(Ιεζεκιήλ, κεφ. 36, στ. 26)
Με κούρασε η καρδιά μου ν' αγαπά,
να αιμορραγεί, να κλαίει, να βαλαντώνει,
να τη συντρίβει έχθρα κι απονιά
κι άσπλαχνος ξένος πόνος να τη λιώνει.
Δεν άντεχα να βλέπω που η κουτή,
ενώ βιασμό άλλο πια δεν εβαστούσε,
χαμοσερνόταν άλαλη, βουβή,
σπαρτάραγε, βογγούσε..., όμως ζούσε.
Ώσπου της Κίρκης πήρα το ραβδί
και την κρυφάγγιξα δειλά ένα βράδυ,
πέτρωσ' ευθύς, σταμάτησε να ζει,
θάφτηκε σ' αυτολύπησης σκοτάδι.
Άκαμπτη πια η καρδιά μου, σκοτεινή,
ολημερίς τις πίκρες της μετράει,
λογιάζει βάσανά της και θρηνεί,
τα πάθια της διηγιέται κι αγρυπνάει.
Νεκρή καρδιά δε θέλω κι αδειανή,
τελματωμένη στο δικό της πόνο.
Καρδιά, Κύριε, από σάρκα ζωντανή,
για όλους να πονεί, αυτό θέλω μόνο.
Της Ηρώς-Χρυσάνθης Αλεξανδράκη
Από το βιβλίο της "Αναζητώντας", των Εκδόσεων Ποντοπόρεια Εκδοτική. Ιδού πως η "στρατευμένη ποίηση" (θρησκευτική εν προκειμένω), μπορεί να μην είναι "στρατευμένη", όταν η δημιουργός της έχει ακλόνητη την πίστη στην υψηλή Ιδέα που πρεσβεύει και δια της πίστης της αυτής, μετέρχεται την Έμπνευση και την μετουσιώνει σε τόσο Αληθινό Στίχο. Διψά η ψυχή να διαβάζει τέτοια έργα. V.M.!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου