Σάββατο, Φεβρουαρίου 27, 2010

Θεία Λειτουργία στην Αγιά Σοφιά


Την είδηση μάς την στέλνει ο συγγραφέας-ποιητής κ. Νίκος Μπατσικανής:

Η Αγιά Σοφιά, στην Πόλη, θα ξαναλειτουργήσει στις 17 Σεπτεμβρίου 2010, μετά από 557 χρόνια. Τη μέρα εορτασμού της του Θεού Σοφίας, μαζί με την Αγάπη, την Πίστη και την Ελπίδα, οι οποίες συνεορτάζουν, ας μας φωτίσουν όλους και ιδιαιτέρως όσους εμπλέκονται στην τελετή, προκειμένου αυτή να αποτελέσει αφετηρία για την ομαλή επαναλειτουργία όλων των μνημείων της Χριστιανοσύνης, στις αλησμόνητες ελληνικές πατρίδες, σε όλο τον Κόσμο.

Πήραν την Πόλη πήραν την, πήραν τη Σαλλονίκη.
Πήραν και την Αγιά Σοφιά το μέγα μοναστήρι.
Πο ’χει σαρανταδυό ‘κλησιές κι εξηνταδυό καμπάνες.
Κάθε καμπάνα και παπάς κάθε παπάς και ψάλτης. (Ήπειρος)

Ν’ ανέβαινα πολύ ψηλά, ψηλά να πά’ στα ουράνια.
Να διω την Πόλ’ πώς καίητι, τα κάστρα πώς ρημάζουν.
’Πο μια μερια ν’ ιδείν φωτιά, την άλλ’ χάρος την δέρνει.
Τα μοναστήρια καίγουντι κι οι εκκλησιές χαλιούντι.
Πήραν μανάδες με παιδιά και πεθερές με τσ’ νύφες.
Πήραν μια χήρα παπαδιά με δυο με τρεις νιφάδες. (Μάλγαρα Ανατ. Θράκης)

Να ’μαν δεντρί στη Βενετιά, χρυσή μηλιά στην Πόλη
και κόκκινη τριανταφυλλιά, μέσ’ τους επτά ουράνους.
Ν’ ανέβαινα να βίγλιζα την Πόλη πως τουρκεύει.
Πόλη μου για δεν χαίρεσαι, για δε βαρείς παιγνίδια;
Το πώς μπορώ να χαίρομαι και να βαρώ παιγνίδια;
Μέσα με δέρνει ο θάνατος, ν’ όξω με δέρνει ο Τούρκος
Κι απ’ τη δεξιά μου τη μεριά, Φράγκος με πολεμάει. (Καππά Καρδίτσας)

Verse Monkey!

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 24, 2010

Δικτυακή γιορτή


Τον έρωτα ποτά κερνώ
και έτσι μονάχος ξεπονώ.
Στην δικτυακή γιορτή μου
Θα θελα να ’σουνα μαζί μου.

Μεταλλικής κιθάρας ήχος,
η φωνή σου μου θυμίζει.
Χώρος μοναξιάς, ο κήπος
ξέχασε πώς να ανθίζει.

Δεν θέλω να θυμάμαι
το φιλί της αμαρτίας.
Δεν θέλω να φοβάμαι
την χαρά της νοσταλγίας.

Με τη βροχή το διάλεξες
να πάρεις την χαρά μου,
και ούτε που φοβήθηκα
μη σβήσουν τα όνειρά μου.

Χθες σε είδανε σκυφτή, να περπατάς σε άδειο δρόμο
Έψαχνες λέει μυστικά τον εαυτό σου μόνο.
Ήτανε τα θολά νερά του δρόμου συντροφιά σου
Θυμήθηκες πόσο αγαπάς, το χθεσινό ερωτά σου.

Η επιθυμία ενσωματώνει ηδονή,
Ακόμη κι όταν το σκάσει από κει.
Έκανες γιορτή, ένιωσες ντροπή.
Αντάλλαξες αγάπη για τροφή
Και τώρα…
μια νύχτα έζησες…
…μόνο αυτή.

Τον έρωτα ποτά κερνώ
και έτσι μόνος μου μιλώ.
Στην δικτυακή γιορτή μου
Παρέα έχω την φωνή μου.

Δημήτριος Ζ. (Blog)

Σκέψη, η πολεμική μας τέχνη


Όταν καταφέρουνε την φαντασία μας σε καλούπι να βάλουν…
αυτό ήταν σβήσαμε.
Ακροβάτες που στο πάτωμα έρπονται σαν φίδια.

Όταν η αντιδραστική μας σκέψη αποβουτυρωθεί, τότε…
θα πονέσουμε.
Η γιορτή μας πλέον θα έχει μόνο ένα στόχο, να τελειώσει.

Ίσως για αυτό να χρειάζεται να παραμένεις νέος όσο μπορείς
το πάθος να περισσεύει.
Κάθε που νυχτώνει, με θυμό να κοιμάσαι, θυμωμένα όνειρα να βλέπεις.

Ίσως έτσι είναι, ίσως.
Σκέψη, η πολεμική μας τέχνη.

Δημήτριος Ζ. (Blog)

Δεν προσμένω ως τον ωκεανό να φθάσω


(Από τα "Τρίστιχα δεμένα σε διαφορετικά ηχικά σχέδια").

Δεν προσμένω ως τον ωκεανό να φθάσω.
Ίσως όμως να τον ονειρευτώ.
Πάντα ο Μορφέας είναι γενναιόδωρος.

Κρίμα τα όνειρα
Τα χρόνια της σποράς δεν πάτσισαν
Με της συγκομιδής την ευτυχία.

Φωτογραφίζω το πρόσωπό σου χλωμό
Με τη μάσκα του θανάτου
Που του φόρεσαν.

Κρύβομαι μέσα στα σπλάχνα
Ενός όνειρου που ζωγράφισα
Και σιγοκαίω μέχρι στάχτη να γεννώ.

Αξιών θρύψαλα…
Το μίσος το παράλογο,
Πώς να το αφανίσουμε;

Παναγιώτα Ζαλώνη

Τρίτη, Φεβρουαρίου 23, 2010

Θέλω


Θέλω να σε κρατήσω,
για πιο στερνή φορά,
απ’ την κουρτίνα πίσω,
ο δρόμος καρτερά.

Θέλω να σού χαϊδέψω,
τα πλάνα χείλια σου,
θα φύγω, θα μισέψω,
μ’ όλη τη ζήλια σου.

Θέλω να ξέρεις πάντα,
πως δε με πρόδωσες
κι ό,τι έχω τώρα αβάντα,
εσύ μού το ’δωσες.

Θέλω να ’ρθείς κοντά μου,
όμως μη βιάζεσαι,
βάστα καλά ’δώ χάμου,
γιατί χρειάζεσαι.

Παναγιώτης Θ. Τουμάσης

Κυριακή, Φεβρουαρίου 21, 2010

Ξύδι πότισέ με...


(Από τα "Τρίστιχα δεμένα σε διαφορετικά ηχικά σχέδια")

Ξύδι πότισέ με, με χολή.
Μνήμες γλυκές θε να το κάνουν μέλι,
για την πίκρα μου.

Έλα γλάρε του δικού μου ωκεανού
Τα φτερά σου χαμήλωσέ τα.
Ουρλιάζω, δεν μ’ ακούς;

Χείμαρροι οι αρτηρίες μου
Κόκκινου ζεστού βελούδου
Με προορισμό την κοίτη της ζωής σου.

Πολύ αργά, ανωφέλετα τα χτυποκάρδια.
Τι να ψελλίσει, τι να πει ο στοχασμός;
Παγώνει πάνω στης νύχτας τα σκοτάδια.

Συνηθισμένη η ζωή μου
Φιλοσοφημένη δραματική υποταγή
Στο πεπρωμένο.

Παναγιώτα Ζαλώνη

Ο έρωτας


Έτσι, χωρίς αιτία,
πλημμύρισες με φως
και τα λευκά φτερά σου,
τον κόσμο αγκάλιασαν.

Κατάβαθα απορώντας,
πώς ευλογήθηκες,
τον ιερό σου ρόλο,
μ’ αγάπη δέχτηκες.

Έκτοτε ζεις στα νέφη,
με νέφη τρέφεσαι,
στα νέφη αποκοιμιέσαι
κι όλοι σε προσκυνούν.

Μέχρι και τ’ αγγελούδια,
σε σένα τρέχουνε,
να σε συμβουλευτούνε,
γιατί είσαι ο έρωτας.

Αρώτητα ανατέλλεις,
αξήγητα βυθάς,
χτίζεις χρυσά παλάτια
και μαύρα κάτεργα.

Παναγιώτης Θ. Τουμάσης

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 19, 2010

Στο ίδιο παλτό


(Ποίημα με επτά χαϊκού)

Στο ίδιο παλτό
μέσα στο ξεροβόρι.
Μεις και ο Έρωτας.

Πισοπατάω
στα δικά σου αχνάρια
και δεν σε χάνω

Ναι, εσύ εμπρός
ψηλά η πανσέληνος
κι εγώ ξοπίσω.

Στο στόμα φιλί
κρατάς για το μπούστο μου
το ανασαίνω.

Ωδές σιωπών.
Οι εκκλησίες μου παίζουν
«Χαράς αναζήτηση».

Σπάει η καρδιά.
Το κάλλος σκορπίζω.
Δάφνη φυτρώνει.

Δάφνη, Αγάπη,
μοιράζεις τα φύλλα της.
Τι γαλαντόμος!

Παναγιώτα Ζαλώνη

Ραλλού


Από ανοιχτά παράθυρα, κορίτσια, μέσες λυγερές,
γέρνουν, σαν στάχυα κίτρινα· σκιές ονείρου σιωπηλές.

Μα εγώ φωνάζω, εσένανε, Ραλλού,
να ’ρθεις, ξανά, σαν φως αυγερινού.

Νερά σε βάλτους, στάσιμα, λούζομαι κάθε χαραυγή,
καθώς του δειλινού θαμπό, το χρώμα που ’χω στην ψυχή.

Και τώρα εδώ, φωνές, για σε, Ραλλού,
καημός, σου λεν, μη γίνεις, του χαμού.

Τρελά πουλιά στον άνεμο οι θύμησες ψηλά πετούν,
και στήνω ξόβεργες στο νου, παγίδες, μήπως και πιαστούν.

Σε ψάχνω στα χαλάσματα, Ραλλού,
για δείχτες έχω λάμψη κεραυνού.

Της λησμονιάς νερό να πιω, μου λες, να σε ξεχάσω,
πηγάδι ανάμνησης εσύ, και πώς να ξεδιψάσω;

Απλώνω χέρια στο κενό, Ραλλού,
πιάνω πουλιά ξενιτεμού.

Ποθώ να έρθω να σε δω, μα λένε πως χορεύεις
στην πέρα άκρη του γιαλού, καρδιές και νιους κουρσεύεις.

Γυμνά τα στήθη κολυμπάς, Ραλλού,
μαλλιά λυτά στ΄ αστέρια τ’ ουρανού.

Μη φεύγεις, πέλαγα αλλού μη βάζεις στο μυαλό σου,
το χείλος θαν’ βαθύ γκρεμού, εκεί ο πηγαιμός σου.

Κραυγές μες στο σκοτάδι σου, Ραλλού,
μ’ Αγγέλους, ψέλνω άσμα γυρισμού.

Νίκος Μπατσικανής

Πέλαο, σού μιλώ


Πέλαο, σού μιλώ!
Θες να δεις το βάμμα της αυγής;
Κάτω στο γιαλό,
βάζουν τους πνιγμένους καταγής!

Σώματα νεκρά!
Τσακισμένο πλοίο στο βυθό!
Κόκκινα νερά,
μέτρα μου τις ώρες για να 'ρθώ!

Μάνες και παιδιά!
Πούθε φτάσαν, πού πηγαίνουν, πού;
Και στην αμμουδιά,
τι προσμένουν τώρα, του λοιπού;

Κρότοι κι αστραπές!
Βίβα, το φαρμάκι της ζωής!
Ό,τι θέλεις πες,
σήκωσε το κύμα σου δια βοής!

Ω, τρανή πομπή!
Στέλνουν ΣΟΣ και σού τρυπούν τ' αυτιά!
Βουίζουν οι πομποί,
λασπωμένη η μπότα του σκαφτιά!

Άρρωστο μυαλό!
Όμορφη γοργόνα μου κι αγνή.
Πέλαο, σού μιλώ!
Θες να δεις η αγάπη πώς πονεί;

Παναγιώτης Θ. Τουμάσης

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 18, 2010

Όταν η νύχτα έρχεται...

Το ποίημα που ακολουθεί είναι σε LED μορφή. Μια νέα τεχνολογία, που εδώ τη χρησιμοποιούμε δοκιμαστικά. Η κάθε στροφή από τις τρεις συνολικά του ποιήματος, βρίσκεται μέσα στο δικό της ξεχωριστό scrolling bar.







Παναγιώτης Θ. Τουμάσης

Τρίτη, Φεβρουαρίου 16, 2010

Χάρτινος αετός


Ψηλά που θ’ ανεβαίνω,
σαν χάρτινος αετός,
τα πλούτη θα χορταίνω,
θα γίνω δυνατός.

Κάτω κι αλάργα θα ’ναι,
οι αδιάφοροι αστοί,
που τρώνε και γλεντάνε,
καρνάβαλοι σωστοί.

Με σάμπα, μακαρένα
κι ακούσματα γνωστά,
μπορεί να δω και σένα,
να προχωράς μπροστά.

Είν’ η φωνή σου πλάνα,
δεν την ξεχνώ ποτέ,
σαν αφροαμερικάνα,
σε πίστα βαριετέ.

Μέσα στην παραζάλη
του ψέματος αυτού,
θα ψάχνω στα ύψη πάλι,
της ουτοπίας τα ατού.

Παναγιώτης Θ. Τουμάσης

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 15, 2010

Για τον έρωτα γράφω...


Κάθε φορά που για τον έρωτα γράφω,
παιδί που εξετάσεις δίνει, νιώθω.
Φέτος για την επέτειο του εικόνες βάφω.
Επέτειος όχι γιορτή, λέω κι υπογράφω!

Μία επέτειος που μας θυμίζει ότι…
η διάρκεια μιας μέρας…
μοιάζει με μικροσκοπική αγκαλιά.
Δεν χωρά να σφίξει ούτε τον μικρότερο κτύπο της.

Ο έρωτας γιορτάζει…
Κάθε που ζωντανό σε κάνει,
που σου θυμίζει πως…
κάποια αστέρια σε σκέφτονται, σε ποθούν.

Μια χαραμάδα έρωτα
ανοικτή να αφήνεις …
…και αυτό ήταν.
η κάθε μέρα γιορτή έγινε.

Σημείωση1:

Εσκεμμένα λοιπόν περίμενα να περάσει η 12η βραδινή ώστε να στείλω-αναρτήσω το ποίημα αυτό.

Σημείωση2:

Δεν θέλω να γράψω κάτι παραπάνω για τον έρωτα, διότι μου μοιάζει με την διαδρομή που κάνει ένα πληντύριο ρούχων. Έχει διανύσει περιστρεφόμενο χιλιόμετρα, αλλά είναι ακόμη εκεί στο ίδιο ακριβώς σημείο. Και εκεί πρέπει να παραμείνει.
Έτσι και εμείς, όσα χιλιόμετρα έρωτα και αν διανύσουμε, πρέπει να μείνουμε σταθεροί στην αξία Του, την οποία καθημερινά βιώνουμε, αξιολογούμε και εκτιμούμε.

Δημήτριος Ζ. (Blog)

Σάββατο, Φεβρουαρίου 13, 2010

Τι είναι τα τάνκα;


Τάνκα (短歌, «σύντομο ποίημα»), ονομάζεται μια πολύ παλιά μορφή ιαπωνικής ποίησης. Κάθε τάνκα ολοκληρώνεται σε μόλις 31 συλλαβές. Στην επίσημη μορφή τους, τα τάνκα απαρτίζονται από πέντε στίχους των 5, 7, 5, 7 και 7 συλλαβών. Είναι μεταγενέστερα των αρχαίων γουάκα και προγενέστερα των χαϊκού.

Κατά την Χεϊανή Ιαπωνική Περίοδο (平安時代) 794-1185 μ.Χ., τα τάνκα υπήρξαν ιδιαίτερα δημοφιλή στους ανθρώπους του πνεύματος, άντρες και γυναίκες, και δήλωναν την πνευματική ανωτερότητα εκείνου που τα συνθέτει. Συνδυάζονταν με τη σχολαστική επιλογή χαρτιού και μελανιού, καθώς και μ’ ένα λουλούδι καρφιτσωμένο στο καλαίσθητο μπιλιέτο.

Σχετικά με το περιεχόμενό τους, τα τάνκα, αποτύπωναν, σχεδόν επιγραμματικά, το τέλος, την ολοκλήρωση δηλαδή ενός πράγματος, γεγονότος ή συναισθήματος. Άλλοτε μπορούσε να μιλούν για τον έρωτα ο οποίος παρήλθε οριστικά κι άλλοτε για τον έρωτα ο οποίος σφραγίστηκε με τα δεσμά του γάμου. Κάθε τι περατωμένο, ευχάριστα ή μη, βρίσκει τη θέση του μέσα σ’ ένα τάνκα.

Οι τρεις πρώτοι στίχοι (σε μετρική χαϊκού, 5-7-5), ονομάζονται στα ιαπωνικά, «καμί νο κου», «άνω ποίημα», ενώ οι επόμενοι δύο (7 και 7 συλλαβές), «σιμό νο κου», «κάτω ποίημα». Βασικό στοιχείο όλων των ιαπωνικών τάνκα είναι η ομορφιά της φύσης, όχι όμως αυτή καθαυτή, μα άρρηκτα συνδεδεμένη με την εσωτερική ψυχική κατάσταση του ποιητή τους.

Σήμερα, τα πιο παλιά και φημισμένα ιαπωνικά τάνκα, συγκεντρώθηκαν στην ολότητά τους από τους λαογράφους και μελετητές, κωδικοποιήθηκαν και βρίσκονται σε μια μεγάλη ανθολογία με τον τίτλο: «Μαν-γου-σου». («Δέκα-χιλιάδες-φύλλα»).

Verse Monkey!

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 12, 2010

Τάνκα (Συνέχεια)


Στα βιβλία μου
Να πίνεις αγίασμα
Να με θυμάσαι.

Και να μην κλαις τα βράδια
Διάφανη θα υπάρχω.


Βροντοφώναξα
όχι στην ΑΔΡΑΝΕΙΑ
Είμαι δυνατή

Και κυνηγώ τη χαρά
Το χαμένο μου γέλιο.

Παναγιώτα Ζαλώνη

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 11, 2010

Τάνκα - Παναγιώτα Ζαλώνη


Κάθετα χτυπούν
Μνησικακίες πολλές
Ν’ ανοίξουν τρύπες.

Αποτυγχάνουν πλήρως
Βρίσκουν αντισώματα.


Πρέπει να της πει
Το «Όχι» του το ορθόν,
Το ’χει έτοιμο.

Σωστή η επιλογή
Το «Ναι» βαθειά θα κρύψει.

Παναγιώτα Ζαλώνη

Χαϊκού και τάνκα


Για τα χαϊκού (στα ιαπωνικά: 俳句, δηλαδή «αστείος στίχος») μιλήσαμε σε προηγούμενη ανάρτησή μας. Είχε γίνει μάλιστα αυτό, με την ευκαιρία της δημοσίευσης ορισμένων εξαιρετικών χαϊκού της συγγραφέως και συμπαραστάτριάς μας κυρίας Παναγιώτας Ζαλώνη.

Αισθανθήκαμε την ανάγκη να επανέλθουμε στην έννοια του όρου, επειδή οι προηγούμενες πληροφορίες μας, υπήρξαν επιεικώς ελλιπείς. Συμπληρωματικά, λοιπόν, αναφέρουμε ότι τα χαϊκού υπόκεινται σε αυστηρούς κανόνες στη μετρική μα και στο νόημά τους.

Μορφολογικά απαρτίζονται από τρεις ομάδες των 5, 7, 5 συλλαβών, οι οποίες τοποθετούνται σε τρεις στίχους για έμφαση ή σε έναν, χωρισμένο με κενά. Έτσι, συνολικά αποτελούνται από 17 συλλαβές και είναι η πιο σύντομη μορφή ποίησης στον κόσμο.

Νοηματικά, τα χαϊκού στην παραδοσιακή τους μορφή, οφείλουν να περιγράφουν μια εικόνα της φύσης προσφέροντας ταυτόχρονα στον αναγνώστη στοιχεία για την εποχή του χρόνου μέσα από τις λεγόμενες «εποχιακές λέξεις» ενός παμπάλαιου ιαπωνικού κώδικα, ονόματι Κίγκο.

Σήμερα ωστόσο, οι ποιητές χαϊκού ακολουθούν μια πολύ πιο ελεύθερη φόρμα. Ο ιδρυτής του σύγχρονου χαϊκού ως αυτόνομη μορφή ποίησης ήταν ο Μασαόκα Σίκι, ο οποίος επίσης διαμόρφωσε τον όρο χαϊκού (από τους παλιότερους χαϊκάι ή χόκκου).

Ένα χαϊκού διαβάζεται σε μια αναπνοή, κάτι που δεν συμβαίνει στην προγενέστερη μορφή του, το τάνκα. Αλλά, πριν μιλήσουμε εκτενέστερα για τούτη την πιο «αρχέγονη» μορφή, ας χαρούμε – στην αμέσως επόμενη ανάρτησή μας – μερικά τάνκα της κυρίας Παναγιώτας Ζαλώνη.

Verse Monkey!

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 08, 2010

Έρωτας είναι


Έρωτας, δεν είναι να γιορτάζεις όταν λένε
Έρωτας, είναι τα μάτια σου να καίνε…
…μόνο στην σκέψη, ότι φεύγει από κοντά σου
νιώθεις να φεύγει, μαζί και η καρδιά σου.

Έρωτας είναι, κάθε μέρα να γιορτάζεις
Κάθε ηλιαχτίδα, να αγαπάς και να θαυμάζεις
…ο ουρανός, όπως φαντάστηκες να μοιάζει
πέρα απ’ αυτό, τίποτε άλλο δεν πειράζει.

Είναι στιγμές, που κουλουριάζεσαι μονάχος.
Και τυλιγμένος, όπως είσαι δακρυσμένος,
Θυμάσαι όνειρα, γεμάτα από πάθος
Που τα κοιτάς, μόνο τα βράδια θυμωμένος.

Έρωτας, δεν είναι να γιορτάζεις όταν πρέπει
Έρωτας, είναι η καρδιά να υπομένει
…και όταν έρθει η στιγμή να τ’ αποδείξει
μες στο κενό για μια αγάπη να πηδήξει.

Δημήτριος Ζ. (Blog)

Πήρα απ' το χέρι σου νερό


Ο Άκης Πάνου έγραψε αυτό το τραγούδι και, παρότι πιστεύω ότι θα έπρεπε να το τραγουδά μια αντρική φωνή, η Βίκυ Μοσχολιού κάνει ανεπανάληπτη - κυριολεκτικά ανεπανάληπτη - ερμηνεία. "Πήρα απ' το χέρι σου νερό, να το ξεχάσω δεν μπορώ, ακόμα κι αν θα στερηθώ την αγκαλιά σου"... Αγαπητοί φίλοι και φίλες, ποιητές και ποιήτριες, ο Άκης Πάνου ήταν ένας ποιητής. Δεν ξέρω αν ο ίδιος το είχε καταλάβει...

Παναγιώτης Θ. Τουμάσης

Κυριακή, Φεβρουαρίου 07, 2010

Ερωτικός αυλός

loveflute


Ερωτικός αυλός συλλαβίζει εντός μου
Θεσπέσιες παρτιτούρες.
Τις αφουγκράζομαι.

Θάρρος χρειάζεται και τόλμη
Να απαλείψουμε το α το στερητικό από τις λέξεις
Διάφορα απ’ τους νόμους της γραμματικής.

Πόθοι και παραισθήσεις
Επιθυμίες που δεν γίνονται αλήθεια
Μαγείρεψα πάλι σήμερα ρεβύθια.

Μας κατεδίωκε το τέλος
Μέχρι που έπνιξε το όνειρό μας,
Τη δίψα μας για ουρανό.

Την ακριβή του αρμύρα εκλιπαρώ
Είναι η πιο κατάλληλη απάντηση
Στον πληγωμένο ουρανό μου.

Παναγιώτα Ζαλώνη

(Από τα "Τρίστιχα δεμένα σε διαφορετικά ηχικά σχέδια", της Παναγιώτας Χριστοπούλου-Ζαλώνη).

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 04, 2010

Ελληνική Γλώσσα και Greek English


Γράφει ο Νίκος Μπατσικανής, ποιητής-συγγραφέας

Έχοντας γίνει δέκτης ορισμένων άρθρων, σχετικά με τη ζημιά που κάνουν τα greeklish στην ελληνική Γλώσσα, γνώμη μου είναι πως η βλάβη αυτή είναι πολύ μικρότερη από αυτήν που έγινε με τις δύο επεμβάσεις που έλαβαν χώρα στα 1976 και 1982, από τα αντίστοιχα κόμματα εξουσίας, και χωρίς καμία ουσιαστική αντίδραση από την, τότε, αντιπολίτευση.

Το να διδάσκεται μια λάθος Γλώσσα στα σχολεία μας είναι το μέγα πρόβλημα, και όχι πώς τη χρησιμοποιεί ο καθένας. Όταν αυτό θα γίνει αντιληπτό, τότε, ίσως, υπάρξει κάποια ελπίδα. Διαφορετικά, όπως και για πολλές άλλες αιτίες, θα πορευόμαστε "έτσι όπως", άξιοι της μοίρας μας.

Το Γένος των Ελλήνων, με τις μεγάλες αρετές, οι Έλληνες, που δώσαμε τα φώτα του Πολιτισμού, των Γραμμάτων και των Τεχνών σε όλη την Οικουμένη, θα υφιστάμεθα τις συνέπειες των επιλογών μας. Η Ελληνική, η αρχαιότερη σε χρήση Γλώσσα του Κόσμου, αλλά και μητέρα διεθνών Γλωσσών, αλλοιώθηκε και αποδυναμώθηκε, χωρίς, αλίμονο, να υπάρξει γενική αντίδραση. Και με τη λέξη αντίδραση εννοώ δυναμικές κινητοποιήσεις, δηλαδή να κατέβουμε στους δρόμους, να ζώσουμε το Πανεπιστήμιο ή την Ακαδημία Αθηνών, κι αν χρειαστεί να πάρουμε τα όπλα στα χέρια μας, και το λέω αυτό με επίγνωση των λεγομένων μου, καθώς οι επεμβάσεις οι οποίες έγιναν στη Γλώσσα μας, είναι μεγάλη απειλή για τη χώρα μας, όμοια σαν να μας επιτίθετο ξένη χώρα με σκοπό να μας καταλάβει.

Τις απόψεις μου αυτές είχα καταθέσει, γραπτώς, στην Ακαδημία Αθηνών, η οποία τις επικρότησε με επίσημο έγγραφό της.

Οι παραπάνω επισημάνσεις μου, ως ένας απλός μελετητής, δεν είναι δικές μου, μόνο. Σημαντικοί Πνευματικοί άνθρωποι, με ομιλίες και άρθρα τους, αποδεικνύουν πως το πρόβλημα είναι πολύ μεγάλο. Με τον χαρακτηριστικό τίτλο: «Καταστροφή τραγικότερη της Μικρασιατικής», ο καθηγητής Πανεπιστημίου, αλλά και φιλόσοφος, Χρήστος Γιανναράς, έγραψε, μεταξύ άλλων, σε άρθρο του στην εφημερίδα «Η Καθημερινή», στις 28/04/1996:
«Καταστροφή τραγικότερη της Μικρασιατικής, γιατί το 1922 χάθηκαν οριστικά πανάρχαιες κοιτίδες του Ελληνισμού, αλλά έτσι χάθηκε το συνεκτικό στοιχείο και θεμέλιο της διαχρονικής ενότητας του πολιτισμού των Ελλήνων: η Γλωσσική συνέχεια. Ό,τι δεν κατόρθωσαν αιώνες Pωμαιοκρατίας, Φραγκοκρατίας, Tουρκοκρατίας το πεύχαμε τώρα». (σ.σ. “εν μία νυκτί”).

Δέκα χρόνια αργότερα, ο Χρήστος Γιανναράς, επανήλθε δριμύτερος, πάλι στην Καθημερινή, στις 9/4/2006, με το άρθρο του: «Με Παρθενώνα, αλλά χωρίς Γλωσσική συνέχεια», όπου, μεταξύ άλλων έγραψε: «Όχι σαν ρητορικό σχήμα, αλλά μόνο ως μέτρο ρεαλιστικής εκτίμησης (προσωπικής και πιθανόν λαθεμένης) θα έλεγα: Προτιμότερο, από λάθος (ασφαλώς ανεπίγνωστο) να είχε γκρεμιστεί ο Παρθενώνας, παρά να έχει σπάσει πια η ζωντανή συνέχεια της ελληνικής Γλώσσας».

Επιχειρήματα προς την ίδια κατεύθυνση, δηλαδή για το τι συμβαίνει μετά τις επεμβάσεις στη Γλώσσα μας, παρέχει και η επιστολή του Ακαδημαϊκού και Καθηγητή Αντωνίου Κουνάδη. (Εφημερίδα «Η Καθημερινή», 7/1/2007, επιστολές αναγνωστών), (απόσπασμα).

«Κρίση Παιδείας - με τις αλλεπάλληλες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις - δηλαδή την έλλειψη ανθρωπιστικής Παιδείας, φορέας της οποίας είναι η ελληνική Γλώσσα - θεμελιακό στοιχείο της παγκόσμιας διανόησης - αφού αυτή υπήρξε το βασικό όχημα διαδόσεως πολιτισμού σε ολόκληρο τον κόσμο από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Ωστόσο, αποτελεί κοινό τόπο ότι η αποκοπή της νεοελληνικής από τις ρίζες της - τα αρχαία ελληνικά, την ανεξάντλητη αυτή πηγή αντλήσεως λέξεων - οδήγησε στη σημερινή αδυναμία εκφράσεως των νέων - και όχι μόνο.

Η ελληνική Γλώσσα από την εποχή του Ομήρου μέχρι σήμερα - φαινόμενο αδιάσπαστης συνέχειας, κατά τον κορυφαίο Ισπανό γλωσσολόγο και ελληνιστή Φρανσίσκο Ρ. Αντράντος - αποτελεί ένα αλληλοσυμπληρούμενο και διαχρονικά εξελισσόμενο, με τη δική του δυναμική, σύνολο. Κατόπιν των παραπάνω, είναι άκρως επιβεβλημένο να ληφθούν μέτρα προστασίας της Γλώσσας μας από τους εκάστοτε νομοθετούντες, όπως συμβαίνει και σε άλλες χώρες, π.χ. Γαλλία, Ρωσία, Ιαπωνία, Κορέα, Κίνα, Ισπανία κ.α.».

Εναρμονιζόμενος με τις απόψεις των κορυφαίων δασκάλων, και για να εξειδικεύσω το πρόβλημα, αναφέρω πως στις αλλαγές που έγιναν, όσον αφορά τις προϋποθέσεις διατήρησης του τελικού «ν», π.χ., οι υπεύθυνοι παρέβλεψαν ακόμα και το ελληνικό Αλφάβητο, αφού ξεχάσανε το τελικό «ν» που ενυπάρχει στα γράμματα «Ε, Ο και Υ», μα και άλλα τελικά «ν», που ενυπάρχουν σε τύπους χιλιάδων λέξεων, π.χ.: τουλάχιστον, εναντίον, παιδιών, αδίκων, είπαν, κ.ά., καθώς και των υπολοίπων Αντωνυμιών (έτσι που δεν προσδιορίζεται το Γένος, πλέον), αλλά, το τραγικότερο, πως σε κάποιες περιπτώσεις είναι αδύνατη και η απλή ανάγνωση κειμένων (π.χ. ο γιος της (τής) Καίτης), γεγονός που αποδεικνύει τόσο τη μωρία των υπευθύνων, αλλά και τη μεγάλη καταστροφή που έγινε στη Γλώσσα μας.

Αν οι Έλληνες τηρήσουμε τα όσα μάς επέβαλαν, θα πρέπει - αλίμονο - να λέμε: Ύψιλο, παιδιώ, τουλάχιστο, πήγαμε και δε βρήκαμε κανένα ζωντανό (άνθρωπο ή ζώο;) κ.λπ. Οι πρόσφατες αλλαγές που έγιναν, δε, και στον τρόπο διδασκαλίας και μάθησης, στο Δημοτικό, επέφεραν ένα, ακόμα, πλήγμα στη Γνώση των Ελλήνων. Και τη ζημιά την έκαναν Έλληνες, και όχι ξένος, δάκτυλος, όπως λέγεται, γι' αυτό και Έλληνες πρέπει να είναι αυτοί που θα την επανορθώσουν.

Τρίτη, Φεβρουαρίου 02, 2010

Ο άντρας της Ρένιας (απόσπασμα)


Μπορεί να ήταν η αγάπη, μπορεί και το ποίημα… Πάντως, όλα έτριζαν στο δωμάτιο, τη στιγμή της δημιουργικής κορύφωσης. Όταν η ομοιοκαταληξία «έδεσε» απόλυτα με το νόημα και το αποτέλεσμα στο χαρτί, τού φάνηκε μεγαλειώδες. «Πράγματι λοιπόν, υπάρχει τηλεπάθεια», συλλογίστηκε φευγαλέα. Το είχε αισθανθεί κι άλλοτε αυτό· από πρώτο χέρι. Συχνά έπιανε τον εαυτό του να συνομιλεί με την πρώην αγαπημένη του, κι ας μην ήταν παρούσα. Με τον ίδιο τρόπο, και το ποίημα που έγραφε τώρα, παροχέτευε ενέργεια γύρω του προκαλώντας τους ανεξήγητους θορύβους. Ή σωστότερα, ο ίδιος με τη δύναμη του μυαλού του, παροχέτευε την ενέργεια. Τηλεπάθεια, φυσικά· τι άλλο;

Για την ιστορία, το συγκεκριμένο ποίημα δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Τόσο πολύ εκστασιάστηκε απ’ το φαινόμενο των μυστηριωδών ήχων, ώστε τελικά τα θαλάσσωσε. Κοίταζε και ξανακοίταζε απογοητευμένος το χειρόγραφο, αργότερα. Πώς είναι δυνατό, οι ουρανοί να ορίζουν άλλα και τελικά όλα να γκρεμίζονται; Έλα, όμως, που είναι δυνατό… Έλα που όσο κι αν έκλαψε, όσο κι αν παρακάλεσε – στο όχι και πολύ μακρινό παρελθόν – κανένας ουρανός δε συνωμότησε για χάρη του. Κι απόμεινε ολομόναχος, ετών σαράντα-εφτά, άνεργος, στο σπίτι της χήρας μάνας του και της χωρισμένης αδερφής του. Εκτελώντας ταυτόχρονα χρέη πατέρα για τ’ ανιψάκια του.

Τοποθέτησε το κακοτελειωμένο ποίημα στο πάνω-πάνω συρτάρι του γραφείου του, εκεί όπου βρίσκονταν συγκεντρωμένα ένα σωρό άλλα. Όλα σε ένα σκισμένο κομμάτι χαρτί διπλωμένο στα τέσσερα και με τη φαρδιά-πλατιά του υπογραφή: «Ντέμης», όχι Ρούσσος, «Ντέμης Ροδινός» – πως λέμε «ρόδινος», σε οξύτονη σκάλα… Νησιώτικο όνομα, απ’ την κοσμοπολίτικη Ρόδο, τόπο καταγωγής του πατέρα του. Η μάνα του, στεριανή, Βολιώτισσα. Γνωρίστηκε με το σύζυγό της στην Αθήνα και στο πρώτο τους σπίτι, στην Κυψέλη, γεννήθηκε ο Ντέμης. Η Αγγελική κι ο Θανάσης, τα μικρότερα αδέρφια του, γεννήθηκαν στου Παπάγου. Αν και το επάγγελμα του πατέρα ήταν τυπογράφος, μεροκαματιάρης δηλαδή, το δεύτερο σπίτι κατάφερε να τ’ αγοράσει με γραμμάτια. Έτσι φύγανε απ’ το ενοίκιο. Και μέχρι το θάνατό του, δεν έμαθε ότι ο πρωτότοκος γιος του, τού έφτιαχνε δουλειά για να τυπώνει. Πού να φανταζόταν ο συμπαθής βιοπαλαιστής, τι εκκολαπτόμενο ποιητή έτρεφε στον κόρφο του!

Ο Ντέμης, είχε πολλές φορές αναλογιστεί πως, για την γκαντεμιά του με τις γυναίκες, φταίει η ποίηση. Στο ξεκίνημα των ερωτικών του περιπετειών – φοιτητής στη Φιλοσοφική Αθηνών – κάθε που προσπαθούσε να «ρίξει γκόμενα», έπιανε κουβέντα για την ποίηση και τους ποιητές. Ο Καβάφης αποτελούσε το αγαπημένο του θέμα. Όμως, ενώ όλα πήγαιναν άριστα, και το «θήραμα» έδειχνε εκστασιασμένο, στη συνέχεια έστελνε τον Ντέμη αδιάβαστο. Μια μέρα, σε κάποιο κήπο της Σχολής, στήθηκε με τις ώρες και περίμενε. Τού είχε πει εκείνη – μαύρα μαλλιά, μακριά και ίσια, παχιά ποθητά χείλη, ωραίες καμπύλες: «Περίμενέ με εδώ· δε θ’ αργήσω». Κι όχι μόνο άργησε, αλλά αμέλησε παντελώς να επιστρέψει, παρόλο που ο Ντέμης «πιστός στο λόγο του», στάθηκε ασάλευτος με τις ώρες… Ήταν πρωί κι έγινε απόγευμα, προτού το πάρει απόφαση. Χαμπάρι βέβαια, το πήρε πολύ νωρίτερα. Αχ, αυτή η ασυνέπεια μεταξύ χαμπαριού και απόφασης! Το «τραγικό χάσμα»…

Τα χρόνια πέρασαν. Πακτώθηκαν σε δυο δεκαετίες… Οι πληγές όμως; Άλλο τραγικό χάσμα και τούτο! Εκεί που μοιάζει, όλες οι ψυχικές πληγές να θεραπεύονται, η ουρίτσα τους παραμένει. Και κουνιέται πάντα σε χρόνους και τόπους που δεν τη σπέρνουν! Τότε, η Ρένια λέει: «Αντίο, Ντέμη»· κι επίσης λέει: «Θέλω να μαθαίνω καλά πράγματα για σένα, Ντέμη»· και τέλος: «Μη μ’ ενοχλείς άλλο, Ντέμη»… Στην έσχατη περίπτωση βάζει κάποιον μπρατσαρά να τον περιποιηθεί στο δρόμο… Με μια ανοιγμένη μύτη και τύχη βουνό, ο Ντέμης πάει καιρός που δεν πονάει πια. Πόνεσε είναι αλήθεια, έκλαψε πικρά, κατάφερε όμως, άπαξ δια παντός, να το καταπολεμήσει. Πώς; Μα με τον πιο απλό τρόπο! Βρήκε άλλη γκόμενα. Κι όχι μόνο μία. Βρήκε μια αρμαθιά από δαύτες.

(Από το μυθιστόρημα του Παναγιώτη Θ. Τουμάση, "Ο άντρας της Ρένιας").