Δευτέρα, Φεβρουαρίου 28, 2011

Barfly


Η Τζέην,
που είναι πεθαμένη εδώ και 31 χρόνια,
δεν θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί
ότι θα έγραφα ένα σενάριο για τις μέρες που πίναμε μαζί
και ότι θα γινότανε ταινία
και ότι μια όμορφη ηθοποιός θα έπαιζε τον δικό της ρόλο.

Μπορώ ν’ ακούσω την Τζέην τώρα:
Μια όμορφη ηθοποιός; μα, για όνομα του Θεού!

Τζέην, έτσι είναι οι σώου μπίζνες,
γι’ αυτό πήγαινε, αγαπημένη μου, πάλι να κοιμηθείς,
γιατί όσο σκληρά κι αν προσπαθήσουνε
δεν θα μπορέσουνε να βρουν καμμία ακριβώς σαν εσένα

κι ούτε κι εγώ θα μπορέσω…

Τσαρλς Μπουκόφσκι

Απόδοση στα Ελληνικά: Χριστίνα (Μαβιά Ηχώ)

Poetry-Literature

Κατ' εικόνα


Έρχονται πάντα μοναχοί σάμπως φοβούνται
τα μάτια κλείνουν και τ’ αυτιά να μη θυμούνται
φώτα του δρόμου στα ταξίδια τους τα νέφη
είν’ ένας κόσμος ο θυμός κι όλο τους γνέφει.

Τη βρίσκει ο φάρος μοναχή να βηματίζει
οχιά σε ξέπυρα λιθάρια νανουρίζει
κι απόψε λύσσα κι ευλογιά θα μοιραστούνε
αυτά τα σάρκινα στοιχειά που την ποθούνε.

Αυτή η φωνή μες το κενό που ταξιδεύει
αυτό το κύμα που δε βρέχει κι αγριεύει
τι κι αν ουρλιάζω τρέχει ο χρόνος και τον χάνω
ψέμα κι αλήθεια τι μετρούν σα δεν την φτάνω.

Έρχετ’ η μνήμη μουσαφίρισσα να τάξει
τα δευτερόλεπτα τ’ ονείρου πριν χαράξει
μαντήλι δένω στο λαιμό κι η Δεισδαιμόνα
χαρίζει πύρινες ματιές στον κατ’ εικόνα.

Ζάχος Κανταδόρος

Poetry-Literature

Η μονάδα της μοναξιάς


Δυο πυγολαμπίδες στο σκοτάδι
Χορεύουμε το χορό της μοναξιάς μας
Οι φωτεινές μας πιρουέτες
δυσανάγνωστα ιερογλυφικά
.................................. των πόθων μας

Πειθαναγκάζουμε τα πάθη μας,
οριοθετώντας τις επιθυμίες μας
Αποφεύγουμε την έκρηξη
μειώνουμε την εντροπία,
................................... με την τάξη

Καθώς τη μελωδία της ζωής,
................................... ομορφαίνουν
οι παράφωνες κραυγές των νεοσσών
Με τις αστείρευτες τρυφερότητες
των παραμυθιών μας
Γαλουχούμε άπτερους νεοσσούς
Παρηγορούμε ξεπουπουλιασμένους
..................................... Ικάρους
Που τιμώρησε ο ήλιος
στα υβριστικά τους πετάγματα

Είμαστε σωσίβια αγάπης
για άσωτους κούρους
......................... και πεπλανημένες κόρες
Ο μπαμπάς και η μαμά
Σε πόνο γλυκό, βαθιά ενωμένοι
Αλληλέγγυα ζεμένοι, στον ίδιο τροχό
Ένα ζεύγος προβολέων
που διαλύουν τα σκοτάδια

Όμως καθώς βραδιάζει
Όλο και περισσότερο πείθομαι,
πως η μονάδα μέτρησης της μοναξιάς
είναι το δύο.

11 Ιανουαρίου 2010

Γιάννης Ποταμιάνος

Poetry-Literature

Κυριακή, Φεβρουαρίου 27, 2011

Παλαμάς - 68 χρόνια από το θάνατό του


Γράφει ο Νίκος Μπατσικανής

Ο Κωστής Παλαμάς, ο νεώτερος εθνικός μας βάρδος (Πάτρα, 13 Ιανουαρίου 1859 - Αθήνα, 27 Φεβρουαρίου 1943) ήταν ποιητής, πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας, ιστορικός και κριτικός της Λογοτεχνίας. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές, με σημαντική συνεισφορά στην εξέλιξη και ανανέωση της νεοελληνικής Ποίησης.

Μετά την αποφοίτησή του από το γυμνάσιο, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα το 1875, όπου γράφτηκε στην Νομική Σχολή. Σύντομα όμως εγκατέλειψε τις σπουδές του αποφασισμένος να ασχοληθεί με τη Λογοτεχνία.

Από το 1875 δημοσίευε σε εφημερίδες και περιοδικά διάφορα ποιήματα. Η πρώτη του αυτοτελής έκδοση ήταν το 1878 το ποίημα "Μεσολόγγι". Από το 1898 εκείνος και οι δύο φίλοι και συμφοιτητές του Νίκος Καμπάς (με τον οποίο μοιραζόταν το ίδιο δωμάτιο) και Γεώργιος Δροσίνης άρχισαν να συνεργάζονται με τις πολιτικές-σατιρικές εφημερίδες "Ραμπαγάς" και "Μη χάνεσαι".

Το 1886 δημοσιεύτηκε η πρώτη του ποιητική συλλογή Τραγούδια της Πατρίδος μου στη δημοτική γλώσσα, η οποία εναρμονίζεται απόλυτα με το κλίμα της Νέας Αθηναϊκής Σχολής. Το 1887 παντρεύτηκε την συμπατριώτισσά του Μαρία Βάλβη, με την οποία απέκτησαν τρία παιδιά. […] Ένδειξη της καθιέρωσής του ως ποιητή ήταν η ανάθεση της σύνθεσης του Ύμνου των Ολυμπιακών Αγώνων, το 1896.

«Αρχαίο πνεύμα αθάνατο, αγνέ πατέρα
του ωραίου, του μεγάλου και του αληθινού,
κατέβα, φανερώσου κι’ άστραψε εδώ πέρα
στη δόξα της δικής σου γης και τ’ ουρανού».

Το 1898, μετά τον θάνατο του γιου του Άλκη σε ηλικία τεσσάρων ετών, δημοσίευσε την ποιητική σύνθεση "Ο Τάφος". Το 1897 διορίστηκε γραμματέας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, απ' όπου αποχώρησε το 1928. Το 1918 του απονεμήθηκε το Εθνικό Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών, ενώ από το 1926 αποτέλεσε βασικό μέλος της Ακαδημίας των Αθηνών, της οποίας έγινε πρόεδρος το 1930.

Κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 ο Κωστής Παλαμάς μαζί με άλλους Έλληνες λογίους προσυπέγραψε την Έκκληση των Ελλήνων Διανοουμένων προς τους Διανοούμενους ολόκληρου του Κόσμου με την οποία αφ' ενός μεν καυτηριάζονταν η κακόβουλη ιταλική επίθεση, αφ' ετέρου δε, διέγειρε την παγκόσμια κοινή γνώμη σε επανάσταση συνειδήσεων για κοινό νέο πνευματικό Μαραθώνα.

Τρεις μέρες μετά την κήρυξη του Ελληνοαλβανικού πολέμου (1η Νοεμβρίου 1940), απευθύνεται στα νιάτα της Ελλάδας:

«Αυτό κρατάει ανάλαφρο μεσ’ την ανεμοζάλη
το από του κόσμου τη βοή πρεσβυτικό κεφάλι,
αυτό το λόγο θα σας πω, δεν έχω άλλο κανένα
Μεθύστε με τ’ αθάνατο κρασί του Εικοσιένα!»

Πέθανε στις 27 Φεβρουαρίου του 1943. Η κηδεία του έμεινε ιστορική καθώς μπροστά σε έκπληκτους Γερμανούς κατακτητές χιλιάδες κόσμου τον συνόδευσε στην τελευταία του κατοικία, στο Α΄ νεκροταφείο Αθηνών, ψάλλοντας τον εθνικό ύμνο. Κι ενώ το φέρετρο κατέβαινε στον τάφο, ακούστηκε η βροντώδης και θαρραλέα φωνή του Άγγελου Σικελιανού στον ύστατο ποιητικό – εθνικό αποχαιρετισμό, που ήταν ταυτόχρονα και μια δυναμική αντιστασιακή πράξη μπροστά στα μάτια των εμβρόντητων κατακτητών.

«...Ηχήστε οι σάλπιγγες... / καμπάνες βροντερές / δονήστε σύγκορμη τη χώρα / πέρα ως πέρα... Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα! Σημαίες της λευτεριάς, ξεδιπλωθείτε!»

Ήταν υποψήφιος για το Βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας αρκετές φορές από το 1926 έως το 1940. Σήμερα "τιμής ένεκεν" φέρεται αφιερωμένη στο όνομά του μεγάλη αίθουσα εκθέσεων του πολυχώρου Τεχνόπολις στην Αθήνα.

Το ποιητικό του έργο είναι μεγάλο σε έκταση και σε σημασία και είχε τεράστια απήχηση στην εποχή του. Διαμετρικά αντίθετες πολιτικές και πνευματικές προσωπικότητες όπως ο Κωνσταντίνος Τσάτσος και ο Νίκος Ζαχαριάδης αισθάνθηκαν την ανάγκη να τοποθετηθούν απέναντι στον Δωδεκάλογο του Γύφτου. Ο Μίκης Θεοδωράκης έχει πει ότι ο Παλαμάς είχε μεγαλύτερη επιρροή από 10 Πρωθυπουργούς. Το ενδιαφέρον για το έργο του μειώθηκε στην μεταπολεμική Ελλάδα όταν αφενός επικράτησαν διαφορετικά αισθητικά ρεύματα και αφετέρου υποχώρησε το ενδιαφέρον για την ποίηση γενικότερα.

Η κορυφαία έκφραση της "λυρικής σκέψης" του Παλαμά είναι Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου (1907). Στο πνευματικό του ταξίδι ο Γύφτος θα γκρεμίσει και θα ξαναχτίσει τον κόσμον όλο. Θα απαρνηθεί τη δουλειά, την αγάπη, τη θρησκεία, τους αρχαίους, τους βυζαντινούς και όλες τις πατρίδες αλλά και θα τα αναστήσει όλα μέσα από την Τέχνη, μαζί και τη μεγάλη χίμαιρα της εποχής, τη Μεγάλη Ιδέα. Θα υμνήσει τον ελεύθερο λαό του, αλλά θα τραγουδήσει και έναν νιτσεϊκό αδάκρυτο ήρωα.

ΠΟΙΗΤΙΚΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ: Τραγούδια της πατρίδος μου (1886), Ύμνος εις την Αθηνάν (1889), Τα μάτια της ψυχής μου (1892), Ίαμβοι και ανάπαιστοι (1897), Τάφος (1898), Οι χαιρετισμοί της Ηλιογέννητης (1900), Η ασάλευτη ζωή (1904), Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου (1907), Η φλογέρα του Βασιλιά (1910), Οι καημοί της λιμνοθάλασσας (1912), Σατιρικά Γυμνάσματα (1912), Η πολιτεία και η μοναξιά (1912), Βωμοί (1915), Τα παράκαιρα (1919), Τα δεκατετράστιχα (1919), Οι πεντασύλλαβοι- Τα παθητικά κρυφομιλήματα- Οι λύκοι- Δυό λουλούδια από τα ξένα (1925), Δειλοί και σκληροί στίχοι (1928), Ο κύκλος των τετράστιχων (1929), Περάσματα και χαιρετισμοί (1931), Οι νύχτες του Φήμιου (1935), Βραδινή φωτιά (1944, μεταθανάτια έκδοση επιμελημένη από τον γιο του Λέανδρο).

ΠΕΖΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ: Θάνατος παληκαριού, διήγημα, (1901), Διηγήματα (1920),
Τρισεύγενη, Θεατρικό δράμα (1903) και πάρα πολλά Δοκίμια.

Πολλά έργα του μεταφράστηκαν στην αγγλική, γερμανική, ιταλική, ισπανική αραβική και τουρκική γλώσσα.


Poetry-Literature

Σάββατο, Φεβρουαρίου 26, 2011

Ένα τριαντάφυλλο


(Μετάφραση από το αγγλικό ποίημα του ιδίου, "A rose")

Πετούσε ένα τριαντάφυλλο την νύχτα χτες,
πάνω από το κρεβάτι μου, που ’χα ξαπλώσει,
στο μάγουλό μου μ’ άγγιξε κι ύστερα – δες! –
όλα με κόκκινη μπογιά, τα ’βαψε, τόση!

«Ποιος το ’στειλε;» σκεφτόμουνα μες σε λυγμούς
«και πέρασε τα σύνορα τούτου του κόσμου,
παρόλο που ’ν’ ανύπαρκτο, το φτιάχνει ο νους,
το βλέπω με τ’ αλλιώτικα, τα μάτια εντός μου»!

Ν’ αναβοσβήνει ούτ’ έπαψε μήτε στιγμή,
μέχρι που μάταια πάσχιζα να μπω και πάλι
στον ύπνο· κι έτρεμα απ’ τη μια, μη φύγει μη
κι αχόρταγα ήθελα να το θωρώ, απ’ την άλλη!

Κάποια φορά, στα χέρια μου το ’πιασα, να,
ως το ταβάνι φτάνοντας, σαν ελατήριο,
μα με πουλί κείνο έμοιαζε, που σπαρταρά,
και το ’σπρωξα ξανά ψηλά να βγει απ’ το κτίριο!

Κοιμήσου, αγάπη μου, σε τόπο μυστικό,
μια μουσική μουρμούριζε, για ώρα καμπόση,
πετούσε ένα τριαντάφυλλο την νύχτα εδώ,
πάνω από το κρεβάτι μου, που ’χα ξαπλώσει…

Κάντε κλικ εδώ για να δείτε το πρωτότυπο στα Αγγλικά

A rose

Παναγιώτης Θ. Τουμάσης

Poetry-Literature

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 23, 2011

Στην κόρη μου


Μια μπαλάντα,

Να τραγουδήσουμε μαζί το καλοκαίρι,
μέσα στο φως του Αυγούστου το πυκνό
να τραγουδήσουμε,
και να υμνήσουμε
και να υμνήσουμε, να ξαναζήσουμε
σαν να ’φυγε το αγκάθι,
αυτό που πόνεσε
και πόνο φόρεσε το σώμα, για να μάθει.

Να τραγουδήσουμε μαζί το καλοκαίρι
δίχως στιγμή, δίχως στιγμή πια να μας νοιάζει
το ποιο πικρό μαράζι.
Να τραγουδήσουμε και να υμνήσουμε, να ξαναζήσουμε
σαν να έφυγαν τα λάθη,
αυτά που κάψαμε
μα δεν ξεχάσαμε αυτά που έχουμε πάθει.

Μείνε κοντά μου κρίνο του Απρίλη
άνθισε και τον Αύγουστο, κατακαλόκαιρο
τότε που ο λίβας γέννησε και την δική σου μάνα
και εκείνη έγινε νερό για την δική σου βρύση
για να σου λύσει, όλα εκείνα, που με αυτά
σε είχε δέσει η ζωή,
όλα εκείνα, που με αυτά
σε είχε πονέσει
και είχες πέσει
μα όχι ψυχή μου για πολύ.

Μείνε κοντά μου κρίνο του Απρίλη
άνθισε και τον Αύγουστο, κατακαλόκαιρο
και με κρινόνερο, πλύνε την ματωμένη μου ψυχή.
Μείνε μα όχι για πολύ…
Άνοιξε τα φτερά σου, θα ’μαι κοντά σου…
για να πετάμε στην ζωή…

Αθηνά (Martin Luther Queen)

Poetry-Literature

Μετά


Είχες, ήδη, έρθει, πριν την άφιξή σου...
Ο καιρός προετοίμαζε επί μακρόν
το σκηνικό - με την ηθική αστάθεια της τρικυμίας
το σενάριο - με την τραγική επίγνωση του ναυαγίου
τους ρόλους - με την άλω του αντιήρωα
στην ενδελεχή αναζήτηση του κινδύνου...

Δεν είχες καμμιά επιλογή για τη φύση της διανομής...
Δεν ήθελα καμμιά απόδειξη για την αυθεντικότητά σου...

Ποιός ξέρει, άραγε
γιατί φοβήθηκες
μην ανακαλύψεις
ότι ήσουν ζωντανός...

Χριστίνα (Μαβιά Ηχώ)

Poetry-Literature

Ποιος (μάσκες)


Δεν συγχωρώ το γέλιο τ’ ακριβό
ούτε τα μάτια εκείνα τα μεγάλα
για τ’ όνειρο που κράτησα κρυφό
με ρώταγες τα βράδια μες στη σάλα.

Μου φόραγες τις μάσκες τις χλωμές
κι ας ούρλιαζε η ψυχή μου πως δεν είμαι
δεν ξέρω πόσους πόθησες ληστές
στο μαύρο των χειλιών σου μέσα κείμαι.

Τα λόγια τα λειψά σου δε μετρώ
το πιο μεγάλο ψέμα ήταν δικό μου
κατάφερα και ψέλλισα πως ζω
κι αγκάλιαζα σφιχτά το θάνατο μου.

Τα βράδια της αγάπης τα μικρά
τα βράδια του θανάτου τα πελώρια
σου ζήταγα ένα χτύπο απ’ την καρδιά
μου ζήταγες να παίξω δίχως όρια.

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

Ο ήλιος λέει θα ’ρθει να μας βρει
το χέρι σου θα πιάνει το δικό μου.
Ξυπνήσαμε μαζί την Κυριακή…
αν ζούσα… έτσι θα ’ταν τ’ όνειρο μου.

Ζάχος Κανταδόρος

Poetry-Literature

Απρόσμενο


Πληγή ’ναι να σ’ αρνιέται το μολύβι,
την ώρα που παρακαλείς να γράψεις.
Πληγή, την ομορφιά της να σού κρύβει
μια μέρα γεννημένη για να κλάψεις.

Τα ποιήματα τ’ αγέννητα θρηνούνε,
καθώς το σπέρμα απά στο μαξιλάρι.
Τα χρόνια στο πηγάδι πέφτουν, που ’ναι
στην άκρη αυτού του δρόμου που ’χεις πάρει.

Το Απρόσμενο ετοιμάζει ανυπερθέτως,
την επί της Σκηνής εμφάνισή του.
«Μη χάσετε το πρόγραμμά μας φέτος,
αμφίνοο θαύμα στο άδυτο του αδύτου»!

Σοφός, αφότου πάθεις, θα λογιέσαι,
τρανός, όταν λειανθεί το μεγαλειώδες.
Γενναίος, μόλις στ’ αγκάθια θα κυλιέσαι
ανένδυτος στο σώμα και στους πόδες.

Παναγιώτης Θ. Τουμάσης

Poetry-Literature

Τρίτη, Φεβρουαρίου 22, 2011

Νύχτα Αποκριάς


Απόψε συλλογίστηκα «τι πρέπει να φορέσω;»
μες την αποκριάτικη τη φεγγαροβραδιά.
Να βάλω της φενάκης τα ρούχα τα μαβιά
μήπως και καταφέρω στο «μάταιο» ν’ αρέσω;

Νίκη Μιχαήλ Κατσικάδη

Poetry-Literature

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 21, 2011

Με σημάδεψες


Όλα τ’ άλλα ήταν κομμάτια από εσένανε.
Αυγουστιάτικο μπουρίνι με ναυάγησες.
Ό,τι πιο όμορφο έχω ζήσει ήσουνα εσύ,
κράτησε όσο μια δύση, μιαν Ανατολή.

Όλα τ’ άλλα ήταν κομμάτια από εσένανε.
Είσαι στο κορμί σαράκι είσαι η τρέλα μου.
Ό, τι ζω μετά από σένα μού το κυνηγάς,
μού το διώχνεις το ορίζεις και μού το σκορπάς.

Όλα τ’ άλλα ήταν κομμάτια από εσένανε.
Ό,τι εσύ ξύπνησες φως μου και δεν κράτησες.
Ένα-ένα, δύο-δύο, αριθμοί απλώς,
άλλη αλήθεια δεν ξανάβρα· με σημάδεψες.

Αρλέτα

Poetry-Literature

Κυριακή, Φεβρουαρίου 20, 2011

Edgar Alan Poe: Το ασύγκριτα προτιμότερο βελούδινο σκότος


Γράφει ο Χρήστος Χ. Θεοφιλάτος

Ο πιο μοναχικός άνθρωπος του πλήθους, ήρθε και κάθισε μια βραδιά, δίπλα από μένα, στον πάγκο του μπαρ LIONHEART. Είχε σκληρή και αποφασισμένη όψη και ο τρόπος που ήταν ντυμένος φανέρωνε άτομο χωρίς εποχή. Κοιτώντας τον, θα ’λεγες πως είχε δώσει δυο μέρες διορία στη ράτσα των ανθρώπων για να επανορθώσει μαζί του, και έμεινε αναπάντητος. Είχε μόλις σχολάσει από μια γιορτή μεταμφιεσμένων Βενετσιάνικου τύπου και οι παρέες των μασκαράδων μετέφεραν το σαματά τους στην ταπεινή αυτή γωνιά.(Συγχωρείστε τη δυσφορία μου για την ξένη χαρά, αλλά αν δεν ευτυχώ εγώ δεν μπορώ να συμμεριστώ την ευδιαθεσία κανενός).

Μόλις ο άντρας με έπιασε να τον χαζεύω δεν ταράχτηκε καθόλου, αντιθέτως, κατέβασε μια γενναία γουλιά απ’ το ρούμι του κι άρχισε να μου εξηγεί το συλλογισμό του.

«Βρίσκω περισσότερη ιστορία σε ένα από καιρό κλειστό καφέ, παρά σ’ ένα μουσείο σύγχρονης τέχνης», είπε και μου αποκάλυψε πως ήταν διάσημος συγγραφέας στην κόλαση, αλλά εδώ θα αργούσαν ακόμα να τον ανακαλύψουν.

Αργότερα μου εξομολογήθηκε πόσο έξαλλο τον είχε κάνει η αστή κανονικότητα ενός πιο ισχυρού οικονομικά φίλου του, με δεμένο τον γάιδαρό του, που ’χε το θράσος να τον χλευάσει κάποτε μπροστά σε τρίτους, το καρτέρι θανάτου που του έστησε λίγο αργότερα αλλά ματαίωσε αμέσως. Ένιωσα να με κυριεύει η θλίψη του καθώς μου μιλούσε για την πτώση του παλαιού αρχοντικού των Άσερ, όπως και για κάθε άλλο πύργο και καστέλο που ’χε δει να ρημάζει. «Ο κόσμος έχανε μαζί μ’ αυτά, και τα τελευταία μνημεία ανωνύμου ανωτερότητος» είπε, ενώ στα μάτια του έβλεπες ολοκάθαρα την οργή του απαρχαιωμένου απέναντι στην ανοησία του μοντέρνου.

Οποιαδήποτε κοινωνική συναναστροφή ήταν για αυτόν, μου εξήγησε, σαν μια λεπτή επέμβαση που αποτύγχανε στο τέλος. Η δε αγωνία, του να φτάσει σε ερωτική συμφωνία με κάποια που ποθούσε παράφορα, έμοιαζε κάθε φορά, με το σπαθί του Δαμοκλή να επικρέμεται πάνω απ’ το κεφάλι του σε ένα εφιαλτικό πέρα-δώθε. Σήκωσα το ποτήρι μου και ήπια στην υγειά του ξένου που τα ’λεγε τόσο καλά. Αργότερα κοίταξε ένα γύρο και η ματιά του σταμάτησε σε μια εξαιρετικής εμφάνισης αριστούχα της φιλοσοφικής με στολή μαρκησίας, που διασκέδαζε απόψε με την άκακη συντροφιά της από νεαρούς σπουδαστές. Γύρευε μια καλή ευκαιρία για να της εκφράσει τον στιγμιαίο θαυμασμό του, αλλά δεν του δόθηκε ποτέ. Η νεαρά είχε ότι χρειαζόταν, το έδειξε, στον κύκλο αυτό των ανιαρών φοιτητών. Παράξενο. Δεν ήταν αποκρουστικός, όμως οι άλλοι έβλεπαν σ’ αυτόν έναν ανεπιθύμητο ξένο. Σα να ’χε γράψει απάνω του η απέχθεια του πλήθους.

Όπως κι αυτός, ήμουν κάποιος εκτός κόσμου, ίσως όχι τόσο φανερά εκτεθειμένος όσο εκείνος η έτσι ήθελα να πιστεύω. Πάντως όσο βρισκόταν κοντά μου δεν ήμουν εγώ το επίκεντρο της αρνητικής προσοχής εκεί μέσα.

«Κοίταξέ τους» είπε δείχνοντας προς τη μεριά των φοιτητών. «Στερούνται ένοχων μυστικών. Είναι τόσο βαρετά συμφιλιωμένοι με την εποχή τους. Ριγμένοι με πεποίθηση στην παγίδα των γενεών. Δεν την αξίζουν τη νιότη τους».

«Καταλαβαίνω. Και τι σκοπεύετε να κάνετε για αυτό;» ρώτησα όλος νοσηρή προσμονή.
«Α, τίποτα απολύτως. Τρέμω την αγχόνη και την αναμονή της. Θα περιμένω να το κάνει κάποιος άλλος για μένα» είπε και φόρεσε το καπέλο του.
«Φεύγετε;»

«Ναι. Έγινε αυτό που συμβαίνει πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις. Ο περίγυρος νίκησε» είπε, και ξαναβγήκε έξω, στην ασύγκριτα προτιμότερη παγωμένη νύχτα.

Poetry-Literature

Δύο νέα βιβλία του Μάνου Ελευθερίου: "Νοητός λύκος" και "Ο γέρος χορευτής"


Δεν ησυχάζει ποτέ ο Μάνος Ελευθερίου. Ο μεγάλος ποιητικός στιχουργός, με τις δεκάδες επιτυχίες, κυκλοφόρησε πρόσφατα δύο νέα λογοτεχνήματά του από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Με το ποιητικό κείμενο «Ο νοητός λύκος» και τον θεατρικό μονόλογο «Ο γέρος χορευτής», ανεβάζει τα έργα του - ποίηση και πεζά - στα 19.

Στον «νοητό λύκο» αρχίζει με ένα δισέλιδο από επιγράμματα, μεταξύ των οποίων και αυτά: «Έξωθεν μάχαι, έσωθεν φόβοι», Απόστολος Παύλος. «Ο καιρός είμεθα εμείς», Κ.Π.Καβάφης. «Αυτοκίνητες πάντοτε ανοιγοκλειούνε οι τρεις θύρες και αχό δεν προξενούνε», Διονύσιος Σολωμός. Για να προχωρήσει μετά την αφήγηση σε ομοιοκατάληκτους εξασύλλαβους στίχους. Γραφή μυστηριακή, ελλειπτική, θεατρική, εφιαλτική, αλλά και αγιωτική. Μια ιστορία καθόδου στον Άδη, σε 47 σελίδες, με βιωματικές αναφορές μέσα στη αχλή της γενικής ιστορίας του κόσμου:

«Του λύκου η ώρα τώρα στη ζωή μας
Στα πένθη, στη φιλία, στη χαρά
Σ’ αυτό που δεν αντέχει το κορμί μας
κι όμως τ’ αντέχει Γένος και Φυλή μας
Τρομοκρατία στρώνει η ομορφιά
να γονατίζει πάντα την ψυχή μας.

Ο νοητός ο λύκος είναι ο χρόνος.
Των αισθημάτων πάντα κηπουρός
Ο έφεδρος της λύπης δολοφόνος.
Ο νοητός ο λύκος είναι Κρόνος
Στα μέγαρα της νύχτας θυρωρός
Του στέμματος των όρκων πατροκτόνος».

Ένα ποίημα- ποτάμι που, όπως σημειώνει στο τέλος, γράφτηκε στο διάστημα 1986-2010.

«Ο γέρος χορευτής», διαβάστηκε από το συγγραφέα στο Φεστιβάλ Φιλίππων, στις 20 Ιουλίου, στο Χαλίλ Μπέη Τζαμί και ξεκινάει ως εξής:

«Τι πάει να πει: Εσένα κάπου σε ξέρω. Θυμηθείτε κύριε. Και αυτό το θράσος. Η βλακώδης οικειότητα. Και να ’ναι τόσοι άγγελοι γύρω μου. Γνωστός ήμουνα. Ηθοποιός του μουσικού θεάτρου. Της επιθεωρήσεως. Έπαιξα τυχαίως σε δύο ταινίες. Θα τις είδε στην τηλεόραση . Εκεί έπαιξα δεύτερο και τρίτο ρόλο. Πρέπει να ‘ρθει κάποιος να μου φτιάξει την τηλεόραση. Τρεις μέρες χιονίζει. Πάγωσε το δωμάτιο. Κρυώνω. Τ’ ακούς μαμά; Κρυώνω. Ούτε ο πατέρας ακούει. Στο χιόνι της λησμονιάς. Σαν την οθόνη της τηλεόρασης. Όλα άσπρα και ήσυχα. Θάλασσα. Πώς να ’ναι τώρα η θάλασσα;».

Ένα κείμενο μυθοπλαστικό, αλλά και εξομολογητικό, 49 σελίδων, για τη μεγάλη αγάπη του Μάνου Ελευθερίου - το μεγάλο του απωθημένο, όπως έχει πει: το θέατρο.

Poetry-Literature

Σάββατο, Φεβρουαρίου 19, 2011

Πού βαδίζουμε κύριοι;


Τουρλού κατάσταση και πάνω τούρλα! Ευθυμείστε, δεν είναι η Ελλάδα που ενθυμείστε! Μάς λείπει και μια Ρούμπι, να την έχουμε αποκούμπι... Το τραγουδάκι το αφιερώνουμε στην Μαβιά Ηχώ, το Χριστινάκι μας, που - για να το προβάλλει στη σελίδα της - φαίνεται ότι τής αρέσει!

Κι εμάς μας αρέσει Χριστίνα! Μας κάνει να ξεχνάμε τα κακά της μοίρας μας και να προχωράμε μπροστά!... (Ήγουν τουτ' έστι, πίσω!)...

Poetry-Literature

Ασήμαντα


Έτσι κι αλλιώς δεν ήσουν εδώ
να κλειδώνεις απ' έξω τις νύχτες...

Συνήθισα, λοιπόν, να μοιράζει το ψωμί
η αφή που δεν ήρθε

ή ν' απαντώ - ανώφελα -
στις μικρές πεισματικές σιωπές σου...

Έμαθα να βηματίζω με προσοχή στα δωμάτια
για να μη σκοντάφτω στη σκιά σου

και να πνίγω
τους λυγμούς που αντιπαθείς...

Σε όλα προσαρμόστηκα...

Μόνο κάπου κάπου ταράζομαι
όταν σκεφτώ
χρόνια που θάρθουν άδεια

τόσο άδεια
που δεν θάχω πια ούτε τον ίσκιο σου...

Χριστίνα (Μαβιά Ηχώ)

Poetry-Literature

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 18, 2011

Κυκλοφόρησαν τα ερωτικά ποιήματα της Λ. Παππά

«Τα Ερωτικά Ποιήματα» της Λένας Παππά, κυκλοφόρησαν από τις «Εκδόσεις των Φίλων».


Πρόκειται για ανθολογία των ερωτικών ποιημάτων της Λένας Παππά, με γνωστά αλλά και ανέκδοτα ποιήματα, τα οποία «δεν αναφέρονται τόσο στη φωτεινή και υπερβατική πλευρά του έρωτα, όσο στην αμείλικτα σκοτεινή και σαρκοβόρα του όψη», όπως αναφέρει ο εκδοτικός οίκος.

Η ποιήτρια και διηγηματογράφος Λένα Παππά γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε ιστορία και αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Γαλλική Φιλολογία στο Γαλλικό Ινστιτούτο και Μοντέρνα Τέχνη στη Σορβόννη. Στην Παππά έχει απονεμηθεί το βραβείο Cavalieri per l' Europa, το βραβείο Λάμπρου Πορφύρα της Ακαδημίας Αθηνών, τα βραβεία Giovanni Vaccaro, Ulivo d' Oro, Ιπεκτσί κ.ά.

Μεταξύ των έργων της είναι: Λαμπηδόνες, Ψίθυροι, Καθ' οδόν, Σκοτεινός θάλαμος, Μέσα σε καθρέφτες, Αρτεσιανά, Ουρανοδρόμιο, Αιχμηρά και δριμύγευστα, κ.ά.

Ποιήματά της έχουν μελοποιηθεί από τον Γιάννη Νικολάου, τους αδελφούς Κατσιμίχα, κ.ά.

Πηγή: www.insideinfo.gr.

Poetry-Literature

Σπασμένα τοπία


Ξαναπεθαίνεις
σβήνοντας στο μάτι των κυμάτων
Εννιά λωρίδες ξέθωρες
σε δοιάκι ελπιστικό
Η έπαρση
μετέωρη, στο αχνό των ασωμάτων
μ' ανήσυχο κι αλλόκοτο
πρόσταγμα βιαστικό.

Κατάπρυμα, κατάπλωρα
του χρόνου αμφισβητήσεις
Στοιβάζονται ασχημάτιστα
οι ομίχλες στο ντεπό
Ασάλευτες στο ανέκκλητο
ιαχές, περιπλανήσεις
και τ' άχραντα
του μέλλοντος αρνητικό θαμπό.

Λάδι από το Πάνθεο
και νάμα της αλκής σου
σε κλήδονα επιλήσμονα -
φωτός ονειρευτής -
Επικαλείται άβυσσο -
της πάλαι αισθητικής σου -
η άβυσσος -
με είδωλα που εντός τους θα κρυφτείς.

Πώς να σωθεί το «εσαεί»
που πάλι εγκαταλείπεις
σε μύθο αναπάντητο
να πνίγεσαι Γοργώ;
Υποταγή υπογράφοντας
και προσδοκώντας τύποις
ξαναπεθαίνεις
σβήνοντας στου ίσκιου σου το Εγώ...

Χριστίνα (Μαβιά Ηχώ)

Poetry-Literature

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 17, 2011

Πυρετός

Το μπλε θα το κάψω...


Τα δαχτυλάκια τα μικρά
που μ’ έψαχναν ψες βράδυ
άναβαν γύρω μου κεριά
και διώχναν το σκοτάδι

Μάταια με ζώναν τα θεριά
στου ονείρου τα πηγάδια
τα σκόρπαγε η ανασεμιά
και τα γλυκά σου χάδια

Τα μάτια τα γυαλιστερά
του πυρετού τα μάτια
γίναν στα χέρια σου δροσιά
κι η δίψα μου κομμάτια

Και τ’ άγγιγμά σου στη σιγή
στου πυρετού το στρώμα
τ’ άφησα πίσω την αυγή
κι όμως το νιώθω ακόμα

Είναι γλυκός ο πυρετός
γλυκιά πολύ κι η ζάλη
ήμουν στον κόσμο μοναχός
και μου ‘δωσες μι’ αγκάλη

Κι έχω δυο χέρια που ριγούν
σα στέκομαι μπροστά σου
κάτω απ’ το σκέπασμα ποθούν
ν’ αγγίζουν τα δικά σου.

Ζάχος Κανταδόρος

Poetry-Literature

Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας 2010


Γράφει η Μαρία Παππά

Με τα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας 2010 τίμησε το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού έξι Έλληνες λογοτέχνες και δύο από τα σημαντικότερα λογοτεχνικά περιοδικά.

Ανάμεσα στους βραβευθέντες και μάλιστα με το Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας, για το σύνολο του έργου της, είναι η μεγάλη Ελληνίδα ποιήτρια, Κική Δημουλά.

«Θα πω το αυτονόητο. Με τιμά βαθύτατα το μέγεθος αυτού του βραβείου, που μου έχει απονεμηθεί, και ως έννοια, αλλά και σαν απόδειξη της εκτίμησης των μελών της επιτροπής, που ψήφισαν υπέρ αυτού. Τους ευχαριστώ θερμά, έκπληκτη και συγκινημένη», είπε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η ποιήτρια.

Με τεράστια προσφορά στην ελληνική λογοτεχνία, φανατικούς αναγνώστες και πάμπολλες διακρίσεις η Κική Δημουλά εξομολογείται πως δεν περίμενε αυτό το βραβείο. «Το έμαθα πριν από λίγο. Δεν το περίμενα. Γενικά δεν περιμένω καμία βράβευση και δεν τη διεκδικώ, χωρίς να λέω πως δεν μου αρέσει να βραβεύομαι», λέει και καταλήγει: «Θα ήθελα να συγχαρώ, όχι αυτά που πρόσφερα, αλλά την ηλικία μου, που σε αυτήν κυρίως δωρίζεται αυτή η διάκριση, ως μία παρήγορη ικανοποίηση για τα πολλά έτη, που διένυσε».

Ο διευθυντής του περιοδικού «Διαβάζω», Γιάννης Μπασκόζος, δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ: «Αυτό το βραβείο άξιζε στην Κική Δημουλά και προσωπικά περίμενα πως θα είναι εκείνη η φετινή κάτοχος του Μεγάλου Βραβείου Λογοτεχνίας».

Το «Διαβάζω» είναι ένα από τα δυο περιοδικά, που βραβεύθηκαν. Με πορεία μακρά, από το 1976, στις σελίδες του περιοδικού έχουν «φιλοξενηθεί» οι μεγαλύτεροι Έλληνες λογοτέχνες.

«Η τιμή ανήκει σε όλους όσοι εργάζονται εδώ, αλλά και στον ιδρυτή του περιοδικού, Περικλή Αθανασόπουλο, ο οποίος πήρε την απόφαση να εκδόσει αυτό το περιοδικό, όταν στην Ελλάδα δεν υπήρχε αντίστοιχο. Είναι μία δικαίωση και εκείνου και όσων άλλων συνέβαλαν στη πορεία του περιοδικού έως σήμερα», λέει ο κ. Μπασκόζος, δηλώνοντας παράλληλα ικανοποίηση για το ότι το «Διαβάζω» βραβεύθηκε μαζί με το περιοδικό «Δέντρο», ένα λογοτεχνικό περιοδικό της «ίδιας γενιάς», όπως λέει.

Ο κ. Μπασκόζος, εξάλλου, χαρακτήρισε «μεγάλη αλλαγή» στις κρίσεις της επιτροπής, τις φετινές απονομές του Βραβείου Μυθιστορήματος και εκείνου της Ποίησης, σε δύο νεότερους απ’ ό,τι συνήθως λογοτέχνες, τη Βασιλική Ηλιοπούλου (μυθιστόρημα με τίτλο «Σμιθ») και τον Παντελή Μπουκάλα, αντίστοιχα. Ο τελευταίος, αρθογράφος της εφημερίδας «Η Καθημερινή», τιμήθηκε για το έργο του με τίτλο «Ρήματα» και, αφού ευχαρίστηκε την κριτική επιτροπή για την τιμή, που του επεφύλαξε, χαρακτήρισε τον εαυτό του άνθρωπο που του αρέσει να γράφει.

Το Βραβείο Διηγήματος δόθηκε στον Παναγιώτη Κουσαθάνα για το έργο του με τίτλο «Λοξές ιστορίες που τελειώνουν με ερωτηματικό». Με το Βραβείο Δοκιμίου-Κριτικής διακρίθηκε ο Άγγελος Χανιώτης για το έργο του «Θεατρικότητα και δημόσιος βίος στον ελληνιστικό κόσμο». Στην κατηγορία Χρονικό-Μαρτυρία νικητής αναδείχθηκε ο Γιώργος Βέης με το βιβλίο «Από το Τόκιο στο Χαρτούμ: Μαρτυρίες, συνδηλώσεις».

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Poetry-Literature

Ο Δεσμοφύλακας


Στίχοι: Σάσα Μανέτα
Μουσική: Κώστας Χατζής
Πρώτη εκτέλεση: Κώστας Χατζής

Πέρα δώθε νύχτα μέρα
τον ακούω που περνάει
τα τακούνια του χτυπάει
στο στενό το παραθύρι
όλο σκύβει και κοιτάει.

Είν ο Δεσμοφύλακας μου
κι είν ελεύθερος νομίζει
που μπορεί όλη την ώρα
στους διαδρόμους να γυρίζει.

Κάθε μέρα ίδια ώρα
τη στολή του θα φορέσει
το περίστροφο στη μέση
φτου κι απ' την αρχή η βάρδια
μην του πάρουνε τη θέση.

Είν ο Δεσμοφύλακας μου
μα φυλακισμένος μοιάζει
και ελεύθερος λογιέται
που μπορεί να με διατάζει.

Πέρα δώθε νύχτα μέρα
πέρασε κι αυτή η βάρδια
η ματιά του είναι άδεια
κι έτσι άχαρα περνάνε
και οι μέρες και τα βράδια.

Είν ο Δεσμοφύλακας μου
που δε ρώτησε να μάθει.
Να ρωτήσει και να μάθει
τι είν' απ' τη ζωή πιο πέρα.

Έλα φίλε να σου μάθω
έλα μέσα να σου πω
πώς κρατούμενος δώ'πέρα
είσ' εσύ κι όχι εγώ.

Και κλεισμένος στο κελί μου
με της πίστης την ελπίδα
προσπερνώ την καταιγίδα.

Έζησες και θα πεθάνεις
δίχως μία απορία
έλα φίλε να σου μάθω
τι θα πει ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ....

Poetry-Literature

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 16, 2011

Η δεύτερη επίσκεψη των El-Q στον Real FM


Απ' ό,τι φαίνεται, ο ραδιοφωνικός σταθμός Real FM απογειώνεται τις νύχτες! Οι El-Q, που συνήθως αποφεύγουν να κάνουν πολλές εμφανίσεις, ήδη μετρούν τη δεύτερη επίσκεψή τους στην εκπομπή του «Άγρυπνου» Μάνου Τσιλιμίδη! Απολαύστε τους.

Poetry-Literature

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 14, 2011

Για σένα ποιητή


Άσμα σού γράφει η πένα μου, πάλι τη νύχτ’ αυτή,
και θάθελα, το χρόνο μου, στου ρολογιού τους ήχους,
να στον διπλοχαρίζω,
των οραμάτων όλβιε, Ραβίνε ποιητή!...
Γλυκοχαράζει η νύχτα μου στης έξαρσης τους στίχους,
στης αρνησιάς το γκρίζο.

Έτσι καθώς μ’ ακολουθεί στεντόρεια φωνή,
κι ακροβατώ και χάνομαι στης τύρβης μου τα χιόνια,
το δέος με παιδεύει.
Ράθυμα της ιλέωσης το βύθος με πονεί,
κι ως μες τις ράγες των φλογών αργοκυλούν τα χρόνια,
το μέλλον μ’ αλαργεύει!...

Ω ! πένα του λευκόχρυσου και λέξεις και στροφές.
Λόρκα, καημοί φλαμένγκος, Πόε, Βιγιόν, Βερλαίν!
Αγίων Θεοτήτων!
Μάχες, αγώνες και καρποί, «θέματα και μορφές».
Των Χερουβείμ τ’ αηδόνι, καθώς οι Μούσες λεν,
ζει και θα ζει, ως ήτον!

Χαίρε ! Μπλαζέ Λωτρεαμόν και Γέρο-Ωκεανέ!...
Της Παναγιάς η στοναχή στο Ρίτσο βασιλεύει!...
Σεφέρης και Πορφύρας.
Ελύτης, άσματα του Λιστ, γοργόνες του Μανέ
και νύχτες του Καρτιέ Λατέν!
Ο δρόμος σας οδεύει σε μεγαλείων θύρας!...

Κι όπως Μορφή, -μες τις Μορφές-
δακρύζουν ουρανοί, κι ανοίγουν να σε κλείσουνε
στων αστεριών τις μνήμες, πως ξαναζείς μ’ εφάνει!
Σαν των Ουγκώ βαθαίνουνε πλατείς ωκεανοί·
χιλιάδες άνθισαν Ρεμπώ μεσ’ απ’ τις Χιροσίμες,
στου νου μου το λιβάνι!...

Νίκη Μιχαήλ Κατσικάδη

Poetry-Literature

Της ξενιτιάς


Τι να σου γράψω ταίρι μου εκεί μακριά στα ξένα;
Είμαι δεντρί κατάμαυρο με κλώνια μαραμένα.
Δε βγάζω άνθη και καρπούς να κόψω να σου στείλω,
ορφάνεψα όταν έφυγες, ξεράθηκα σαν φύλλο.
Σταμάτησα να κελαηδώ που χάθηκες πουλί μου,
απότιστα τα λούλουδα στο νου και στην αυλή μου.
Η ξενιτιά είναι μακρύ, αργόσυρτο τραγούδι,
λες μοιρολόι Μανιάτικο, δίκοπο πελεκούδι.
Μόνο σαν πέφτει η νυχτιά κι απλώνει το σκοτάδι,
ακολουθώ τα χνάρια σου στης μοναξιάς τον Άδη
και σε ρωτώ πού βρίσκεσαι, μ' απόκριση δεν παίρνω·
τα όνειρά μου να σε βρω στον αργαλειό υφαίνω
σαν τις αράχνες στις γωνιές, που μόνες τους τα βράδια
πλέκουν, μαζί με μένανε, λαχτάρες με υφάδια.
Μήπως φανείς προσεύχομαι ως τα βαθιά χαράματα,
στο εικονοστάσι άπειρα κάνω για σένα τάματα.
Κωπηλατώ ως την αυγή λουσμένος στον ιδρώτα,
μα πουθενά δε συναντώ της ξενιτιάς την πόρτα,
ν’ ανοίξει λίγο να σε δω, πριν πάλι επιστρέψω,
της ερημιάς μου τις πληγές, με σένα, να γιατρέψω.
Να κάτσω στο κατώφλι της και να σε περιμένω,
’μπρός στο κλειστό θυρόφυλλο, το διπλοσφαλισμένο.
Η ξένη γη σ’ αγάπησε και σκλάβα σε κρατάει,
μα εμένα η καρδούλα μου για σένα λαχταράει.
Όταν βραδιάζει μακριά, μέσα μου σκοτεινιάζει,
με πιάνει το παράπονο, με τρώει το μαράζι·
άμα νυχτώνει γρήγορα, αργεί να ξημερώσει,
κι όποιον περνάει τον ρωτώ, μήπως σε ανταμώσει.
Κανείς δεν ξέρει να μου πει, διαβάτης δε ζυγώνει
και μόνος ψάχνω στ’ άγνωστο, φευγάτο χελιδόνι.
Μέσα στο πλήθος, που κοιτώ, σε βλέπω και σου γνέφω,
με ανοιχτά τα χέρια μου στην αγκαλιά σου πέφτω·
χύνοντας δάκρυα χαράς όρκο μεγάλο δίνω,
άλλη φορά αγάπη μου, στα ξένα, δε σ’ αφήνω.

Νίκος Μπατσικανής

Poetry-Literature

Κυριακή, Φεβρουαρίου 13, 2011

Στο χορό

Στα φώτα...


Δε με γελούν στον τοίχο ψεύτικοι αριθμοί
δε με γελά ο ήλιος που έτριξε τα δόντια
πισ’ απ’ τη Μέδουσα προσμένω την αυγή
βέλη τα μάτια μου χαρίσανε κι ακόντια.

Κανείς απόψε να μην έρθει να με δει
στο κενοτάφι κι αν με ψάξει δε θα μ’ έβρει
εκείνο τ’ όνειρο που κράτησα παιδί
το ‘θαψα πια και να το βρει κανείς δεν ξεύρει.

Πίσ’ απ’ τα φώτα με σιωπή για μουσική
άδεια και μόνα τους χορεύουν τα ποτήρια
στο κάστρο μέσα στων ψυχών τη φυλακή
ένα παιχνίδι μ’ υποσχέσεις και χατίρια.

Κι ενώ θα πέφτει πάλι πάχνη από νωρίς
σε κάποιο κάθισμα που λέγανε δικό του
καθείς στα λόγια θα σκοτώνει εκδικητής
το γέρο δράκο μα ποιος κλέβει τ’ όνειρό του.

Εγώ σκοτώνω τ’ όνειρό μου το στερνό
εγώ θα θάψω το σφυρί, εγώ τ’ αμόνι
μόνο μια λύκαινα με πήγε στο χορό
μ’ αυτή χορεύει τις νιφάδες μες στο χιόνι.

Ζάχος Κανταδόρος

Poetry-Literature

Σάββατο, Φεβρουαρίου 12, 2011

Λεμονιά


Λεμονιά,
που ’χεις λεμόνια στα κλωνιά,
θα ’ρθει ο χειμώνας μ’ απονιά,
να σε πληγώσει.

Στον ντουνιά,
μόνη κι ολέρμη ομορφονιά,
θα σε σκεπάσει η λησμονιά,
με θλίψη τόση.

Σαν φονιά,
με κυνηγά στη γειτονιά,
ο κύρης σου, μήνες εννιά,
να με σκοτώσει.

Στον χιονιά,
κάνουν τα χρόνια μας πανιά
κι όταν θα πέσει η παγωνιά,
θα μετανιώσει.

Παναγιώτης Θ. Τουμάσης

Poetry-Literature

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 09, 2011

Επιλογή


Στη ζωή μου κράτησα
πια
τ’ απαραίτητα·
την ευχή της μάνας
μια σπίθα φως
και την πένα μου.

Νίκος Μπατσικανής

Poetry-Literature

Πορνεία


Ήταν ο άγγελός του με μιας πόρνης αμφίεση!... Είναι κορμιά γυναικών αμαρτωλά και αγιασμένα!... Αναρωτιέμαι κλαίγοντας μην ήμουνα εγώ; Γιατί η σκοτεινή πλευρά του πάθους μπορεί άξαφνα να γκρεμίσει κάθε τοίχο λογικής!...

Αργύρης Ντεγκούδης

Poetry-Literature

Τελευταία νύχτα


Χαράζω ποίηση στα βράχια του κορμιού σου
κει που ξεβράζει η άβυσσος διαμάντια,
στις εύφορες κορφές της ηδονής
που σφίγγουν ρόγες κόκκινο σταφύλι.

Αλλάζουν χρώμα οι αισθήσεις κι ανατρέπονται.
Τα μάτια ψηλαφίζουν τις ρωγμές.
Τα χέρια ξετυλίγουν το σκοτάδι.
Άπληστοι πόθοι πυρπολούν τα παραμύθια.

Χίλια πουλιά λικνίζονται στο αίμα μου.
Ένα ποτάμι δέντρα μ’ αγκαλιάζει.
Βρίζουν τη νύχτα τη στερνή οι ποιητές.
Δε θα ’τυχε να πέσουνε μαζί σου.

Χάρης Μελιτάς

Poetry-Literature