Παρασκευή, Οκτωβρίου 17, 2014

Την είδα κάποτε στη Σμύρνη


Την είδα κάποτε στη Σμύρνη,
μπρος στον κατακτητή τον ψεύτη,
από την κόλαση την πύρ’νη
στην άγρια θάλασσα να πέφτει.

Την είδα πάλι στο Νταχάου,
μέσα σε φούρνους αερίων,
να λιώνει το κορμί της, «άου»,
για αισχύνη αιώνια των Αρίων.

Την είδα στη Γιουγκοσλαβία,
με κάποιον άντρα να ’ναι ταίρι
κι η γέφυρα να σπάει με βία,
που τη διασχίζαν χέρι-χέρι.

Την είδα, πιο μετά, στη Γάζα,
πλάι στο νεκρό παιδί της, το ένα,
κι όλα της, όλα, τα μπαγάζα,
σχολειού τετράδια ματωμένα.

Την είδα σήμερα, πριν λίγο,
εδώ πιο κάτω, που ’ν’ οι κάδοι,
τροφή να ψάχνει… Είπα να φύγω,
με την φτωχιά ψυχή ρημάδι.

Είναι πανέμορφη, το ξέρεις;
Έχει την όψη των Αγγέλων.
Σκληρή μητριά της είναι η Έρις,
αλλού θα εμφανιστεί στο μέλλον.

© Π.Θ.Τουμάσης

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Millennium


Το μέγα έφευγε βαπόρι του αιώνος ,
Κι οι χρόνοι μηδενίζουνταν πολύ προστιθεμένοι
Φιλιούνταν οι εβρισκόμενοι στη σάλα του χειμώνος
Σε τραπεζάκια στρόγγυλα οι παλαιά ντυμένοι.

Του χορευτού η κίνησις του ναρκισσευομένου
Με δίωκε, και των εορτών, το κοσμικόν ταβάνι
Ο χρόνος ο κινήτορας μας πήρε του επομένου
Κι η ντάμα που με ζύγωσε τη μάσκα της δε βγάνει.

Ο δρόμος ο Κιφησαϊκός στην αίγλη οδηγούσε
Σε βίλα μεγαλόφωτη αγνώστου ηγεμόνος
Μισού δαιμόνου η προσωπίς που ο μασκαράς φορούσε
Με νύχτα που ‘ναι αρχόμενη αναμετριέμαι μόνος.

© Χρήστος Χ. Θεοφιλάτος

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Πέμπτη, Οκτωβρίου 16, 2014

Το αφιέρωμα στον Άκη Πάνου συνεχίζεται στη Realnews την Κυριακή

Φωτό: Enikos.gr

Εμείς εδώ θα σταματήσουμε… Περισσότερα τραγούδια του μεγάλου αυτού έλληνα δημιουργού, του Άκη Πάνου, μπορείτε να απολαύσετε μέσα στο τριπλό CD των επιτυχιών του που κυκλοφορεί την ερχόμενη Κυριακή, 19 Οκτωβρίου, με την εφημερίδα Realnews.

Πόσα, αλήθεια, θα έπρεπε να γραφτούν και δεν έχουν γραφτεί, για έναν άνθρωπο που προδόθηκε από τη μοίρα στα τελευταία του χρόνια και γνώρισε τη σκληρότητα της φυλακής (και των ανθρώπων), ενώ ταυτόχρονα αποτέλεσε ακούσιο – και όχι εν γνώσει του σε πλήθος των περιπτώσεων – μέσον ορισμένων για την ανάδειξή τους και τον πλουτισμό τους.

Εμείς θα σταθούμε μόνο στον εφιάλτη της εισβολής ενός ανθρώπου μέσα στο ίδιο του το σπίτι, άσχετα αν αυτός ήταν ο νόμιμος σύζυγος της κόρης του. Στο τι είχε προηγηθεί ψυχολογικά και πραγματικά, τι φόβος επικρατούσε στην οικογένεια, τι δυνατά συναισθήματα, πόσο αυτά είχαν μεταφραστεί σωστά ή λάθος στο ταραγμένο του μυαλό εκείνες τις μαύρες ώρες… Κατόπιν, το δικαστήριο, η αναλγησία (ίσως) κάποιου δικαστή, η αγνωσία για το ποιον δίκαζαν, ποιον είχαν μπροστά τους και, το κυριότερο, η αδιαφορία τους περί του ιδιόρρυθμου χαρακτήρα του που μεταφράστηκε γι’ αυτούς σε …προκλητικότητα.

Όλα αυτά μαζί, σε συνδυασμό με εκείνο το τρυφερό τραγούδι που έγραψε όταν γεννήθηκε η κόρη του, το «Ο κόσμος ο δικός σου», συνθέτουν το μωσαϊκό της Τραγικής Ειρωνείας που τού επεφύλασσε η ζωή στο τέλος.

Τέλος…

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Δε θέλω τη συμπόνια κανενός

Δείτε λίγο πιο βαθιά αυτή τη φωτογραφία, να καταλάβετε κάτι που δεν μας επιτρέπεται να το πούμε. Κι όταν λέμε «βαθιά», δεν εννοούμε παραμέσα, ε;

Δε θέλω την συμπόνια κανενός
τον έζησα τον κόσμο και τον είδα
είν’ η καρδιά μου μαύρος ουρανός
που κρύβει κεραυνούς και καταιγίδα.

Την ώρα που ξεχείλισε ο πόνος
την ώρα που με πνίγει ο καημός
αυτήν την ώρα θέλω να ’μαι μόνος
δε θέλω την συμπόνια κανενός.

Με της αχαριστίας το νερό
πόσες φορές δε μου ’βρεξαν τα χείλη
ακόμα κι η γυναίκα π’ αγαπώ
ακόμα κι οι καλύτεροι μου φίλοι.

Άκης Πάνου

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Βίκυ Μοσχολιού - Άκης Πάνου: Θα κλείσω τα μάτια (δεύτερη μορφή, του 1971)


Ωραίοι στίχοι ξανά! Ίσως καλύτεροι από την πρώτη μορφή... Ιδού, λοιπόν, πώς η ποίηση μπορεί να ανθεί και μέσα από αγκάθια. (Ή μήπως το «και» είναι καταχρηστικό;).

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Σερ Μπιθί - Άκης Πάνου: Θα κλείσω τα μάτια (πρώτη μορφή, του 1967)


Το ποίημα αυτό του Άκη Πάνου λογοκρίθηκε από τη Χούντα των Συνταγματαρχών και απαγορεύτηκε η κυκλοφορία του δίσκου του Γρηγόρη Μπιθικώτση που το περιείχε. Το τραγούδι ξαναγράφτηκε τέσσερα χρόνια αργότερα από τον ίδιο τον Άκη Πάνου με καινούργιο στίχο, ερωτικό. Εδώ το βλέπουμε στην αρχική του μορφή, τη μορφή που ενόχλησε...

Τον έρωτα φαρμάκωσε η μιζέρια,
κομμάτιασε η φτώχεια την καρδιά,
δεν ήρθανε για μας τα καλοκαίρια
και έγινε η ζωή, τόσο βαριά.

Θα κλείσω τα μάτια, θ' απλώσω τα χέρια,
μακριά από τη φτώχεια, μακριά απ' τη μιζέρια,
Θα πάρω τη στράτα κι εγώ, τη μεγάλη,
θα κλείσω τα μάτια και όπου με βγάλει.

Που να βρεθεί ντροπή να με κρατήσει,
στη λάσπη και στην ξύλινη σκεπή,
τη φτώχεια που μας έχει γονατίσει
τη νιώθω μεγαλύτερη ντροπή.

Άκης Πάνου

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Δεν κλαίω για τώρα

Σκηνή από την ταινία του βωβού κινηματογράφου, «Αποχαιρετισμός στα Όπλα» (1932), το οποίο ήταν βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Έρνεστ Χεμιγουέι. Εδώ βλέπουμε τον Έρνι και την Κατερίνα τη στιγμή του αποχωρισμού τους.

Δεν κλαίω που φεύγεις
δεν κλαίω για τώρα
δεν κλαίω την ώρα
του αποχωρισμού
Κλαίω την ώρα του γυρισμού
κλαίω την ώρα του σπαραγμού
κλαίω για την ώρα που δε θα `χω πια
ψυχή να σου πω σ’ αγαπώ.

Δεν είναι από ζήλεια
που σφίγγω τα χείλια
και κλαίω μπροστά σου
χωρίς να ντραπώ
Κλαίω την ώρα του γυρισμού
με τα σημάδια του χαλασμού
κλαίω για την ώρα που δε θα `χω πια
ψυχή να σου πω σ’ αγαπώ.

Άκης Πάνου

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Ζανέτ Καπούγια - Άκης Πάνου: Ο κόσμος ο δικός σου


«Εδώ τελειώνει για μένα το ταξίδι, ενώ για σένα αρχίζει από εδώ»...

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Στέλιος Καζαντζίδης - Άκης Πάνου: Η ζωή μου όλη


Η ζωή είναι πράγματι σαν ένα τσιγάρο. Κάποιοι το φουμάρουμε ως το τέλος. Μα το τέλος είναι τέλος κι αυτό δεν αλλάζει.

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Βίκυ Μοσχολιού - Άκης Πάνου: Πήρα απ' το χέρι σου νερό


«Πήρα απ' το χέρι σου νερό, να το ξεχάσω δεν μπορώ, ακόμα κι αν θα στερηθώ την αγκαλιά σου». Γνωρίσαμε άραγε πολλούς προβεβλημένους ποιητές μας να έχουν γράψει τέτοιο στίχο; Ο Άκης Πάνου σαΐτευε κατευθείαν στις καρδιές των ανθρώπων. Πράγμα που μόνο τα δημοτικά μας τραγούδια έκαναν παλιά.

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Όταν σημάνει η ώρα


Ξέρω
πως θα φύγεις μακριά μου
Μέσα από την αγκαλιά μου
Θα πετάξεις σαν πουλί.

Ξέρω
πως θα κλάψουμε κι οι δυο
Στο πικρότερο αντίο
Στο πικρότερο φιλί.

Κι όταν σημάνει η ώρα
Τότε καρδιά μου χρυσή
τη μεγαλύτερη μπόρα
Θα την περάσεις εσύ.

Στάλα
δε με ρώτησες μια στάλα
Αν χωράν μαζί με τ’ άλλα
Τα φαρμάκια τούτα δω.

Πίσω
πότε θα γυρίσεις πίσω
Πόσες νύχτες θα μετρήσω
Ώσπου να σε ξαναδώ.

Άκης Πάνου

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Ο κόσμος ο δικός σου


Πώς να μαντέψω πως πρέπει να βαδίσεις
Πώς να σου μάθω πως πρέπει να κοιτάς
Δεν έχω ζήσει στον κόσμο που θα ζήσεις
Δεν περπατούσα εκεί που θα πατάς.

Σ’ αυτά που είδα, σ’ αυτά που έχω περάσει
πολλά τα λάθη και λίγα τα σωστά
Και είσαι του κόσμου, που κάποτε θα φτάσει
από το χρόνο να τρέχει πιο μπροστά.

Πως θa ’ναι αλήθεια ο κόσμος ο δικός σου
Η φαντασία δεν φτάνει να το δω
Εδώ τελειώνει για μένα το ταξίδι
Ενώ για σένα αρχίζει από δω.

Άκης Πάνου

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Άκης Πάνου


Ο Άκης (Αθανάσιος-Δημήτριος) Πάνου (15 Δεκεμβρίου 1933, Καλλιθέα-7 Απριλίου 2000, Αθήνα), είναι ένας απ’ τους σημαντικότερους Έλληνες τραγουδοποιούς. Εμείς εδώ στο Verse Monkey!, στο σημερινό μας αφιέρωμα τον επιλέξαμε ως ποιητή, γιατί πιστεύουμε ότι, ουσιαστικά, ποιητής ήταν ο Άκης Πάνου.

Βιογραφικά στοιχεία από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Γεννήθηκε στις 15/12/1933 στην Αθήνα στου Χαροκόπου και ήταν ο τρίτος από τα έξι παιδιά της οικογένειας. Ο πατέρας του Στέφανος Πάνου εργαζόταν ως διαχειριστής της βασιλικής φρουράς και η μητέρα του Ελευθερία Σακελλαριάδη ασχολείτο με τα οικιακά. Μεγάλωσε σε γειτονιά με πολλούς πρόσφυγες και από μικρό παιδί έζησε μέσα στη μουσική, στους κεμετζέδες και στα τραγούδια των Ποντίων. Απέκτησε ακούσματα από τα ρεμπέτικα που ήταν διάχυτα παντού στην περιοχή αλλά και από τον αδελφό της Μητέρας του Περικλή Σακελλαριάδη που έπαιζε κλασική κιθάρα. Μέσα στα δύσκολα χρόνια της κατοχής προσπαθεί να επιβιώσει πουλώντας τσιγάρα και κάνοντας διάφορες δουλείες ενώ παράλληλα μυείται από τον μεγαλύτερο αδελφό του Ευάγγελο και τον φίλο του Λευτέρη Ευσταθιάδη στον κόσμο της μουσικής και των οργάνων. Από εννέα ετών ξεκινάει να παίζει μαντολίνο και κιθάρα και την άνοιξη του 1947 γνωρίζεται με τον Γιάννη Σταματίου (Σπόρος), μαζί του κάνει την πρώτη του επαγγελματική εμφάνιση στην ταβέρνα του Σιλιβάνη στο Κουκάκι με αμοιβή το όποιο φιλοδώρημα των πελατών και ένα πιάτο φαγητό. Το 1948 ανεβαίνει ως ταλέντο στο Αλκαζάρ, στη Φρεγάδα του Λάσκου και παίζει κιθάρα μαζί με τον αδελφό του ενώ η αδελφή του τραγουδάει και αργότερα σμίγει με τον φίλο του τον Λευτέρη και μαζί παίζουν στα πάρτι και στους χορούς. Εκείνη την εποχή γνωρίζεται με τον Νίκο Καρανικόλα τον Κώστα Σιμόπουλο και τον Ορφέα Κρεούζη και μαζί παίζουν σε διάφορα μέρη της Αθήνας και της επαρχίας. Για μια περίπου δεκαετία ο Άκης Πάνου αρχίζει την περιπλάνηση του με όλους τους καλλιτέχνες της εποχής σε διάφορα κέντρα, ενδεικτικά αναφέρουμε τους Γιώργο Τσιμπίδη, Αντώνη Μουστάκα, Γιώργο Χατζηδάκη, Βαγγέλη Νταράλα, Σεβάς Χανούμ, Σταύρο Τζουανάκο, Κώστα Παπαδόπουλο, Βούλα Γκίκα και πολλούς άλλους. Το 1957-58 παίζει στο κέντρο «Απόψε φίλα με» του Χρήστου Κολοκοτρώνη όπου τα ονόματα του μαγαζιού είναι η Σωτηρία Μπέλλου, ο Καραπατάκης και ο Μανώλης Αγγελόπουλος. Το τελευταίο κέντρο που εμφανίζεται είναι «ο Θείος» το 1958.

Έργο-Συνεργασίες

Ο Άκης Πάνου μπήκε στην δισκογραφία το 1958 με τα τραγούδια: «Το παιδί μου απόψε πίνει» με την Καίτη Γκρέυ και «Μια βραδιά καταραμένη» με την Δούκισσα, σε στίχους Χρήστου Κολοκοτρώνη. Ακολουθούν αρκετές επιτυχίες μεταξύ των οποίων το «Ξημέρωσε καλή μου» (1964) και «Καρδιά μου μην παραπονιέσαι» (1964). Το 1967 ο δημιουργός λογοκρίνεται για τους στίχους του «Θα κλείσω τα μάτια» τραγούδι που θα κυκλοφορήσει αργότερα με διαφορετικούς στίχους. Παρόλα αυτά είναι μια πολύ παραγωγική χρονιά γράφοντας μεταξύ άλλων το «Η πιο μεγάλη ώρα», «Μοίρα μου γιατί μ’ αφήνεις», «Ρολόι κομπολόι», «Είδα τα μάτια σου κλαμμένα» κα. Η περίοδος 1968-69 είναι γεμάτη επιτυχίες όπως το «Δεν θέλω την συμπόνια κανενός», «Όταν σημάνει η ώρα», «Γιατί καλέ γειτόνισσα», «Και τι δεν κάνω», «Πήρα απ’ το χέρι σου νερό», «Του κόσμου το περίγελο», «Ούτε αχ δεν θα πω» κα. Ο μουσικοσυνθέτης συνεχίζει με σπουδαία τραγούδια όπως το «Δεν κλαίω για τώρα» (1970), «Δώσ’ μου να πιώ» (1970), «Κοίτα με στα μάτια» (1971), «Πυρετός» (1971), «Να είχα το κουράγιο» (1971), «Εγώ καλά σου τα ’λεγα» (1971), «Πρέπει» (1972), « Ήταν ψεύτικα» (1972), «Στο σταθμό του Μονάχου» (1972), «Τα όνειρα χτίζονται» (1973), «Το θολωμένο μου μυαλό» (1973), «Άντε να περάσει η μέρα» (1973), «Οι μισοί καλοί» (1973), «Μίσος» (1974), «Η ζωή μου όλη» (1974), «Και τότε» (1974) κα. Το 1977 κυκλοφορεί ο προσωπικός του δίσκος «Παρών» με ερμηνευτή τον Μανώλη Μητσιά και από αυτή τη συνεργασία ξεχωρίζει «Ο Τρελλός». Την επόμενη χρονιά (1978) ξεχωρίζει το τραγούδι «Μολόγατα» από τον δίσκο «Σεισμός» με ερμηνευτή τον Μιχάλη Μενιδιάτη. Το 1982 ηχογραφεί τον δίσκο «Θέλω να τα πώ». Είναι η περίοδος που ο Άκης Πάνου συμμετέχει στην συντακτική ομάδα του περιοδικού «Ντέφι» μαχόμενος για τα πιστεύω του. Αργότερα αποχωρεί.

Το 1985 ο Άκης Πάνου θα κάνει κάτι μοναδικό για τα παγκόσμια δεδομένα. Θα κυκλοφορήσει ένα δισκάκι 45 στροφών με τον τίτλο "ΑΚΗΣ ΠΑΝΟΥ 100% ΠΡΟΒΑ" και θα συμπεριλάβει σε αυτό δυο τραγούδια του, το «Πες μου Παππού» και το «Πριν, τώρα, πάντα» τα οποία ηχογράφησε και ερμήνευσε μόνος του, παίζοντας την μουσική με όργανα που κατασκεύασε ο ίδιος. (ο μεγάλος δημιουργός Μανώλης Ρασούλης έλεγε ότι πρέπει να μοιράζεται στους τουρίστες δωρεάν ως δείγμα πολιτισμού).

Το 1989 μετά από την παρότρυνση φίλων του αποφασίζει να επιστρέψει στο πάλκο σε κοινές εμφανίσεις με τον Μανώλη Ρασούλη στο κέντρο «Επειγόντως» του Βασίλη Σαλούστρου στην Κυψέλη. Έπειτα ξεκινάει εμφανίσεις σε διάφορα κέντρα της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης αλλά και μια σειρά συναυλιών. Σε αυτές τις εμφανίσεις ιδιαίτερη εντύπωση κάνει ο τρόπος στησίματος της ορχήστρας, χωρίς καθόλου χώρο στην πίστα και βάζοντας καθήμενους τους μουσικούς μπροστά και τους τραγουδιστές πίσω. Το 1997 ηχογραφεί τον τελευταίο του δίσκο με τίτλο «CASINO» ο οποίος περιέχει το ομώνυμο τραγούδι και 14 επανεκτελέσεις. Κυκλοφόρησε περίπου 200 τραγούδια γράφοντας μόνος του στίχο και μουσική και συνεργάστηκε με τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες του ελληνικού πενταγράμμου, ενδεικτικά αναφέρουμε τους Πρ. Τσαουσάκη, Γιώτα Λύδια, Πάνο Γαβαλά, Γρηγόρη Μπιθικώτση, Μιχάλη Μενιδιάτη, Χαρούλα Λαμπράκη, Στράτο Διονυσίου, Βίκυ Μοσχολιού, Στέλιο Καζαντζίδη, Γιώργο Χατζηαντωνίου, Βούλα Γκίκα, Μαρινέλλα, Γιώργο Μαρίνο, Δημήτρη Μητροπάνο, Πόλυ Πάνου, Τόλη Βοσκόπουλο κ.α.

Έχουν κυκλοφορήσει δυο βιβλία με στίχους του, το πρώτο το 1980 με τίτλο «Ο ΚΟΣΜΟΣ Ο ΔΙΚΟΣ ΜΟΥ» και το δεύτερο το 1990 με τίτλο «ΑΚΗΣ ΠΑΝΟΥ-ΣΤΙΧΟΙ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ» επιμελημένο από τον Γιώργο Χρονά. Επίσης κυκλοφορούν 36 τραγούδια του σε παρτιτούρες και 20 σε ταμπλατούρες από τις εκδόσεις «Φίλιππος Νάκας».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ...

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Τετάρτη, Οκτωβρίου 15, 2014

ΦΟΒΟΣ


Λέω πως ζω
κι όταν με ρωτούν πως τα πάω
απαντώ
«σπίτι - δουλειά
δουλειά-σπίτι»
Κάθε πρωί κατεβάζω τα σκουπίδια
με προσοχή μην σχιστούν οι σακκούλες
Προσέχω μην συναντήσω τον γείτονα
αποφεύγω τον σκύλο που μισώ
δεν ανοίγω το γραμματοκιβώτιο
κατοικούν μέσα του Κέρβεροι
κι ένας Προκρούστης
που θέλει δουλειά.
Αν του την δώσω τι θα λέω
όταν με ρωτούν αν ζω;
Ζω σπίτι;

© Δημήτριος Γκόγκας

Το παραπάνω ποίημα έλαβε το Α΄ Βραβείο στην κατηγορία: (ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ) ΠΟΙΗΣΗ ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ του ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ «ΣΙΚΕΛΙΑΝΑ 2014».

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Τρίτη, Οκτωβρίου 14, 2014

Αποσπάσματα από τους «Αφορισμούς και Διαλογισμούς» (1968) του Κωνσταντίνου Τσάτσου


Ο αφορισμός είναι ένα ιδιαίτερο είδος σκέψης που διαπλάσσει και ένα ιδιαίτερο είδος έκφρασης, όπως η σπίθα είναι ένα ιδιαίτερο είδος φωτιάς. Πρέπει να είναι κάτι ολόκληρο στη συντομία του. Κάτι σύντομο που ανοίγει μακριές προοπτικές. Κάτι πυκνό και αυστηρό χωρίς να είναι στεγνό. Μια έκκληση στη σκέψη του άλλου, μια κρούση, ένα λογοτεχνικό είδος. Ο αφορισμός είναι ένα φιλοσοφικό επίγραμμα. Είναι ένα φιλοσοφικό ρητό , αλλά πιο εκτεταμένο, πιο αναλυμένο. Κάτι μεταξύ του «ρητού» και του συνεχούς λόγου… Τον βρίσκουμε στην εντελέστερη μορφή του στη Παλαιά Διαθήκη, στις Παροιμίες, στον Εκκλησιαστή, στη Σοφία Σολομώντος και εν μέρει στη Σοφία Σειράχ. Τον βρίσκουμε στον Λάο-Τσε, που με αφορισμούς μόνο εκφράσθηκε. Τα ρητά που αποδίδονται στους Επτά Σοφούς είναι και αυτά σύντομοι αφορισμοί. Πολλά από τα αποσπάσματα των Προσωκρατικών είναι επίσης καθαροί αφορισμοί. Αλλά δεν γράφηκαν ως αφορισμοί. Είναι φράσεις που ανήκαν σε μεγάλες συλλογιστικές συνέχειες. Η αφοριστική τους όμως μορφή ίσως βοήθησε να διασωθούνε σε μεταγενέστερα έργα. Απευθείας αφορισμούς έγραψαν εποχές πιο κουρασμένες, όπως η δική μας. Από τα σωζόμενα έργα ξεχωρίζω το «Εγχειρίδιο» του Επίκτητου, που ίσως να πήρε από τον Αρριανό την αφοριστική του μορφή και τα «Εις Εαυτόν» του Μάρκου Αυρηλίου. Δεν θα έπρεπε τέλος να θεωρήσουμε, κατά τη μορφή τους, αφορισμούς πολλούς από τους λόγους του Ιησού Χριστού.

…………………………………………………………………

Μόνο όποιος έχει οριστικά αποδεχθή τη στέρηση, την κάθε στέρηση, ακόμα και της ζωής, είναι άξιος κάτι να απαιτήση.

Όποιος δεν κατάλαβε την τιμή του να μη σε τιμά κανείς, αν και είσαι άξιος να σε τιμούνε όλοι, δεν είναι άξιος αυτής της τιμής.

Ν' αγαπάς τους δυστυχούντας είναι κοινή υπόθεση. Ν' αγαπάς τους ευτυχούντας αυτό δείχνει γνήσια αγάπη.

Θεέ μου, κάνε με αρκετά δίκαιο, ώστε να συγχωρώ κάποτε και τον εαυτό μου!

Είναι τέτοια η απόλαυση της γνώσης, τέτοια η δίψα για την καθαρή στόχαση και για τον αισθητικό λόγο, που δεν μπορώ να τα στερηθώ ούτε για μια μέρα. Και ότι αυτό είναι αμάρτημα, είναι φανερό.

Όταν είμαι μόνος μου, είμαι τουλάχιστον με τον εαυτό μου. Όταν δεν είμαι μόνος μου, δεν είμαι με κανέναν.

Το μέτρο της ευφυΐας σου ορίζει και το μέτρο της μοναξιάς σου.

Δεν αισθάνομαι την επίβλεψη του Θεού. Ένα σημείο μέσα στο άπειρο, αισθάνομαι απόλυτα μόνος. Κατά τη μοίρα δούλος, κατά τη σκέψη ελεύθερος.

Μιλάν για τις ζωντανές ψυχές των πεθαμένων. Εγώ μιλώ για τις νεκρές ζωές των ζωντανών.

Προχθές καθώς πήγαινα, σκυφτός και αφηρημένος, στη γωνιά του δρόμου συναντήθηκα τυχαία με τον εαυτό μου και τον βρήκα πολύ αλλαγμένο.

Φιλόδοξος είμαι. Αλλά δεν θέλησα ποτέ να καταβάλω τους πρόσθετους κόπους που χρειάζονται για την ανάδειξή μου. Είχα πάντα το πάθος της ουσίας και είχα πλήθος ουσία να επεξεργασθώ. Δεν μου έμεινε καιρός για τεχνάσματα.

Όταν διατυπώσω μια γνώμη, τίποτα δεν με εμβάλλει περισσότερο σε ανησυχίες από τον έπαινο των ανάξιων και τίποτα δεν με ενισχύει περισσότερο από των ανάξιων τις λοιδορίες.

Τίποτα δεν πλουτίζει το θρησκευτικό συναίσθημα, τίποτα δεν εξευγενίζει τον ερωτικό δεσμό όσο η τέχνη, η τέχνη που σκοπό της έχει την τέχνη και όχι τον θρησκευτικό προσηλυτισμό ή το κέντρισμα του ερωτισμού.

Χρειάζεται η μεγαλοφυία του Σοφοκλή και του Γκαίτε για να αντλήσης, μέσα στο φως του λόγου, χαρές και ομορφιές μεγαλείτερες ακόμα και από αυτές που σπάταλα προσφέρει στους μικρότερους το σκοτάδι.

Άλλο είναι να εκφράζης την εποχή σου και άλλο να εκφράζης τη μόδα της εποχής σου.

Ούτε ο υπαρξισμός, ούτε ο σουρρεαλισμός ευθύνονται για όλες τις αθλιότητες που γράφονται εν ονόματί τους.

Κωνσταντίνος Τσάτσος

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Κωνσταντίνος Τσάτσος: το πρώτο μάθημά μου για την αρχοντιά


Από το ιστολόγιο Autobiographies

Θα 'μουνα δέκα χρονών. Το καλοκαίρι, όταν τέλειωνα το σχολείο κατέβαινα στο ισόγειο δικηγορικό γραφείο του πατέρα μου, όπου και με έβαζαν να αντιγράφω δικόγραφα. Για τις τέσσερις σελίδες χωρίς περιθώριο, πληρωνόμουν μια δραχμή.

Καθισμένος σ' ένα από τα γραφεία των βοηθών χάζευα πού και πού τους πελάτες, κάθε λογής, πού μπαινόβγαιναν.

Ένα πρωινό ήρθε ένας λεβεντόγερος με κάτασπρη φουστανέλλα. Οι φουστανελλάδες ακόμη τότε δεν ήταν σπάνιο φαινόμενο. Είδα τους βοηθούς δικηγόρους να σηκώνονται και να του κάνουν μιαν ιδιαίτερα θερμή υποδοχή.

Ο πρώτος βοηθός που φαίνεται να τον γνώριζε καλά, έπιασε κουβέντα μαζί του. Και μια στιγμή τον ρωτάει: «Και τώρα, μπάρμπα Μήτρο, πόσων χρόνων είσαι;» Και ο μπάρμπα Μήτρος, με τ' όνομα Δημήτριος Μαλαμούλης που είχε εν τω μεταξύ στρογγυλοκαθίσει, του απαντάει μονολεκτικά... «Δύο». Δηλαδή εκατόν δύο. Από τα εκατό είχε αρχίσει νέα αρίθμηση.

Βγήκε εν τω μεταξύ ο πατέρας μου. Τον οδήγησε στο μέσα γραφείο τα είπανε με αυτόν και το γιο του, ένα λεβέντη εβδομηνταπεντάρη, και όταν βγήκαν στο δωμάτιο που βρισκόμουν και εγώ, πρώτα με σύστησε και ύστερα μου ανήγγειλε ότι θα πάμε την Κυριακή να επισκεφθούμε τον Μαλαμούλη στο χειμαδιό του, κάπου στον Ωρωπό.

Από κουβέντα δεν έπαιρνε ο μπάρμπα Μήτρος. Λίγα λόγια, μετρημένα, βαριά. Τους βοηθούς τού πατέρα μου κι εμένα είχα το αίσθημα ότι μας έβλεπε σαν μικρό κοπάδι αρνάκια. Μικρό, διότι ό Μαλαμούλης είχε απάνω από 3000 αρνιά και κατσίκια, στα Άγραφα το καλοκαίρι και τον χειμώνα στα ορεινά της Αττικής.

Την Κυριακή, όταν φθάναμε στον τόπο όπου είχε στήσει τα τσαντήρια του, των παιδιών, των εγγονών και των δισεγγόνων του, ρίχτηκαν οι καθιερωμένες μπαταριές και μετά μαζευτήκαμε στο μεγάλο τσαντήρι του Γέρου. Είχα μαζί μου, νέο εικοσάχρονο, τον δάσκαλό μου Basset, αυτόν που έκανα πρόσωπο στους «Διαλόγους σε μοναστήρι». Αυτός που δεν χόρταινε να θαυμάζει.

Σε λίγο σταύρωσε ο Γέρος το πρώτο ψωμί. Και οι γυναίκες, αμίλητες και φασαρεμένες μοίραζαν τα κοψίδια, αρνάκι, κατσικάκι, όλα τα αγαθά. Θυμάμαι ακόμη τις βεδούρες τα γιαούρτια. Ο γέρο Μαλαμούλης, στη μέση καθισμένος σταυροπόδι, μέσ' στις άσπρες βελέντζες, τα επόπτευε όλα και έδινε στις γυναίκες και στους παραγιούς προσταγές.

Όταν λίγο μεγαλύτερος διάβασα «Οδύσσεια» τον γέρο Μαλαμούλη τον ταύτιζα μέσ' στη φαντασία μου με τον Νέστορα, όταν δέχονταν τον Τηλέμαχο.

Καθώς ήμουν καθισμένος πλάι στον πατέρα μου τον ρώτησα ψιθυριστά: «Qu'est-il ce vieux;». «C'est un grand seigneur» μου απαντάει o πατέρας μου και αυτός ψιθυριστά. Και γυρίζοντας αργότερα το λόγο στα ελληνικά: «Να καταλάβεις τι είναι αρχοντιά».

Ήταν το πρώτο μάθημά μου για το μέγα τούτο ηθικό αγαθό: την αρχοντιά.

Αργότερα, μεγάλος σ' ένα πελοποννησιακό χωριό, γνώρισα έναν άλλο πιο νέο, σχεδόν μεσόκοπο, χωρικό. Στο πρόσωπό του ξανασυνάντησα αυτό που είχα γνωρίσει παιδί στο πρόσωπο του Μαλαμούλη: την αρχοντιά. Το σταύρωμα του καρβελιού από αυτόν ήταν μια ιεροπραξία.

Η αρχοντιά δεν είναι συνώνυμο με την αριστοκρατικότητα, δεν σημαίνει καμιά ταξική διαφορά ή μια διαφορά πλούτου. Αλλά δεν είναι και ένα ηθικό απλώς γνώρισμα. Είναι μια σύνθεση υπερηφάνιας, ευπρέπειας, αυτοπεποίθησης, μεγαλοψυχίας. Άρχοντες βρίσκεις εγκατεσπαρμένους σε όλα τα είδη ανθρώπων. Ο άρχοντας δεν γίνεται ποτέ μάζα, σε όποια τάξη και αν ανήκει, μένει πάντα πρόσωπο. Δεν μπορώ — ίσως αδυναμία μου — με μια φράση να την ορίσω την αρχοντιά. Αλλά όταν συναντώ κάποιον που έχει αυτό το σύμπλεγμα των αρετών που την απαρτίζουν, τότε την αναγνωρίζω. Λέω μέσα μου: Αυτός είναι άρχοντας. Ανήκει σε ααυτή την εκλεκτή κατηγορία ανθρώπων.

Έχομε άρχοντες κατά την νομικήν έννοια, που δεν έχουν αρχοντιά. Έχομε όμως χειρώνακτες που έχουν αρχοντιά.

Κωνσταντίνος Τσάτσος

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Κωνσταντίνος Τσάτσος (1899-1987)


Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος γεννήθηκε στην Αθήνα, πρωτότοκος γιος του δικηγόρου και πολιτικού Δημητρίου Τσάτσου και της Θεοδώρας το γένος Ευστρατιάδη με καταγωγή από την Τεργέστη. Είχε έναν μικρότερο αδερφό τον Θεμιστοκλή. Μαθήτευσε στο σχολαρχείο Μακρή, το β΄ γυμνάσιο Νεαπόλεως και το Διδασκαλείο Μέσης Εκπαιδεύσεως. Παράλληλα έκανε μαθήματα στο σπίτι του με τον Jules Basset, ο οποίος τον έστρεψε προς τη λογοτεχνία και φίλος από τα παιδικά του χρόνια με τον ποιητή Αλέξανδρο Εμπειρίκο.

Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (1914-1918). Μετά την αποφοίτησή του εργάστηκε στο Παρίσι στην ελληνική αποστολή στο Συνέδριο Ειρήνης υπό τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας (1920-1923) συνδέθηκε φιλικά με τον Κωστή Παλαμά. Το 1924 παντρεύτηκε τη Λιλή Ζαρίνη - ο γάμος τους δεν κράτησε πολύ. Από το 1924 ως το 1928 σπούδασε φιλοσοφία και φιλοσοφία του δικαίου στη Χαϊδελβέργη και επηρεάστηκε κυρίως από τον καθηγητή του Heinrich Rickert. Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα ανέλαβε το δικηγορικό γραφείο του πατέρα του και το 1929 αναγορεύτηκε διδάκτωρ της Νομικής Σχολής με θέμα της διδακτορικής του διατριβής «Η Νομική ως τεχνική και επιστήμη» και πήρε μέρος στην ίδρυση του περιοδικού-οργάνου της ιδεαλιστικής φιλοσοφίας «Αρχείον Φιλοσοφίας και Θεωρίας Επιστημών» από κοινού με τους Παναγιώτη Κανελλόπουλο, Ιωάννη Θεοδωρακόπουλο (η μακρόχρονη φιλία του Τσάτσου με τους οποίους είχε ξεκινήσει στη Χαϊδελβέργη) και Μιχάλη Τσαμαδό.

Το 1930 παντρεύτηκε την Ιωάννα Σεφεριάδη, με την οποία απέκτησε δυο κόρες τη Δέσποινα και τη Θεοδώρα. Την ίδια χρονιά εκλέχτηκε υφηγητής στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών με θέμα της υφηγεσίας του Φιλοσοφία και επιστήμη του Δικαίου. Δυο χρόνια αργότερα διορίστηκε έκτακτος καθηγητής στη νεοϊδρυθείσα τότε έδρα Εισαγωγής στην Επιστήμη του Δικαίου και της Φιλοσοφίας του Δικαίου και εξέδωσε το σύγγραμμα «Το πρόβλημα της ερμηνείας του Δικαίου». Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά απορρίφτηκε πρόταση για εκλογή του σε τακτικό καθηγητή και ο Τσάτσος εξορίστηκε στη Σκύρο (1939) και τις Σπέτσες (1940).

Μετά την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου το καθεστώς αρνείται να δεχτεί το αίτημά του να καταταγεί εθελοντικά και τον τοποθετεί (μαζί με τους Ι. Κακριδή και Ι. Θεοδωρακόπουλο) στην Πνευματική Επιστράτευση του Πολέμου. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής πήρε μέρος σε ομάδα φυγάδευσης ελλήνων και άγγλων αξιωματικών και στις οργανώσεις ΕΟΧΑ, ΕΚΚΑ και Σοσιαλιστική Ένωση (βραχύβια πολιτική οργάνωση με αντιβασιλικό και αντικομουνιστικό προσανατολισμό). Παύτηκε από τη θέση του στο πανεπιστήμιο και διώχτηκε όταν την παραμονή της 28ης Οκτωβρίου 1941 μέσα στο αμφιθέατρο κήρυξε την επομένη ημέρα εθνική επέτειο ελευθερίας. Από το 1944 ως το 1945 διέφυγε στη Μέση Ανατολή, όπου διορίστηκε τεχνικός σύμβουλος της εξόριστης κυβέρνησης Τσουδερού.

Στην Ελλάδα επέστρεψε μετά την απελευθέρωση και το 1946 παραιτήθηκε από το πανεπιστήμιο. Διετέλεσε υπουργός Εσωτερικών και Προνοίας (1945), βουλευτής Αθηνών (1946), υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (1949-50), υφυπουργός Συντονισμού (1950-1951), υπουργός Προεδρίας (1956-1961), υπουργός Κοινωνικής Πρόνοιας (1962-1963), υπουργός Δικαιοσύνης (1967), υπουργός Πολιτισμού (1974), πρώτος Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας (1975). Το 1953 ταξίδεψε στις Η.Π.Α., όπου δίδαξε για δυο χρόνια στο ελεύθερο πανεπιστήμιο του Ευάγγελου Παπανούτσου «Αθήναιον». Υπήρξε συνιδρυτής της ΕΡΕ.

Το 1961 εκλέχτηκε τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και το 1965 πρόεδρός της. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Παπαδόπουλου συμμετείχε στην έκδοση της "Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους" της Εκδοτικής Αθηνών. Το 1975 από τη θέση του Προέδρου Επιτροπής του Συντάγματος διέταξε το κάψιμο των φακέλων πολιτικών φρονημάτων των υπαλλήλων του Υπουργείου Πολιτισμού που είχε συντάξει το δικτατορικό καθεστώς. Υπήρξε επίτιμος διδάκτορας του πανεπιστημίου της Σορβόννης, ξένος εταίρος της Ακαδημίας Ηθικών και Πολιτικών Επιστημών του Παρισιού (1979), ξένος εταίρος της Βασιλικής Ακαδημίας του Μαρόκου και της Ακαδημίας της Ρουμανίας (1980), μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών Τέχνης και Γραμμάτων.

Για την προώθηση της ιδέας της Ενωμένης Ευρώπης τιμήθηκε με το βραβείο του Ιδρύματος Κουντεχόβε-Καλλέργη. Πέθανε το 1987 στην τελευταία κατοικία του στην Κηφισιά. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Κωνσταντίνου Τσάτσου βλ. Τσιρόπουλος Κώστας Ε., «Τσάτσος Κωνσταντίνος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 9β. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988, Μυλωνά Δέσποινα, «Χρονολόγιο Κωνσταντίνου Τσάτσου», Επτά Ημέρες Καθημερινής, 19/10/1997, σ.3-7 και Μυλωνά-Τσάτσου Δέσποινα, «Βιοχρονολόγιο Κωνσταντίνου Δημ. Τσάτσου», Νέα Εστία 142, Χριστούγεννα 1997, αρ.1690, σ.3-10.

Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Ετοιμασία


Δὲ χρειάζονται πολλά.
Ἕνα παράθυρο
καὶ λίγος οὐρανὸς
καὶ δυὸ κλωνάρια ἀπὸ ἕνα πεῦκο,
ἀπὸ ἕνα σκῖνο.
Νὰ ξέρης πὼς θὲ νἄρθη ἡ νύχτα ἤρεμη,
πὼς κάτω ἀπὸ ἕνα φῶς
θἆναι στρωμένο γιὰ τοὺς δύο
ἕνα τραπέζι,
πὼς τὸ ἀνοιχτὸ βιβλίο
θὰ ὑπάρχη πάντα ἐκεῖ νὰ περιμένη.

Νὰ ξέρης
πὼς μέσα στὴ σιωπὴ τοῦ σύθαμπου
διαλέγεσαι μὲ μιὰ ψυχή·
πὼς δὲν πλανιένται μόνες τους
οἱ σκέψεις σου,
καὶ πὼς παραφυλάει κάπου ἕνα γέλιο,
τὸ γέλιο ποὺ ξεπλένει
ἀπὸ τὴ σκόνη, ἀπὸ τὴ γλίνα
πράγματα καὶ ἀνθρώπους.

Νὰ ξέρης
πὼς σὲ κοιτάει ἡ ἀγάπη
ἀπὸ δυὸ μάτια γνώριμα, στοχαστικά,
καὶ πὼς ἀκόμα κι ἂν νυχτώση
θὰ μένουν πάντα ἐκεῖ
αὐτὰ τὰ μάτια, ἀνάλλαχτα κι ὀρθάνοιχτα,
νὰ σὲ κοιτάζουν.

Κωνσταντίνος Τσάτσος

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Κωνσταντίνος Τσάτσος


Από την Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος (Αθήνα, 1 Ιουλίου 1899 - 8 Οκτωβρίου 1987) ήταν νομικός, φιλόσοφος και πολιτικός που διετέλεσε πρόεδρος της Δημοκρατίας (1975 - 1980). Ακολούθησε ακαδημαϊκή καριέρα εκλεγόμενος τακτικός καθηγητής της φιλοσοφίας του δικαίου στη νομική σχολή Αθηνών και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών (1961), της οποίας χρημάτισε και πρόεδρος. Ασχολήθηκε με την πολιτική για πρώτη φορά το 1945 αναλαμβάνοντας υπουργός εσωτερικών στην κυβέρνηση Πέτρου Βούλγαρη και από τότε εξελίχθηκε σε έναν από τους βασικούς πρωταγωνιστές της πολιτικής ζωής της Ελλάδας. Διετέλεσε υπουργός σε πολλές κυβερνήσεις και αναδείχθηκε σε έναν από τους βασικούς συνεργάτες του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Με την υποστήριξη του τελευταίου κατάφερε το 1975 να εκλεγεί πρώτος πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το 1980, οπότε και παραιτήθηκε.

Το φιλοσοφικό, λογοτεχνικό και νομικό του έργο θεωρείται σημαντικό. Επηρέασε σημαντικά το Σύνταγμα του 1975 όντας ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής επιτροπής συντάξεως του συντάγματος, ενώ θεωρείται και ένας από τους βασικούς υποστηρικτές της ευρωπαϊκής ιδέας. Για τη σημαντική προσφορά του στην ανάπτυξη του ευρωπαϊκού οράματος του απονεμήθηκε το 1980 το μέγα ευρωπαϊκό βραβείο Κουντενχόβε - Καλλέργη. Επίσης, ήταν μέλος πολλών ξένων ακαδημιών μεταξύ των οποίων της Ρωσίας, της Λετονίας κ.α.

Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, καταβεβλημένος από τον καρκίνο, πέθανε στις 8 Οκτωβρίου 1987, σε ηλικία 88 ετών.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ...

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Εμείς οι χτίστες


Ἐμεῖς οἱ χτίστες τῶν μουγγῶν ἐρώτων τῶν σκληρῶν,
δὲν πᾶμε ἐμεῖς γιὰ ἕνα φιλί, δὲν πᾶμε γιὰ ἕνα γέλιο·
γιὰ τὰ καρφιὰ ποὺ μάτωσαν στὶς ἄκριες τῶν σταυρῶν
ἕνα βαρὺ ἀπὸ ἐντολὲς σηκώνομε Εὐαγγέλιο.

Τὴ γλύκα βαρεθήκαμε τῶν ἥσυχων ὡρῶν,
ὁ Ἀπρίλης εἶναι πίσω μας, βγήκαμε ἀπ᾿ τὸ λιμάνι
κι ἀδειάσαμε στὰ κύματα, βορὰ τῶν χαλασμῶν,
τὸ βιὸς ποὺ στοργικὰ ἡ ζωὴ δῶρο μᾶς εἶχε κάνει.

Μακριὰ ἀπ᾿ τὴ γῆ πλανιόμαστε στὴν ἅπλα τῶν Ὠκεανῶν...
Καὶ πιὰ στὴ νύχτια τὴ σιωπὴ τῆς μοναξιᾶς, δὲ μένει,
σ᾿ ἐμᾶς τοὺς χτίστες τῶν σκληρῶν ἐρώτων τῶν μουγγῶν
παρὰ ἕνα φῶς, τ᾿ ἄϋλο τὸ φῶς, μακριά, ποὺ δὲν πεθαίνει.

Κωνσταντίνος Τσάτσος

Καλημέρα, φίλες και φίλοι. Όπως καλά το καταλάβατε, το σημερινό μας αφιέρωμα αφορά σε έναν ξεχωριστό λογοτέχνη μας, τον Κωνσταντίνο Τσάτσο, ο οποίος διετέλεσε και Πρόεδρος της Δημοκρατίας, από το 1975 έως το 1980.

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Δευτέρα, Οκτωβρίου 13, 2014

Καλαμίτσης - Αλεξίου - Σπανός: Άνθρωποι μονάχοι


Με το εμβληματικό ποίημα του Γιάννη Καλαμίτση, «Άνθρωποι μονάχοι», τραγουδισμένο εδώ όχι από την Βίκυ Μοσχολιού μα από την Χάρι Αλεξίου, ολοκληρώνουμε το σημερινό μας αφιέρωμα στον μεγάλο Έλληνα δημιουργό, Γιάννη Καλαμίτση. Αύριο θα τα πούμε πάλι με έναν καινούργιο ποιητή-έκπληξη.

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Θα σ’ αγαπώ


Ώσπου η γη να μη γυρίζει πια,
Ώσπου το φως να γίνει σκοτεινιά,
Ώσπου κι αυτός ο ήλιος να σβηστεί,
Ώσπου ο χρόνος πια να ξεχαστεί,
Θα σ’ αγαπώ.

Ώσπου στα μάτια σου να δω φωτιές,
Ώσπου κι εσύ σαν κεραυνός θα καις,
Ώσπου να πάψει η ανατολή,
Θα σ’ αγαπώ και πάλι πιο πολύ,
Θα σ’ αγαπώ.

Θα σ’ αγαπώ όσο κανείς δεν αγαπάει,
Θα σ’ αγαπώ,
Με μιαν αγάπη που ο νους σου δε χωράει,
Θα σ’ αγαπώ.

Πέρα από κει που φτάνει η αντοχή,
Θα σ’ αγαπώ και πάλι πιο πολύ,
Μέχρι το θάνατο και πιο μακριά,
Μέχρι να πεις πεθαίνω τώρα πια,
Θα σ’ αγαπώ.

Γιάννης Καλαμίτσης

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Γιάννης Καλαμίτσης - Ζουμ-ζουμ-ζουμ


Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Μια προσωπική μαρτυρία


Γράφει ο Παναγιώτης Τουμάσης

Εγώ δε θα πω πολλά για τον Γιάννη Καλαμίτση· «εμείς οι λογοτέχνες είμαστε ανταγωνιστικοί μεταξύ μας», είχε πει στην ταινία «Μεσάνυχτα στο Παρίσι» ο Έρνεστ Χεμινγουαίη. Όχι ο αληθινός Χεμινγουαίη βέβαια, μα ξαναζωντανεμένος ως φανταστικός πλέον ήρωας από το μαγικό χέρι του πιο χαρισματικού στην ιστορία της Έβδομης Τέχνης, μα και εξαιρετικά ιδιόρρυθμου, Γούντι Άλεν.

Το μόνο που έχω να πω και να το καταθέσω εδώ με απόλυτη ακρίβεια και σεβασμό είναι ένα στιγμιότυπο από την πρώτη μου (και μοναδική) συνάντηση μαζί του:

Τον επισκέφθηκα ένα ή δύο χρόνια πριν πεθάνει, εκεί στον Real FM, στη λεωφόρο Κηφισίας, απέναντι από το δάσος Συγγρού στο Μαρούσι. Η αλήθεια είναι ότι είχα ψυχρανθεί με τα παιδιά του Real FM, καθώς τούς βομβάρδιζα κυριολεκτικά με μηνύματα-κριτικές για τις εκπομπές τους, ήμουν και λίγο αθυρόστομος και πολλοί με είχαν βάλει κυριολεκτικά στου «κανονιού την μπούκα».

Όμως, τον Γιάννη Καλαμίτση έκρινα ότι ΕΠΡΕΠΕ να τον συναντήσω, να τον δω, να τού σφίξω το χέρι. Είχα προσπαθήσει ο ίδιος να γράψω σάτιρα και κατάλαβα πολύ καλά πόσο μεγάλη δυσκολία έχουν να γραφτούν όλοι αυτοί οι «Κίτσοι», που τόσο απλόχερα και με τόση ευκολία ο Καλαμίτσης σκόρπιζε. Και επίσης επειδή, ο Γιώργος ο Χουδαλάκης, παραγωγός κι αυτός στον Real FM, κάποτε μού μίλησε για τον Καλαμίτση στο τηλέφωνο και μού είπε για τα έργα του και ποια είναι αυτά, ενώ ακόμη εγώ δεν τα γνώριζα. Και εντυπωσιάστηκα πάρα πολύ!

Θυμάμαι, εκείνο το πρωινό έκανε απίστευτο κρύο! Τα ρούχα που φορούσα δεν με ζεσταίνανε… Πλησίασα τον φρουρό στην είσοδο του κτιρίου, «παρακαλώ, θα μπορούσα να δω τον κ. Καλαμίτση;», τού είπα. «Περιμένετε», απάντησε αυτός και με τον ασύρματό του ειδοποίησε για την άφιξή μου. Λοιπόν, κανείς από τους ιθύνοντες του σταθμού δεν πρότεινε να περάσω μέσα, έστω σ’ ένα γραφειάκι που υπάρχει στον πρώτο όροφο, για να μην κρυώνω. Την ύπαρξη του συγκεκριμένου μικρού γραφείου μού την έκανε γνωστή εμπιστευτικά ο φρουρός, ο οποίος όλη την ώρα που περίμενα καθόταν μαζί μου και γίναμε φίλοι. Μέχρι κι ο φρουρός παραξενεύτηκε που δεν μού επιτρέψανε να περάσω μέσα.

Βγήκε κάποια στιγμή ο Γιάννης Καλαμίτσης έξω, έχοντας τελειώσει την εκπομπή του, και τον πλησίασα και τού είπα: «Καλά που βγήκες, Γιάννη, γιατί κόντεψε να με πιάσει η καρδιά μου από το κρύο»… Είπαμε κι άλλα, τού εξήγησα ότι επεδίωξα αυτή τη συνάντηση γιατί στο μέλλον θα στενοχωρούνταν οι άνθρωποι αν μάθαιναν ότι είμαστε σύγχρονοι και δεν συναντηθήκαμε και άλλες τέτοιες ανοησίες που συνηθίζω να λέω…

Την επόμενη μέρα, το πρωί, στην εκπομπή του, είπε ο Γιάννης Καλαμίτσης για μένα!... Είπε για μένα ότι τον περίμενα μέσα στο κρύο και ότι δεν ήταν σωστό που οι άνθρωποι του Real FM μού φέρθηκαν με αυτόν τον τρόπο. Περιττό να σημειώσω επιπροσθέτως ότι εγώ στην άλλη άκρη του ραδιοφώνου, κλεισμένος στο δωμάτιό μου – τη φυλακή μου όπως την έλεγα – έκλαιγα, ακούγοντάς τον, συνεχώς…

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Χωρίς παλτό


Στην παγωνιά χωρίς παλτό,
Κοιτάζω πώς να βολευτώ
Με το παλιό σακάκι
Και να σκεφτείς πως, μέχρι χτες,
Μου είχες πόρτες ανοιχτές,
Με αγκαλιές και τζάκι.

Μα όπως λες, εσύ τι φταις,
Αν βρέθηκα στο κρύο,
Εσύ το μόνο που έκανες,
Ήταν να πεις «αντίο».

Εγώ, που κάθε μια βραδιά,
Δε χρειαζόμουνα κλειδιά
Για να ’ρθω να πλαγιάσω,
Τώρα περνάω βιαστικά,
Με σηκωμένο το γιακά
Για να μην ξεπαγιάσω.

Γιάννης Καλαμίτσης

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Τι είπε ο Νίκος Χατζηνικολάου, στην εκπομπή του της 4ης Νοεμβρίου 2013, για τον Γιάννη Καλαμίτση


Ακούστε το ηχητικό:

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Άννα


Άννα, δεν είναι η βροχή που σου χαράκωσε το βλέμμα,
είναι που είσαι μοναχή κι αν τ’ αρνηθείς θα είναι ψέμα.
Ξέρω, ξέρω το δάκρυ το καυτό άμα το δω σε μάτια ξένα.
Άννα, γιατί να σου κρυφτώ, είμαι μονάχος σαν κι εσένα.

Έλα λοιπόν και μη ντραπείς
μα σε παρακαλώ μονάχα:
πες ό,τι θες, όμως μην πεις
πως μ’ έχεις αγαπήσει τάχα.

Άννα, οι άνθρωποι πονούν και τους φοβίζει το σκοτάδι.
Πόσοι γι’ αγάπη δε μιλούν για να περάσουν ένα βράδυ,
πόσοι δε λένε «σ’ αγαπώ» και το ξεχνάνε μόλις φέξει.
Άννα, ποτέ δε θα σ’ την πω, αν δεν τη νιώσω αυτή τη λέξη.

Γιάννης Καλαμίτσης

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Να πεις στο χάρο


Να πεις στο χάρο να μην έρθει να με ψάξει,
μην κάνει κόπο να ζητήσει να με βρει,
όσο κι αν ήταν της ψυχής μου το κερί
για την αγάπη σου, τις νύχτες, το ’χω κάψει.
Να πεις στον χάρο να μην έρθει να με ψάξει…

Να πεις στο χάρο πως αδίκως θα γυρέψει
να βρει κομμάτι να μην το ’καψε ο καημός.
Όσος κι αν ήταν της ψυχής μου ο ποταμός,
για την αγάπη σου κι αυτός έχει στερέψει.
Να πεις στο χάρο πως αδίκως θα γυρέψει…

Να πεις στο χάρο πως αδίκως περιμένει
για να μου πάρει μία νύχτα την ζωή
όση κι αν είχα μες στα στήθια μου ψυχή
για την αγάπη σου την έχω ξοδεμένη.
Να πεις στο χάρο πως αδίκως περιμένει…

Γιάννης Καλαμίτσης

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου

Χρονογράφημα του Γιάννη Καλαμίτση στον Real.gr


Ακόμη και στα χρονογραφήματά του, όπως το παρακάτω, ο Γιάννης Καλαμίτσης, χρησιμοποιούσε την ποιητική γραφή! Αν και, όταν έγραφε σατιρικά, η τεχνοτροπία συχνά υποστελλόταν προς χάριν του θέματος.

ΞΕΡΕΙΣ γιατί τους Άρχοντας δεν τους παιδεύουν άγχη
κι έχουν την όψη ροδαλή; Έχουν γερό στομάχι!...
Και τρώνε και ευφραίνονται και χαίρεται η ψυχή τους
και μασουλάνε ακούραστα!... Γαμώ την αντοχή τους...
Ενώ εσύ έτσι και φας λιγάκι παραπάνω,
σε πιάνει το στομάχι σου και λες «ωχ, θα πεθάνω!...
Ωχ, Παναγιά μου Δέσποινα!... Ωχ, Θεέ μου, τι θα γίνω!...
Ωχ, έρχεται ο λογαριασμός!... Ωχ, δεν αντέχω, σβήνω»!...

Νικόλα, θα σ’ το ξαναπώ και να το σημειώνεις!
Όσο εσύ θα άγχεσαι, εσύ θα την πληρώνεις!
Το άγχος είναι η αφορμή για όλες τις ασθένειες!
Νικόλα, θα θεραπευθείς αν πάψεις να ’χεις έγνοιες!

Και για τη δυσκοιλιότητα –και μη γελάς καθόλου–
το άγχος φταίει!... Δημιουργεί μια στένωση του κώ…
του κώ… του κομματιού του έντερου που θεωρείται αρμόδιο
να πει στα περιττώματα «καλό σας κατευόδιο!».
Που αλλιώς τη νιώθουν οι φτωχοί κι αλλιώς οι καπιτάλες…
Άλλο «κωλοσφιξίματα» κι άλλο «κωλοπιλάλες»!
Αλλά κι αυτό το σφίξιμο, σ’ το λέω για τελευταίο
είναι ψυχοσωματικό κι άρα θεραπευταίο!

Κι είναι πολλά που έχω δει εγώ ο επιστήμων,
δι’ ο και τώρα σου μιλώ ως γνώστης, ως ειδήμων…
Και για να δεις πόθεν αντλώ τις γνώσεις, τα προικιά μου,
άκου τι έπαθε προχτές μια ασθενής δικιά μου!
Άκου να δεις τι έπαθε μια γνήσια Ελληνίδα,
του Κίτσου η μάνα, η ασθενής, που ήρθε και την είδα!...

Του Κίτσου η μάνα κάθονταν και τσάκιζε ελίτσες
και κάπου-κάπου άφηνε και κάνα δυο πορδίτσες…
Δεν το ’κανε αναίσχυντα… δεν ήταν καμιά βρώμα…
αυτοεξεταζότανε να δει αν ζει ακόμα!...
Καθότι, ως είναι γνωστό και βέβαιον καθ’ όλα,
ο πεθαμένος άνθρωπος δεν ανακλά, Νικόλα!
Δεν έχει ανακλαστικά, δεν «αντιδρά», που λέμε…
Έχει πεθάνει ολοσχερώς κι είναι για να τον κλαίμε!...

Παράδειγμα η χώρα αυτή που λέγεται Ελλάδα,
το βλέπεις πως δεν ανακλά σε τίποτα η ρημάδα!
Ό,τι κι αν γίνει, κι αν συμβεί, ό,τι και να της τύχει,
από το λάγνο της κορμί δεν αναδύονται ήχοι!
Μένει εκεί, αναίσθητη –ήτοι, χωρίς αισθήσεις–
κι όσο κι αν κλαις κι οδύρεσαι, δεν θα τήνε ξυπνήσεις!
Το είπε κι ένας ποιητής, παλιός και ξεχασμένος,
πως δεν ξυπνάει στον ορθρινό κανένας πεθαμένος…
Δι’ ο κι η χώρα κείτεται βούβα εις το ντιβάνι!
Καθότι τέζα!... Κι είπαμε: νεκρός δεν ανακλά…

Νίψον και ανομήματα και όχι μόνο όψιν,
μα και τα επιστημονικά, ας τα ’χουμε υπ’ όψιν…

Γιάννης Καλαμίτσης

Verse Monkey! Με τον ήχο του νου