Πρώτη παρουσίαση του πιο κάτω ευθυμογραφήματος πριν από αρκετά χρόνια, στο ραδιόφωνο του Σκάι 100,3 από τον Τζίμη Πανούση. Διασκευή: Παναγιώτης Θ. Τουμάσης.
Μια φορά κι έναν καιρό, τη βυζαντινή εποχή, ήταν ένας ευνούχος που είχε μια φοβερή εμμονή! Η εμμονή του, είχε να κάνει με τη βασίλισσα, την οποία δεν είχε ακριβώς ερωτευτεί – και πώς άλλωστε να την ερωτευτεί, ευνούχος ων; – αλλά να, δεν μπορούσε να ησυχάσει με τίποτα καθώς ήθελε οπωσδήποτε να χώσει το κεφάλι του ανάμεσα στα υγρά σκέλια της. «Βρε πώς θα το καταφέρω, βρε πώς θα το καταφέρω», πιάνει μια και δυο και εξομολογείται το μέγα πάθος του στο γιατρό του παλατιού.
«Πω, πω»! Τού είπε ο γιατρός. «Τι λες, βρε ευνούχε; Θέλεις να το κάνεις αυτό στη βασίλισσα; Τι θα πει τότε ο γενναίος μας αυτοκράτορας»;
«Είχα μια σκασίλα για το τι θα πει ο γενναίος μας αυτοκράτορας»! Απάντησε ο ευνούχος. «Εγώ τούτο έβαλα στο μυαλό μου κι αν δε βρεθεί τρόπος να το πραγματοποιήσω, θα πεθάνω»!...
«Χμ»... Σκέφτηκε ο γιατρός. «Για στάσου άνθρωπέ μου, ίσως μπορώ να σε βοηθήσω… Αλλά, εάν σε βοηθήσω και σού βρω τελικά έναν τρόπο για να χώσεις το κεφάλι σου ανάμεσα στα υγρά σκέλια της βασίλισσάς μας, εσύ τι θα μού δώσεις»;
«Κάνε μου αυτό το ψυχικό, γιατρέ, και θα σού δώσω εκατό χρυσά νομίσματα», έταξε με την αδρεναλίνη του στα ύψη ο ευνούχος.
«Πολύ ωραία», συμφώνησε ο γιατρός, «περίμενε και θα σε ειδοποιήσω»!
Την επόμενη μέρα, τα ξημερώματα, ο γιατρός εισχώρησε κρυφά στα ενδότερα του βασιλικού ζεύγους κι έριξε κάμποση φαγουρόσκονη στο εσώρουχο της βασίλισσας, το οποίο σημειωτέον ήταν στρινγκάκι. Κι όταν η βασίλισσα φόρεσε το στρινγκάκι της, την έπιασε μια φαγούρα χωρίς προηγούμενο!
«Άου»! Τσίριζε! Χρατς, ξυνότανε. Ώσπου το πράγμα έφτασε σε απελπισία. Ο γενναίος αυτοκράτορας και σύζυγός της, μη αντέχοντας να βλέπει το βασανιστήριό της, φώναξε (ποιον άλλο;) το γιατρό του παλατιού κι αυτός, με τη σειρά του, γνωμοδότησε πως μόνο ένα «ειδικό σάλιο» θα μπορούσε να λύσει το πρόβλημα…
Τού ανατέθηκε πάραυτα να αναζητήσει επειγόντως έναν αυλικό με αυτό το «ειδικό σάλιο» κι ύστερα από μια ψευτοεξέταση πολλών και διάφορων, αποφάνθηκε πως το ειδικό «σάλιο» το διαθέτει μόνο ένας άνθρωπος, ο συγκεκριμένος ευνούχος. Ο αυτοκράτορας διέταξε να καλέσουν τον ευνούχο και με το σάλιο του να θεραπεύσει τη βασίλισσα…
Ο γιατρός στο μεταξύ έφτιαξε το αντίδοτο της φαγούρας και το έδωσε στον ευνούχο να το πιει, ώστε το σάλιο του πράγματι να κάνει και τη θεραπευτική δουλειά, πέραν των …άλλων.
Με τούτα και με κείνα, ο ευνούχος βρέθηκε μέσα στα βασιλικά δώματα και για τέσσερις ώρες – τόσο ήταν το χρονικό διάστημα που είχε ορίσει ο γιατρός πως πρέπει να διαρκέσει η θεραπεία – με τη γλώσσα του δούλευε ακάματα πάνω στο υπέροχο (μπιπ…) της βασίλισσας! Όταν τέλειωσε, με το καλό, έφυγε και πήγε στο σπίτι του, όπου βρήκε να τον περιμένει ο γιατρός, ο οποίος μ’ ένα πονηρό χαμογελάκι τον ρώτησε αν όλα πήγαν κατ’ ευχήν…
«Τέλεια, γιατρέ, τέλεια»! Φώναξε ξαναμμένος ο ευνούχος.
«Χαίρομαι! Και τώρα, φυσικά, θα μού πληρώσεις την αμοιβή μου»... Είπε ο γιατρός.
Αλλά και στη βυζαντινή εποχή, όπως και σήμερα άλλωστε, οι άνθρωποι δεν αποδεικνύονται πάντα συνεπείς στις οικονομικές τους υποχρεώσεις. Και, μάλιστα, πολύ περισσότερο όταν έχουν ήδη επωφεληθεί. Στο κάτω-κάτω, ο ευνούχος δεν κινδύνευε μήπως ο γιατρός τον καταγγείλει, γιατί αν μαθαινόταν η απάτη, ο γιατρός θα είχε σίγουρα κακά ξεμπερδέματα. Και έδιωξε το γιατρό, λέγοντάς του πως δεν πρόκειται να τον πληρώσει στον αιώνα τον άπαντα.
«Καλάαα… Πίσω έχει η αχλάδα την ουράαα»... Έκανε τραγουδιστά ο γιατρός και έφυγε. Την επόμενη μέρα, πήρε την υπόλοιπη φαγουρόσκονη και την έριξε μέσα στο σέξυ μποξεράκι του αυτοκράτορα…
Το ηθικό δίδαγμα; Να πληρώνετε πάντοτε τα χρέη σας!...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου