, του εμαύριζε όσα ήξερε επιγείως.

Σχισμένο υποκάμισο φορεί, όπως κι οι άλλοι,
οι μοναχοί των πόλεων, του πλήθους οι εσπρωγμένοι,
της νεαράς λευκάνσεως πολιτικόν κεφάλι,
που ο λόγος του συγκρούσθηκε με τάξιν ταγισμένη.

Και ρόδιζε τ’ απόγευμα της μαύρης Θερμιδόρου,
που τη δημόσια αντίκρισε κλίνη του εξαπλωτήρος,
χέρια πολίτου τον βαστούν με σκούφια προφεσόρου
και η λεπίς κατέπεσεν του λαϊκού κοπτήρος.

Του Χρήστου Χ. Θεοφιλάτου

(Από τη συλλογή Διηγημάτων, του Χρήστου Χ. Θεοφιλάτου, "Καφές με θέα στην Κόλαση").

Αν βιάστηκες που έφυγες


Αν βιάστηκες που έφυγες στα σκοτεινά τα ξένα,
αφήνοντας μονάχους μας, παιδιά, εγγόνια, εμένα,
σε συγχωρώ, Αγάπη μου, για ένα λόγο μόνο,
’τι πρώτος τ’ αγγελούδι μας, που βύθισε στον πόνο
όλους μας, όταν μίσεψε, θα ανταμώσεις τώρα
στα μονοπάτια τ’ ουρανού, από την πρώτη ώρα.
Να πεις στον Αντωνάκη μας τον αγαπάμε ακόμα,
κάθε λεπτό, κάθε στιγμή, κι ας είναι μες το χώμα.
Για μας θα είναι ζωντανός, ανάμεσά μας πάντα,
ολάνθιστο, ξεχωριστό λουλούδι στη βεράντα.
Φιλιά τού στέλνω αμέτρητα, χάδια που τα στερήθη
στον κόρφο μου τον τραγουδώ, λες και γλυκά κοιμήθη.
Όλα τα άνθη του Μαγιού, φρούτα ’π’ το καλοκαίρι,
και των πουλιών κελάηδισμα, το πιόμορφο αστέρι,
να κάνει του Παράδεισου τη στράτα ασημένια,
παρηγοριά μου θάχω εγώ, μοναδική μου έννοια,
να σας φωτίζει και τους δυο Ανάστασης το θάμα,
σεργιάνι όταν βγαίνετε με το Χριστό αντάμα.
Αγκαλιασμένοι να ’στε κει πατέρας - παλικάρι,
με τάμα ζήτησα κρυφά στης Παναγιάς τη χάρη.

Του Νίκου Μπατσικανή

Τρίτη, Ιανουαρίου 05, 2010

Καλημέρα


Απλά λόγια, καθημερινά της γράφω,
με ένα bic στυλό τα υπογράφω
Την καλημέρα μου, στο κομοδίνο,
μ’ ένα φιλί αφήνω.

Πριν φύγω, τα παιδιά, στο μέτωπο χαϊδεύω
και τα χαζεύω…
της κάθε μέρας μου, πηγή ζωής
θες να την πιεις…

και να...
Την μοιράζεται αυτόματα με όλους,
ονειροπόλους...
όπως κοιτάς τους άλλους, η ψυχή χαμογελάει
ζωή σκορπάει.

Του Δημήτρη Ζ. (Blog)

_______________________________________
Κάτι που σπάνια κάνω…. Ξαναδημιουργώ παλαιότερο ποίημα μου!

Αυτό εδώ δηλαδή...
http://versemonkey.blogspot.com/2009/07/blog-post_6748.html

ΥΓ.:
To
http://versemonkey.blogspot.com/2009/07/blog-post_6230.html
Έγινε τραγούδι... Απόλαυσέ το!
http://www.youtube.com/watch?v=SWglbw8HU_I

Σταγόνες δακρύων


Ρόδι που έσπασε στην αλλαγή του χρόνου.
Τον Αύγουστο πληγώθηκα, χειμώνα έχώ του πόνου.

Την πόρτα χτύπησες και σκόρπισες την μέρα
Το όχι που πες, αντίο ήταν, πλοίο που σάλπαρε Δευτέρα.

Ουρανέ, του ονείρου σκέπη, γιατί τα σύννεφα ζηλεύω.
Πές μου να μάθω.

Κι όταν θυμώνεις σιωπηλά, γκρίζος σαν γίνεις, σκοτεινός
τους στίχους πλάθω…

Οι όμορφοι στίχοι πως πονάνε, κάθε που βρέχεις
Καλά να πάθω…

Σταγόνες δακρύων, χάνονται σαν ξημερώσει….

Του Δημήτρη Ζ. (Blog)

Δευτέρα, Ιανουαρίου 04, 2010

Village Park


Πάρκο το ψυχαγωγικό, στο δρόμο της Νικαίας,
με την απάνω γυάλινη πολυκαφετερία,
με τρούλο φωταγωγικό, λαϊκού σταθμού κεραία,
φτιασίδι στην εργατική του Πειραιώς γωνία.

Των Ηνωμένων Αιθουσών η σκοτεινιά περνούσε,
και πέρα απ’ τα όρια τα Αθηναϊκά,
ο κόσμος ο νεανικός έδειχνε να χωρούσε,
στου μέλλοντος τα στέγαστρα, τα επαρχιακά.

Του Χρήστου Χ. Θεοφιλάτου

(Από τη συλλογή Διηγημάτων του Χρήστου Χ. Θεοφιλάτου, "Καφές με θέα στην Κόλαση").

Κυριακή, Ιανουαρίου 03, 2010

U2



Γράφει ο Χρήστος Χ. Θεοφιλάτος

Αναρωτιέμαι πόσο άδεια ζωή πρέπει να ’χει κάποιος, για ν’ αγοράζει εισιτήρια ένα χρόνο πριν απ’ τη συναυλία που ΘΑ γίνει. Ήταν οι U2, σε ζωντανή μετάδοση από την Πύλη του Βρανδεμβούργου. Ο ήχος τους, έμοιαζε με γαλήνια πτήση σε αεροπλάνο της Λουφτχάνσα. Έτσι απόλυτα καταξιωμένοι όπως ήταν και με τόση απήχηση, ήταν να απορείς που δεν είχαν ακόμα σιχαθεί τους εαυτούς τους και αυτό που έκαναν.

Η εποχή των μεγάλων συγκροτημάτων είχε τελειώσει κι έτσι η μουσική βιομηχανία παρέδωσε τη σκυτάλη σ’ αυτούς, που σαν καλά παιδιά σεβάστηκαν τον νέο ήχο και την άκακη στιχουργία που δεν τα βάζει με κανέναν. Υμνούσαν τον Νέο Κόσμο και αυτός τους το ανταπέδιδε. Οι Asia ξεπεράστηκαν ως παρωχημένοι· οι Barclay James Harvest αφέθηκαν να πεθάνουν ήσυχα στις ερημιές, ως απολιθώματα της ροκ.

Το μέλλον ήταν οι U2. Η μουσική τους ήταν σαν μακρύ χέσιμο στους αιθέρες. Ένα συνεχές άδειασμα και τίποτ’ άλλο. Δεν ξέρω αν είχαν ποτέ κάτι αθώο πάνω τους, πάντως ό,τι κι αν είχαν, ΠΑΕΙ, είχε πια χαθεί σ’ έναν ωκεανό άκριτης αποδοχής και αδικαιολόγητων προπωλήσεων εισιτηρίων, ένα χρόνο πριν να εμφανιστούν.