Αυτή πώς θα ’θελα την παγερή βραδιά,
που πύργους στήνει ολόλευκους το χιόνι,
που από λύπη ξεχειλίζει μου η καρδιά
κι αλύπητα ο πόνος τη ματώνει,
μέσα στη φάτνη να βρεθώ τη φτωχική,
σιμά σ’ απλούς και ταπεινούς ποιμένες,
να ευφρανθώ άγιες μελωδίες θεϊκές
απ’ Αρχαγγέλων στόματα βγαλμένες.
Να γίνω ένα με τ’ ασπρόμαλλα τ’ αρνιά,
να Σου χαρίσω τη χλιαρή πνοή μου
και με αθώου παιδιού μάτια εκστατικά
να Σ’ αντικρίσω βρέφος, Λυτρωτή μου.
Να ιδώ τη μάνα, τη γλυκειά, την τρυφερή,
να Σε βαστά μέσ’ στη θερμή αγκαλιά Της,
γιο και Θεό να νανουρίζει με στοργή
Παρθένα, που θνητή ’ναι η γενιά της.
Να ιδώ τ’ αστέρι το λαμπρό, το μαγικό,
που με τ’ ασήμια του κεντάει το βράδυ
και δείχνει δρόμο στον πιστό προσκυνητή
σκορπίζοντας της άγνοιας το σκοτάδι.
Η αμαρτωλή καρδιά μου ακόμα λαχταρά
κείνη των Μάγων την περίσσια γνώση,
μα και μιαν άδολη, παιδιάστικη ψυχή
άδυτο φως αλήθειας ν’ ανταμώσει.
Ν’ ανέβει ο αίνος μου λιβάνι ευωδιαστό
στο συννεφόντυτο ουράνιο θρόνο
και με χρυσό και σμύρνα, λύτρωσης καρπό,
το είναι μου απ’ τα πάθη ν’ αλαφρώνω.
Τότε, γλυκύτατε Ιησού μου, να γενώ
μια τ’ αστεριού Σου ακτίνα θα ζητήσω
του κάθε Μάγου, που κινάει για να σε βρει,
μ’ ουράνιο φως τη στράτα να φωτίσω.
που πύργους στήνει ολόλευκους το χιόνι,
που από λύπη ξεχειλίζει μου η καρδιά
κι αλύπητα ο πόνος τη ματώνει,
μέσα στη φάτνη να βρεθώ τη φτωχική,
σιμά σ’ απλούς και ταπεινούς ποιμένες,
να ευφρανθώ άγιες μελωδίες θεϊκές
απ’ Αρχαγγέλων στόματα βγαλμένες.
Να γίνω ένα με τ’ ασπρόμαλλα τ’ αρνιά,
να Σου χαρίσω τη χλιαρή πνοή μου
και με αθώου παιδιού μάτια εκστατικά
να Σ’ αντικρίσω βρέφος, Λυτρωτή μου.
Να ιδώ τη μάνα, τη γλυκειά, την τρυφερή,
να Σε βαστά μέσ’ στη θερμή αγκαλιά Της,
γιο και Θεό να νανουρίζει με στοργή
Παρθένα, που θνητή ’ναι η γενιά της.
Να ιδώ τ’ αστέρι το λαμπρό, το μαγικό,
που με τ’ ασήμια του κεντάει το βράδυ
και δείχνει δρόμο στον πιστό προσκυνητή
σκορπίζοντας της άγνοιας το σκοτάδι.
Η αμαρτωλή καρδιά μου ακόμα λαχταρά
κείνη των Μάγων την περίσσια γνώση,
μα και μιαν άδολη, παιδιάστικη ψυχή
άδυτο φως αλήθειας ν’ ανταμώσει.
Ν’ ανέβει ο αίνος μου λιβάνι ευωδιαστό
στο συννεφόντυτο ουράνιο θρόνο
και με χρυσό και σμύρνα, λύτρωσης καρπό,
το είναι μου απ’ τα πάθη ν’ αλαφρώνω.
Τότε, γλυκύτατε Ιησού μου, να γενώ
μια τ’ αστεριού Σου ακτίνα θα ζητήσω
του κάθε Μάγου, που κινάει για να σε βρει,
μ’ ουράνιο φως τη στράτα να φωτίσω.
Της Ηρώς-Χρυσάνθης Αλεξανδράκη
(Από το βιβλίο της, "Αναζητώντας" - Εκδόσεις Ποντοπόρεια Εκδοτική). V.M.!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου